Οι τρεις επίδοξοι Γερμανοί συγκυβερνήτες αναγκάστηκαν να προσθέσουν ακόμα ένα ζήτημα ψηλά στην ατζέντα των «εκκρεμοτήτων», που πρέπει να υπερβούν πριν δώσουν οριστικά τα χέρια. Η αναπάντεχη παραίτηση του προέδρου της Μπούντεσμπανκ, Γιενς Βάιντμαν έρχεται σε μια δύσκολη χρονικά συγκυρία, αλλά θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να τους δώσει την ευκαιρία να στείλουν και ένα πολιτικό μήνυμα με την επιλογή του διαδόχου του.
Η απόφαση του Βάιντμαν είναι μια σαφής εκδήλωση της δυσαρέσκειας του απέναντι στην πολιτική του φτηνού χρήματος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της ανησυχίας του για τις πληθωριστικές τάσεις στην Ευρώπη. Ο κορυφαίος Γερμανός τραπεζίτης παρέμενε ωστόσο εκπρόσωπος μιας μειοψηφικής τάσης στην Φρανκφούρτη και δεν είχε διστάσει να το δηλώσει αυτό δημόσια σε κάθε ευκαιρία.
Το ερώτημα είναι αν η παραίτησή του έχει να κάνει με κάποιο «προαίσθημα» για όσα πρόκειται να ακολουθήσουν. Εχει ειπωθεί παλιότερα από τον Ζακ Ντελόρ ότι «δεν πιστεύουν όλοι οι Γερμανοί στο Θεό, αλλά όλοι πιστεύουν στην Μπούντεσμπανκ». Η κεντρική τράπεζα της χώρας αποτελεί διαχρονικά ένα σύμβολο ασφάλειας και σταθερότητας, ο «βράχος» και ο «φάρος» μαζί, ιδιαίτερα για τις μεγαλύτερες ηλικίες που μεγάλωσαν με εφιαλτικές αναμνήσεις από τις συνέπειες του ασυγκράτητου πληθωρισμού και του «μαλακού» νομίσματος.
Γι αυτό το λόγο η συγκεκριμένη θέση είχε πάντα και πολιτικά χαρακτηριστικά. Ιστορική έχει μείνει η παραίτηση του Καρλ Οττο Πελ το 1991, εν μέσω της ευφορίας για την ενοποίηση, ο οποίος είχε διαφωνήσει με τη βιαστική οικονομική και νομισματική επανένωση, που προώθησε με αποκλειστικά πολιτικά κριτήρια ο Χέλμουτ Κολ. Από οικονομικής απόψεως ο Πελ αποδείχτηκε ότι είχε δίκιο, αλλά πολιτικά η επίσημη συγγραφή της ιστορίας δικαίωσε τον τότε Γερμανό καγκελάριο.
Θα επιλέξουν οι Κόκκινοι-Πράσινοι-Κίτρινοι μελλοντικοί συγκυβερνώντες ένα συνεχιστή της πολιτικής της πειθαρχίας ή θα στείλουν ένα σήμα στην Ευρώπη υπέρ μιας πιο χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Υποψήφιοι υπάρχουν αρκετοί και από τις δύο σχολές.
Και σε αυτό το θέμα η λογική λέει ότι η προσέγγιση των Φιλελευθέρων θα είναι πιο σκληρή από εκείνη των Πρασίνων. Ηδη ο Κρίστιαν Λίντνερ εξέφρασε δημόσια την πρώτη προειδοποίηση, ζητώντας ο διάδοχος να είναι και συνεχιστής της ίδιας γραμμής της «νομισματικής σταθερότητας». Ο εν αναμονή καγκελάριος Ολαφ Σολτς έχει σίγουρα κάποια ονόματα στο μυαλό του, από την πλειάδα των συνεργατών του στο Υπουργείο Οικονομικών. Αλλά πιθανότατα να μην ήθελε να ασχοληθεί στην παρούσα φάση με το θέμα.
Τώρα θα πρέπει μέχρι το τέλος του χρόνου να έχει βρει λύση. Η όποια απόφασή του θα στείλει ένα μήνυμα σε ολόκληρη την Ευρώπη και θα είναι ένα ακόμα πιστοποιητικό για τις προτεραιότητες της γερμανικής οικονομικής και νομισμαστικής πολιτικής της Γερμανίας τα επόμενα χρόνια.