Το φυσικό αέριο, που είναι το καύσιμο-κλειδί που βρίσκεται στην καρδιά της ενεργειακής κρίσης την οποία βιώνει η Ευρώπη είναι ένας από τους καθοριστικούς γεωπολιτικούς παράγοντες στην υπόθεση της Ουκρανίας.
Η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας κατηγόρησε ξεκάθαρα τις ΗΠΑ ότι δημιουργούν μια τεχνητή κρίση με στόχο να στόχο να αποτρέψουν τη λειτουργία του αγωγού Nordstream 2 που μπορεί να μεταφέρει φυσικό αέριο απευθείας από τη Ρωσία στην Γερμανία, παρακάμπτοντας την Ουκρανία που είναι σήμερα ο βασικός κόμβος μεταφοράς.
Οι Αμερικανοί ποτέ δεν έκρυψαν την αντίθεσή τους στον Nordstream 2, ενώ αντίθετα οι Ρώσοι τον παρουσιάζουν ως τη λύση στην ενεργειακή κρίση που βιώνει η Ευρώπη, λέγοντας ότι όταν τεθεί σε λειτουργία οι ποσότητες που θα εξαχθούν θα εκτονώσουν τις τιμές του φυσικού αερίου, οι οποίες έχουν αυξηθεί πάνω από 250% σε σχέση με το Γενάρη του 2019, παρασύροντας σε ανάλογη αύξηση και τις τιμές του ηλεκτρικού (πάνω απο 2,5 φορές είναι η αύξηση στην Ελλάδα).
Η Μόσχα έχει διαμηνύσει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους ότι η λειτουργία του Nordstream 2 είναι το «κλειδί» για να ανοίξει τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου ώστε να εκτονωθούν οι πιέσεις στις τιμές, κάτι που χρησιμοποιείται ως επιχείρημα από όσους υποστηρίζουν ότι η ρωσική πλευρά είχε σκόπιμα μειώσει τις εξαγωγές για να ασκήσει πίεση στην Ευρώπη.
Η παράκαμψη της Ουκρανίας
Ο νέος αγωγός παρακάμπτει την Ουκρανία, από την οποία σήμερα διέρχεται το μεγαλύτερο μέρος ρωσικού αερίου και το Κίεβο φοβάται ότι εάν τελικά οι ροές περνούν απευθείας στη Γερμανία, εκτός από την απώλεια σημαντικών εσόδων, ο ρόλος της χώρας ως ενεργειακού κόμβου θα πάψει να είναι κρίσιμος, κάτι που θα την καταστήσει πιο ευάλωτη απέναντι στη Μόσχα -ακόμα και σε εισβολή.
Οι Ρώσοι αντίθετα υποστηρίζουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιούργησε μόνη της το πρόβλημα με το φυσικό αέριο καθώς προχώρησε στην απελευθέρωση της αγοράς και κατάργησε τις μακροχρόνιες συμβάσεις προμήθειας με σταθερές τιμές που υπήρχαν με την ρωσική προμηθεύτρια Gazprom. Το αποτέλεσμα είναι ότι η τιμή του φυσικού αερίου διαμορφώνεται ως χρηματιστηριακό προϊόν ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση.
Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι ούτε ο νέος αγωγός θα λύσει οριστικά το πρόβλημα καθώς χρειάζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναβάθμιση των υποδομών αποθήκευσης, διακίνησης και αποθεματοποίησης, ώστε να είναι λιγότερο ευάλωτη η αγορά σε διακυμάνσεις της τιμής φυσικού αερίου. Το τελευταίο, λόγω χαμηλότερων ρύπων σε σχέση με το πετρέλαιο και το κάρβουνο θεωρείται το καύσιμο μετάβασης που θα επιτρέψει να τηρηθούν οι στόχοι για μειωμένες εκπομπές ρύπων στην ατμόσφαιρα, έως ότου επιτευχθεί η πλήρης «απανθρακοποίηση» με τη μετάβαση στις «πράσινες» Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Το τέλος της καραντίνας έφερε μεγάλη αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου, η οποία επιδεινώθηκε λόγω διαφόρων παραγόντων μεταξύ των οποίων και ο ψυχρός καιρός και η τιμή απογειώθηκε.
