Θεωρητικά οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι της Γερμανίας θα πρέπει να χάρηκαν από την απόφαση της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας του Δικτύου Ενέργειας της Γερμανίας να αρνηθεί την έκδοση της πιστοποίησης για να τεθεί άμεσα σε λειτουργία ο αγωγός Nordstream 2. Είναι όμως πράγματι έτσι;
Η ελβετική εταιρία, πίσω από την οποία στην ουσία «κρύβεται» η ρωσική Gazprom και η οποία διαχειρίζεται το κομμάτι του αγωγού που βρίσκεται εντός της Γερμανίας θα πρέπει να οργανωθεί με βάση το γερμανικό δίκαιο είναι η επίσημη αιτιολόγηση της απόφασης, που αναβάλει την ενεργοποίηση του αγωγού, ο οποίος έχει ολοκληρωθεί από τον Σεπτέμβριο και το κόστος του άγγιξε τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το τιτάνιο αυτό έργο, που φέρει την πολιτική σφραγίδα της ίδιας της Ανγκέλα Μέρκελ και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια από τις σημαντικότερες παρακαταθήκες της, θα είναι σε θέση να μεταφέρει 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου από την Ρωσία στη Γερμανία υποθαλάσσια, παρακάμπτοντας χώρες, όπως οι «προβληματικές» Ουκρανία και Λευκορωσία αλλά και η Πολωνία.
Σε μια περίοδο που οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν εκτοξευτεί σε ύψη που κανείς δεν είχε υπολογίσει, και τα ευρωπαϊκά αποθέματα είναι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, η έναρξη της λειτουργίας του θα αποτελούσε μια σημαντική ανάσα όχι μόνο για την «ενεργειακά λαίμαργη» Γερμανία, αλλά για την Ευρώπη συνολικά. Για παράδειγμα ακόμα και στην εκτός ΕΕ Βρετανία οι τιμές του φυσικού αερίου εκτινάχτηκαν πάλι μόλις ανακοινώθηκε αυτή η τουλάχιστον τετράμηνη καθυστέρηση, που θα μπορούσε να επιμηκυνθεί ακόμα περισσότερο και να φτάσει εως τις αρχές του καλοκαιριού.
Μπορούν όμως να χαρούν οι Πράσινοι, οι οποίοι ήταν οι πιο φανατικοί αντίπαλοι αυτού του αμφιλεγόμενου και πολυσυζητημένουν αυτού εγχειρήματος, αλλά και οι Φιλελεύθεροι που είχαν και αυτοί τις αντιρρήσεις τους κυρίως σε σχέση με την ενίσχυση της ενεργειακής εξάρτησης από τη Μόσχα; Η απάντηση δεν είναι εύκολη, αλλά είναι πολύ μεγάλος ο πειρασμός να σκεφτεί κανείς ότι το ιδανικό σενάριο θα ήταν και για τους δύο να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας, όταν ο αγωγός θα είχε τεθεί σε λειτουργία. Οταν δηλαδή θα είχε δημιουργηθεί ένα τετελεσμένο, το οποίο θα μπορούσαν εύκολα να δικαιολογήσουν ως «μη αναστρέψιμο». Ειδικά αν είχαν γίνει πραγματικότητα σχέδια, που ήθελαν την Γερμανία να έχει λάβει μέσα στο 2021 τα πρώτα 5,5 δισ. κυβικά μέτρα από την ρωσική «πηγή». Αλλωστε το υπουργείο Οικονομίας στο Βερολίνο είχε ήδη δώσει την έγκρισή του για να αρχίσει να ρέει το ρωσικό αέριο.
Τώρα αν υποτεθεί, ότι η τελική πολιτική απόφαση θα πρέπει να ληφθεί κάποια στιγμή στις αρχές της επόμενης χρονιάς, με την προϋπόθεση να έχουν υπάρξει και οι απαραίτητες γραφειοκρατικές εγκρίσεις τα δύο μέχρι πρότινος κόμματα θα βρεθούν αντιμέτωπα με μια σκληρή πραγματικότητα, η οποία θα τους φέρει μπροστά σε ένα ολοκληρωμένο έργο, που έχει κοστίσει πολλά δισεκατομμύρια και στο οποίο εμπλέκονται εταιρίες και τράπεζες και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι μάλλον απίθανο λοιπόν η επόμενη κυβέρνηση να πει το ΟΧΙ και να ακυρώσει υπάρχουσες συμφωνίες και να βάλει στον πάγο μια επένδυση τέτοιου ύψους.
