Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Με τη χονδρική ρεύματος να τρέχει με ταχύτητα προς τα 400 ευρώ η μεγαβατώρα (344 ευρώ σήμερα, 5/3) και την τιμή του αερίου πάνω από τα 200 ευρώ η μεγαβατώρα, είναι βέβαιο ότι Κυρ. Μητσοτάκης θα ξανασκεφτεί δυο και τρεις φορές την τοποθέτησή του την περασμένη Τετάρτη στη Βουλή με αφορμή την ουκρανική κρίση ότι «ο λιγνίτης δεν είναι ανταγωνιστικός και ότι πρόκειται για εξαιρετικά ακριβό καύσιμο λόγω κόστους και λόγω της ποινής ρύπων (τιμή CO2) που το επιβαρύνει». Όπως επίσης, με το κόστος των επιδοτήσεων ρεύματος, έστω και περιορισμένων αποκλειστικά στα ευάλωτα νοικοκυριά, να αναμένεται να ξεπεράσει τα 3 δισ. ευρώ στο πρώτο τετράμηνο του έτους, θα ξανασκεφτεί πόσο σοφό ήταν να επισπεύσει την απολιγνιτοποίηση.
Η ουκρανική και ενεργειακή κρίση ανατρέπει κι αυτό το δεδομένο. Πρώτος, ο πράσινος υπουργός Οικονομίας και Κλίματος της γερμανικής κυβέρνησης
Ρόμπερτ Χάμπεκ, περιβαλλοντολόγος ο ίδιος, προανήγγειλε αλλαγή του πολυδιαφημισμένου σχεδίου μηδενισμού των ρύπων, λέγοντας ότι βραχυπρόθεσμα η Γερμανία πρέπει να διατηρήσει τις μονάδες παραγωγής ρεύματος από άνθρακα (λιθάνθρακα/λιγνίτη) σε ετοιμότητα και ενδεχομένως να τις αφήσει να λειτουργήσουν. Οι πληροφορίες από το Βερολίνο αναφέρουν ότι αυτό εκτός από το λιγνίτη μπορεί να αφορά και τις πυρηνικές μονάδες, που επίσης η Γερμανία έχει δεσμευτεί να κλείσει μια ώρα αρχύτερα.
Αυτό που ξεκίνησε η Γερμανία, το γενικεύει ο αρμόδιος επίτροπος για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και αντιπρόεδρος της Κομισιόν Φράνς Τίμερμανς.
Μιλώντας την Πέμπτη στο βρετανικό ραδιόφωνο, ο Τίμερμανς είπε ότι οι χώρες που σχεδιάζουν να χρησιμοποιήσουν λιγνίτη ως εναλλακτική λύση στο ρωσικό αέριο θα μπορούσαν να το κάνουν σύμφωνα με τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ. «Δεν υπάρχει κανένα ταμπού σ’ αυτή την έκτακτη κατάσταση», είπε ο Τιμερμανς. «Τα πράγματα έχουν αλλάξει. Η ιστορία έχει πάρει μια πολύ γρήγορη τροπή και πρέπει να αποδεχτούμε αυτήν την ιστορική αλλαγή», πρόσθεσε και εξήγησε το πώς μπορεί να γίνει αυτό με το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα: Την Πολωνία, η οποία από τον περασμένο Οκτώβριο υποτίθεται ότι είναι υποχρεωμένη να πληρώνει πρόστιμο 500.000 ευρώ τη μέρα βάσει της καταδικαστικής απόφασης του Ευρωδικαστηρίου, γιατί συνεχίζει να εξορύσσει και να χρησιμοποιεί λιγνίτη από ορυχεία που έπρεπε να έχουν κλείσει. Ενώ λοιπόν η κυβέρνηση Μοραβιέτσκι δεν έχει πληρώσει ούτε ευρώ πρόστιμο, βγάζοντας εδώ και πέντε μήνες… τη γλώσσα στην Κομισιόν, ο Τίμερμανς τώρα περιγράφει μια ενδιαφέρουσα διέξοδο προς την ολική επαναφορά στον λιγνίτη, έστω και για ένα μεταβατικό διάστημα. «Η Πολωνία και άλλες χώρες έχουν σχέδια να αποσχιστούν από τον λιγνίτη και στη συνέχεια να χρησιμοποιήσουν προσωρινά αέριο πριν μεταβούν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Εάν συνεχίσουν να χρησιμοποιούν λιγνίτη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αλλά στη συνέχεια στραφούν αμέσως σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μπορεί να είναι εντός των παραμέτρων που θέσαμε για την κλιματική πολιτική μας», είπε ο Τίμερμανς.
Εκτός από τον Τίμερμανς, και η Διεθνής Υπηρεσία Ενεργειας (ΙΕΑ) την περασμένη εβδομάδα με ανάλυσή της υπέδειξε στην ΕΕ ότι μπορεί να μειώσει τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία πάνω από 30% τον χρόνο «μέσω αυξημένης χρήσης των ευρωπαϊκών αποθεμάτων λιγνίτη στις μονάδες παραγωγής ρεύματος». Εναλλακτικά, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και πετρέλαιο, αλλά η ΙΕΑ δεν συνιστά αυτή τη λύση, πράγμα λογικό με την τιμή του πάνω από τα 110 δολάρια το βαρέλι.
Στο κίνημα του… λιγνίτη, εκτός από την «πρωτοπόρα» Πολωνία και τη Γερμανία, έχει προσχωρήσει και η Ιταλία, καθώς ο Ντράγκι ήδη προανήγγειλε ότι οι λιγνιτικές μονάδες θα χρειαστεί να ανοίξουν ξανά για να καλύψουν βραχυπρόθεσμα ελλείμματα. Το μόνο πρόβλημα στη Γερμανία είναι ότι ο λιγνίτης δεν είναι η καλύτερη εναλλακτική λύση, καθώς τη μισή ποσότητα την εισάγει από τη Ρωσία.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, μόνο πρόβλημα εξάρτησης από τις εισαγωγές λιγνίτη δεν υπάρχει. Είναι το μόνο καύσιμο που διατίθεται σε επάρκεια, ακόμη και για εξαγωγές. Και για να σταματήσει το… δούλεμα, θυμίζουμε ότι ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο η ΔΕΗ έχει ζητήσει και το αρμόδιο υπουργείο έχει εγκρίνει την παράταση των ωρών λειτουργίας 7 λιγνιτικών μονάδων (Αγ. Δημήτριος 1, 2, 3, 4 και 5, Μελίτη και Μεγαλόπολη 4), που προφανώς θα χρειαστεί να γενικευτεί, βάζοντας πρακτικά στη βαθιά κατάψυξη το πρόγραμμα της απολιγνιτοποίησης τουλάχιστον μέχρι το 2025, αντί του 2023 που είχαν ανακοινώσει κυβέρνηση και ΔΕΗ. Αλλωστε, μια ματιά στο ενεργειακό μίγμα ημερήσιας παραγωγής ρεύματος, αποκαλύπτει ότι ενώ το φυσικό αέριο έχει περιοριστεί στο 52% της ηλεκτροπαραγωγής, η λιγνιτική παραγωγή έχει αυξηθεί μέσα σε ένα μήνα από το 7% στο 17,22%. Και έπεται συνέχεια.
Κέρδη-ρεκόρ γράφουν οι πολυεθνικές του πετρελαίου εν μέσω ενεργειακής κρίσης