Η «πράσινη μετάβαση»
Πολλοί επίσης αποδίδουν την αύξηση και στην λεγόμενη «πράσινη μετάβαση» ή απανθρακοποίηση, την οποία επιδιώκει η Ε.Ε. με ταχύτατους ρυθμούς, χωρίς όμως να είναι ώριμες οι τεχνολογίες και οι επενδύσεις στους τομείς αυτούς. Με τα δεδομένα αυτά πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η μετάβαση σε καθαρότερες μορφές ενέργειας θα έχει κόστος, το οποίο θα εμφανιστεί και στις τιμές των ενεργειακών αγαθών.
Η βιασύνη της Ε.Ε. για την «πράσινη ενέργεια» να φτάσει σε μηδενικές εκπομπές ρύπων το 2050 έχει και γεωπολιτική διάσταση, καθώς η επικράτησή της θα σημάνει και το τέλος της εξάρτησης από τους υδρογονάνθρακες, τους οποίους η Ευρώπη δεν διαθέτει και είναι υποχρεωμένη να εισάγει.
Αποδεικνύεται, όμως, ότι η Ευρώπη δεν είναι έτοιμη για τόσο ταχεία προσαρμογή, καθώς οι τεχνολογίες των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας -κυρίως εκείνες που συνδέονται με την αποθήκευση ενέργειας- δεν είναι ακόμα ώριμες και αρκετά διαδεδομένες και θα χρειαστούν τεράστιες επενδύσεις για τη μετάβαση.
Από την άλλη πλευρά, οι υποδομές για το μεταβατικό καύσιμο-κλειδί όπως είναι το φυσικό αέριο δεν επαρκούν και προ ημερών η Κομισιόν πρότεινε να περιληφθούν και οι επενδύσεις για το φυσικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια ως επιλέξιμες για στήριξη στο μεταβατικό στάδιο, με σκοπό να δημιουργήσει συνθήκες εκτόνωσης των πιέσεων στην αγορά ενέργειας.
Το αμερικανικό LNG
Η συγκυρία αποδείχθηκε ιδανική για να προωθήσουν οι ΗΠΑ τις δικές τους γεωπολιτικές επιδιώξεις, πλασάροντας το δικό τους υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG – Liquified Natural Gas) στην ευρωπαϊκή αγορά.
Πριν από λίγες ημέρες μάλιστα, την περίοδο που τα αγγλοσαξονικά μέσα ενημέρωσης χτυπούσαν τα «τύμπανα του πολέμου» στην Ουκρανία, ΗΠΑ και Κομισιόν πραγματοποίησαν την Ευρω-Αμερικανική Ενεργειακή Διάσκεψη, ενώ Μπάιντεν και Φον Ντερ Λάιεν υπέγραψαν κοινό ανακοινωθέν για την προμήθεια αερίου από τις ΗΠΑ και από άλλους προμηθευτές υπό αμερικανική επιρροή, όπως το Κατάρ και η Αλγερία.
Με άλλα λόγια, το ουκρανικό ζήτημα έχει εκ των πραγμάτων προκαλέσει μια αλλαγή στις ενεργειακές προμήθειες της Ευρώπη, σε βάρος των ρωσικών και προς όφελος των αμερικανικών συμφερόντων και των μεγάλων δυτικών πολυεθνικών (Shell, Chevron, ExxonMobil ) οι οποίες θα πάρουν κάποια μερίδια της Gazprom.
Ασφαλώς, το ενεργειακό είναι μόνο ένα κομμάτι του γεωπολιτικής αντιπαράθεσης που εμφανώς καλλιεργούν οι ΗΠΑ επιδιώκοντας να μειώσουν την αλληλεξάρτηση Ευρώπης και Ρωσίας σε όλα τα επίπεδα και να συσπειρώσουν γύρω από το ΝΑΤΟ τις χώρες της Ε.Ε. οι οποίες υποτίθεται ότι ανιχνεύουν και το έδαφος στον τομέα της κοινής άμυνας.
Είναι πάρα πολλά τα λεφτά της ενέργειας – Ποιος νοιάζεται για την Ουκρανία;
Δημοσκόπηση MARC: Το 82,5% χαρακτηρίζει ως “ανεπαρκή” τα μέτρα για την ακρίβεια