Ειδικά για τους Πράσινους θα είναι ένα ακόμα ραντεβού με τη σκληρή κυβερνητική καθημερινότητα. Αλλά τουλάχιστον θα έχουν κερδίσει κάποιους μήνες και δεν θα έχει χρειαστεί να έχουν ζητήσει από τη βάση τους να ψηφίσει υπέρ του έργου στο πλαίσιο της αναμενόμενης συμφωνίας, για το σχηματισμό κυβέρνησης με τον «κωδικό φανάρι». Ετσι κι αλλιώς η κοινή γνώμη στη Γερμανία είχε δείξει να συμφωνεί με την ολοκλήρωση του έργου σε ποσοστό 75%, σύμφωνα με μια δημοσκόπηση που είχε γίνει τον περασμένο Μάιο. Ψηλό ήταν με 69% το ποσοστό αποδοχής και ανάμεσα στους ψηφοφόρους των Πρασίνων.
Θα μπορούν φυσικά να βρουν δικαιολογίες, όπως για παράδειγμα ότι η Ευρώπη είναι έτσι κι αλλιώς ενεργειακά εξαρτημένη από τη Μόσχα και η όποια απεξάρτησή της θα χρειαστεί χρόνο. Πολλοί πιστεύουν ότι η σημερινή ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, έχει ακριβώς να κάνει με το γεγονός ότι ο Βλάντιμιρ Πούτιν είχε σφίξει τις στρόφιγγες, προκειμένου να εκβιάσει μια γρήγορη εκκίνηση του νέου αγωγού. Αν τελικά ο Nordstream ΙΙ δεν ανοίξει πριν το ερχόμενο καλοκαίρι, όπως λέει το πιο απαισιόδοξο σενάριο, τότε ο χειμώνας θα είναι δύσκολος για πολλά νοικοκυριά στην Ευρώπη και αυτό θα είναι ίσως και ένα καλό άλλοθι για να δικαιολογηθούν οι όποιοι πολιτικοί συμβιβασμοί. Φυσικά και στη Γερμανία. Ο φόβος επιδείνωσης της «ενεργειακής κρίσης» είναι και ο λόγος που οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες, η μεγαλύτερη εκ των τριών κοινοβουλευτικών ομάδων, που θα στηρίζει την επόμενη κυβέρνηση δεν θέλουν σε καμιά περίπτωση ρήξη με τη Μόσχα, η οποία από τη μεριά της θεωρεί απαράδεκτη οποιαδήποτε χρονοτριβή πέραν του ερχόμενου Ιανουαρίου. Κάτι που θεωρείται πια αρκετά δύσκολο να αποφευχθεί, αφού μετά τις αρμόδιες υπηρεσίες θα χρειαστεί και η έγκριση της Κομισιόν και η επαναβεβαίωση από την γερμανική κυβέρνηση.
Το θέμα λοιπόν παραμένει τυπικά ανοικτό. Είναι πολύ πιθανό στο κυβερνητικό πρόγραμμα, το οποίο τα τρία κόμματα του «φαναριού» φιλοδοξούν να παρουσιάσουν μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδας στο Βερολίνο, να ξεπερνιέται με μια γενικόλογη διατύπωση. Αλλά κάποια στιγμή οι τρεις εταίροι θα το βρουν μπροστά τους και θα πρέπει να δώσουν μια πολύ συγκεκριμένη απάντηση. Η οποία δεν είναι σίγουρο ότι θα ενθουσιάσει το κομματικό τους ακροατήριο. Αλλά έτσι κι αλλιώς οι πιο ψύχραιμοι παρατηρητές προβλέπουν ότι τα προβλήματα για το νέο τρικομματικό κυβερνητικό πείραμα θα φανούν στην πορεία, όταν οι τριβές της «καθημερινότητας» θα διαδεχτούν την ευφορία των τωρινών σχεδιασμών επί χάρτου.