Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε σήμερα πως εκτιμά ότι η βραδύτητα του ρυθμού των εμβολιασμών κατά της Covid-19 σε ορισμένα μέρη του κόσμου μπορεί να απειλήσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, παρόλο που η οικονομική ανάκαμψη έχει ήδη αρχίσει.
Η τρέχουσα οικονομική ανάκαμψη, με ενισχυμένη δραστηριότητα στις επιχειρήσεις της ευρωζώνης, «μείωσε πολλούς από τους χειρότερους φόβους μας αναφορικά με τις οικονομικές ουλές και την αύξηση του κινδύνου της μη αποπληρωμής πιστώσεων» ως επακόλουθο της Covid-19, αναφέρει η ΕΚΤ στην εξαμηνιαία έκθεσή της για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Όμως «οι κίνδυνοι, που συνδέονται με την πανδημία, δεν έχουν πλήρως εξαφανιστεί, κυρίως επειδή η πρόοδος του εμβολιασμού παραμένει αργή σε πολυάριθμες περιφέρειες του κόσμου», συνεχίζει ο Λουίς ντε Γκίντος, αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, στο προοίμιο της έκθεσης.
Ο ιός συνεχίζει να διαδίδεται και η επιδημία αναζωπυρώνεται στην Ευρώπη, με νέο ρεκόρ μολύνσεων άνω των 52.000 νέων κρουσμάτων σήμερα στη Γερμανία, ενώ η Γαλλία ξεπέρασε χθες, Τρίτη, το όριο των 20.000.
Έτσι, με τις διαταραχές που μπορεί κάποιος να προβλέψει στην αγορά εργασίας και τη ζήτηση, «η πανδημία συνεχίζει να είναι ένας από τους κύριους κινδύνους για την μελλοντική οικονομική ανάπτυξη», προειδοποιεί η ΕΚΤ.
Για να ολοκληρωθεί ο πίνακας των απειλών για την οικονομία, στην έκθεση επισημαίνονται «οι πιέσεις στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και η άνοδος των τιμών της ενέργειας» που δημιουργούν επίσης μια πρόκληση για τις «προοπτικές του πληθωρισμού», ενός μεγέθους στο οποίο η ΕΚΤ βασίζει τη νομισματική πολιτική της.
Άλλη προειδοποίηση της ΕΚΤ: οι «θύλακοι πληθωρικότητας» σε ορισμένες αγορές, οι οποίοι σχηματίσθηκαν χάρη στην αναβάθμιση ενεργητικών στο χρηματοπιστωτικό τομέα και στον τομέα των ακινήτων. Οι τομείς αυτοί είναι εκτεθειμένοι σ’ έναν κίνδυνο διόρθωσης, ενώ οι επιχειρήσεις και τα δημόσια οικονομικά παρουσιάζουν «πιο αυξημένα επίπεδα χρέους» εξαιτίας της πανδημίας.
Οι φούσκες αυτές συνδέονται παραδόξως με την πολιτική του άφθονου και όχι ακριβού χρήματος που ασκεί εδώ και χρόνια η ΕΚΤ για να υποστηρίξει τη δραστηριότητα και την οποία η τράπεζα λέει πως παρακολουθεί από κοντά.
Μετά την ολοκλήρωση της διάσκεψης COP26 για το κλίμα την περασμένη εβδομάδα, η ΕΚΤ καλεί τέλος σε «συντονισμένη και επίκαιρη δράση» αναφορικά με την κλιματική αλλαγή, η οποία να περιορίζει τους κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Καμπανάκι για τα κόκκινα δάνεια
Παρόλο που τα πρώτα στοιχεία των τραπεζών είναι ενθαρρυντικά, καθώς εμφανίζουν περιορισμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παραμένει επιφυλακτική εκτιμώντας ότι ο «τελικός λογαριασμός» της πανδημίας μπορεί να αποδειχθεί πιο «τσουχτερός».
Και τούτο διότι σύμφωνα με τον SSM, τον εποπτικό βραχίονα της ΕΚΤ, οι υπηρεσίες της Κεντρικής Τράπεζας εντοπίζουν ανησυχητικά ευρήματα τα οποία είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε ένα νέο κύμα πτωχεύσεων και κόκκινων δανείων.
Η ΕΚΤ έχει διαπιστώσει, συγκεκριμένα, ότι ο δείκτης των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) αυξάνεται για τα δάνεια εκείνα που τελειώνει η περίοδος χάριτος (μορατόρια) ή για τις κατηγορίες των δανείων που ολοκληρώνεται η περίοδος της κρατικής εγγύησης. Τα δάνεια αυτά σε συνδυασμό με εκείνα τα οποία ήδη έχει γίνει κάποια ρύθμιση, προκειμένου να μην «κοκκινίσουν», αποτελούν σύμφωνα με τον SSM την «Αχίλλειο πτέρνα» των τραπεζών.
Ο SSM εκτιμά ότι ακόμη και αν η πανδημική κρίση δεν οδήγησε σε άμεση αύξηση των ΜΕΔ στον τραπεζικό τομέα, ο πλήρης αντίκτυπος της πανδημίας στους ισολογισμούς των τραπεζών δεν έχει αποτυπωθεί πλήρως . Παρά τη μείωση των δεικτών NPL και τα χαμηλά επίπεδα αφερεγγυότητας το 2020 και το 2021, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων καθώς τα μέτρα κρατικής στήριξης αποσύρονται σταδιακά. Την ίδια στιγμή, ορισμένοι οικονομικοί τομείς που ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι στην πανδημία εξακολουθούν να αισθάνονται τον αντίκτυπό της, ενώ άλλοι πλήττονται από δευτερογενείς επιπτώσεις, όπως διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας. Επί του παρόντος, οι τράπεζες δεν φαίνεται γενικά να αναμένουν σημαντική επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων. Σε πολλές περιπτώσεις, τα κεφάλαια και η κερδοφορία των επιχειρήσεων που έχουν δανειστεί, έχουν πληγεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας και διατηρούνται εν ζωή μόνο χάρη στη ρευστότητα που έχουν λάβει μέσω των μέτρων στήριξης. Έτσι, με τα δεδομένα αυτά η πτώχευση των επιχειρήσεων αυτών δεν αποσοβείται απλώς αναστέλλεται για λίγο χρόνο.
Συνολικά, ο SSM υπογραμμίζει ότι καθώς οι τελικές επιπτώσεις της πανδημίας στην ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών παραμένουν ασαφείς, τα πιστωτικά ιδρύματα δεν έχουν «βγει ακόμη στο ξέφωτο» , καθώς η γρήγορη ανάκαμψη της κερδοφορίας που καταγράφεται μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά βραχύβια. Η ταχεία ανάκαμψη των τραπεζικών κερδών οφείλεται εν μέρει σε ασταθείς πηγές, όπως τα έσοδα από συναλλαγές, τα οποία θα μπορούσαν γρήγορα να υποχωρήσουν σε χαμηλότερα επίπεδα.
Όσον αφορά στην ελληνική αγορά σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, στο τέλος Ιουνίου 2021 το ύψος των ΜΕΔ που βρίσκονται στους ισολογισμούς των πιστωτικών ιδρυμάτων (σε ατομική βάση) υποχώρησε σε 29,4 δισεκ. ευρώ και ο δείκτης ΜΕΔ σε 20,3%.