Οι αντιδράσεις των Ελλήνων απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία και το πώς αντιμετωπίζουν τους πρωταγωνιστές του είναι ένα αναπάντεχο για πολλούς, αλλά αισιόδοξο δείγμα υγείας.
Κυρίως απορρίπτουν την προσπάθεια των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ, που υιοθέτησαν την (προσωπική;) γραμμή Μητσοτάκη, που υιοθέτησε την γραμμή κάποιων ψυχροπολεμιστών στην Ουάσιγκτον, ότι αυτοί ορίζουν τη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Δυστυχώς σε αυτόν τον βάρβαρο και για πολλούς ακατανόητο πόλεμο δεν υφίσταται προς το παρόν σωστή πλευρά της ιστορίας. Φυσικά και δε μπορεί να είναι στη σωστή πλευρά ο φονικός κυνισμός που αποπνέουν οι ανιστόρητες θεωρίες και οι ψυχρές αποφάσεις του Πούτιν. Αλλά ούτε και οι μονότονοι θεατρικοί μονόλογοι του Ζελένσκι και οι υποκριτικές αμερικανικές ρητορείες περί υπεράσπισης των αξιών του ελεύθερου κόσμου.
Είναι σημάδι υγείας για το κριτήριο των Ελλήνων ότι αξιολογούν πολύ κάτω από τη βάση και τους τρεις: Πούτιν, Ζελένσκι, Μπάιντεν. Θα ήταν ενδιαφέρον εξάλλου να μαθαίναμε και τη «βαθμολογία» της λαλίστατης κυρίας φον ντερ Λάιεν. Aς μην παραβλέπουμε ότι στο συναγωνισμό της διγλωσσίας έχει δείξει εξαιρετικές επιδόσεις και η ΕΕ, όπως σημείωνε σε άρθρο της αυτές τις ημέρες και η γνωστή για το σκωπτικό της ύφος βρετανική εφημερίδα «Financial Times».
Τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης επιβεβαιώνουν επίσης πόσο λανθασμένη ήταν η επιλογή του πρωθυπουργού να καλέσει στο ελληνικό κοινοβούλιο ως ομιλητή μέσω τηλεδιάσκεψης τον Ουκρανό πρόεδρο, σε μια μάλλον αφελή απόπειρα να εμφανιστεί και ο ίδιος ως «συμμέτοχος» στις παγκόσμιες εξελίξεις με αφορμή τον πόλεμο.
Είναι πολλοί οι Ελληνες που αισθάνονται ως εκβιαστικό το δίλημμα, που προσπαθεί μάταια να επιβάλει μια επιδοτούμενη μιντιακή «αστυνομία λόγου»: «είτε με τον Ζελένσκι, είτε με τον Πούτιν» ή αλλιώς «είτε με το ΝΑΤΟ, είτε με τη Ρωσία».
Τη σωστή πλευρά της ιστορίας δεν θα τη βρούμε μέσα σε ανιστόρητα tweet κομματικών οργανώσεων ή στα επαναλαμβανόμενα φληναφήματα του κυβερνητικού εκπροσώπου. Η σωστή πλευρά είναι αυτή που οφείλουν να φτιάξουν οι λαοί, πέρα από πολεμικές ιαχές και σχέδια για στρατιωτικοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής. Το κίνημα ενάντια στον πόλεμο μπορεί να μετεξελιχθεί σε ένα διαρκές κίνημα ενεργών και αυτόβουλα σκεπτόμενων ανθρώπων για τη διασφάλιση της ειρήνης την υποστήριξη της κοινωνίας των πολιτών στη Ρωσία, στην Ουκρανία αλλά και στις… Βρυξέλλες.
Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει επιτέλους να σταματήσει να αναζητεί τρόπους για να στείλει κρυφά ή φανερά περισσότερες σφαίρες στο Κίεβο και να προσπαθήσει να αναδείξει τη χώρα μας ως ένα παράγοντα διαμεσολάβησης και ειρηνικών πρωτοβουλιών, που θα καταδικάζει την ωμή βία και την δολοφονία αθώων ανθρώπων, αλλά θα παίρνει αποστάσεις και από θεωρίες ισοπέδωσης και δαιμονοποίησης ολόκληρων λαών και ηρωοποίησης ανεύθυνων ηγετών, που υπόσχονται πολεμικούς θριάμβους με αμέτρητα uploads στα κοινωνικά δίκτυα, μέσα από την ασφάλεια των οχυρωμένων γραφείων τους.
Κι αυτό είναι ένα καθήκον για οποιαδήποτε κυβέρνηση ανεξαρτήτως ιδεολογικού προσήμου και χρωματισμού.
Η Γερμανία είναι «χαμένη» του πολέμου, αλλά ποιά θα είναι η αντίδρασή της;