Εναλλακτικούς τρόπους τροφοδοσίας της Ευρώπης με αέριο επιζητούν οι ΗΠΑ, καθώς το ενδεχόμενο ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στην προσφορά ρωσικού αερίου. Η ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας κλιμακώνεται μέρα με τη μέρα, με την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο να απειλούν με προσωπικές κυρώσεις τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν και τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να χαρακτηρίζει πιθανή ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία «τη μεγαλύτερη εισβολή από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Σχολιάζοντας τις αμερικανοβρετανικές απειλές, το Κρεμλίνο δήλωσε πως ενδεχόμενες κυρώσεις κατά του ίδιου του προέδρου Πούτιν θα ήταν πολιτικά καταστροφικές, αλλά όχι επώδυνες.
Με την Ευρώπη να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του πυρός σε έναν ενδεχόμενο πόλεμο κυρώσεων και αντιποίνων που θα μπορούσαν να πλήξουν την προσφορά ρωσικού αερίου, κορυφαίοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν στην Ουάσιγκτον ανέφεραν πως οι ΗΠΑ βρίσκονται σε συζητήσεις με μεγάλες χώρες παραγωγούς ενέργειας και επιχειρήσεις ανά τον κόσμο προκειμένου να καλυφθούν οι ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης, στην περίπτωση πολέμου στην Ουκρανία.
Η Ε.Ε. εξαρτάται για το ένα τρίτο περίπου των προμηθειών της σε αέριο από τη Ρωσία. Ενδεχόμενη διακοπή της ρωσικής παροχής θα επιτείνει την ήδη υπάρχουσα ενεργειακή κρίση και θα προκαλέσει ελλείψεις.
«Εργαζόμαστε προκειμένου να εντοπίσουμε επιπλέον ποσότητες μη ρωσικού φυσικού αερίου από τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή αλλά και τις ΗΠΑ», δήλωσε στους δημοσιογράφους η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τζεν Ψάκι.
«Βρισκόμαστε σε συζητήσεις με μεγάλους παραγωγούς φυσικού αερίου ανά τον κόσμο για να εξετάσουμε την παραγωγική τους δεινότητα και επιθυμία να αυξήσουν προσωρινά την παραγωγή φυσικού αερίου και να δώσουν τις ποσότητες αυτές σε Ευρωπαίους αγοραστές», είπε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου.
Η Ψάκι και άλλοι αξιωματούχοι δεν ανέφεραν συγκεκριμένες χώρες ή εταιρείες, αλλά, όπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ του πρακτορείου Reuters, είπαν ότι οι συνομιλίες αφορούν ένα ευρύ εύρος προμηθευτών, συμπεριλαμβανομένων πωλητών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Μεταξύ των χωρών που ακούγονται ως πιθανοί εναλλακτικοί προμηθευτές ενέργειας της Ευρώπης είναι το Κατάρ, ένας από τους κορυφαίους παραγωγούς υγροποιημένου φυσικού αερίου στον κόσμο. Η παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια και ο εφοδιασμός της Ευρώπης με αέριο θα είναι μάλιστα ένα από τα ζητήματα που θα συζητηθούν στις συνομιλίες που θα έχει ο εμίρης του Κατάρ, σεΐχης Ταμίμ μπιν Χαμάντ αλ-Θάνι, στην πρώτη συνάντησή του τη Δευτέρα με τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στην Ουάσιγκτον.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν συζήτησε το ζήτημα αυτό με τον υπουργό Εξωτερικών του Κατάρ, που έχει κορυφαία θέση στην παραγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου, στη διάρκεια μιας τηλεφωνικής συνομιλίας που έγινε τη Δευτέρα, σύμφωνα με μία πηγή που έχει λάβει γνώση για το ζήτημα αυτό και η οποία μίλησε ανώνυμα.
Η συνάντηση του Ταμίμ με τον Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο θα δώσει μία ευκαιρία στους ηγέτες να συζητήσουν «για τη διασφάλιση της σταθερότητας στις παγκόσμιες ενεργειακές προμήθειες», ανέφερε σε δήλωσή της η υπεύθυνη Τύπου του Λευκού Οίκου, Τζεν Ψάκι.
Κυρώσεις κατά Πούτιν
Ουάσιγκτον και Λονδίνο απειλούν πλέον με προσωπικές κυρώσεις τον ίδιο τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Ερωτηθείς από τους δημοσιογράφους αν βλέπει τον εαυτόν του να επιβάλλει κυρώσεις απευθείας κατά του προέδρου Πούτιν αν η Ρωσία επιτεθεί στην Ουκρανία, ο Μπάιντεν απάντησε κατηγορηματικά: «Ναι, θα το έβλεπα».
Η επιβολή απευθείας αμερικανικών κυρώσεων κατά ξένων ηγετών είναι κάτι σπάνιο, αλλά όχι πρωτοφανές. Μεταξύ των ηγετών στους οποίους έχουν επιβληθεί προσωπικές κυρώσεις περιλαμβάνονται ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νίκολας Μαδούρο, ο Σύρος ηγέτης Μπασάρ αλ-Άσαντ και ο πρώην ηγέτης της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι.
Ο Αμερικανός πρόεδρος είπε ακόμη πως αν η Ρωσία επιτεθεί στην Ουκρανία με τους 100.000 στρατιώτες που εκτιμάται ότι έχει συγκεντρώσει στα σύνορα με τη γειτονική χώρα, θα είναι «η μεγαλύτερη εισβολή από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο» και «θα άλλαζε τον κόσμο».
Το ενδεχόμενο προσωπικών κυρώσεων κατά του προέδρου της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν εξετάζει και το Λονδίνο. «Δεν αποκλείουμε τίποτα», δήλωσε στο Sky η Βρετανίδα υπουργός Εξωτερικών Λιζ Τρας, όταν ρωτήθηκε για την πιθανότητα επιβολής κυρώσεων στον ίδιο τον Πούτιν. «Θα προωθήσουμε νέα νομοθεσία για να καταστήσουμε το καθεστώς μας κυρώσεων πιο αυστηρό, ώστε να μπορούμε να βάλουμε στο στόχαστρο περισσότερες εταιρείες και πρόσωπα στη Ρωσία. Θα το προωθήσουμε τις προσεχείς μέρες. Αυτό δεν το αποκλείω», πρόσθεσε.
Το Κρεμλίνο δήλωσε από την πλευρά του πως οποιαδήποτε δυτική κίνηση για επιβολή κυρώσεων προσωπικά στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν θα είναι πολιτικά καταστροφική, αλλά όχι επώδυνη.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ ανέφερε πως οι Αμερικανοί πολιτικοί, που μιλάνε για ενδεχόμενες προσωπικές κυρώσεις εναντίον του Πούτιν, δεν έχουν αρκετές ειδικές γνώσεις για το θέμα.
Οι ΗΠΑ προειδοποίησαν και τη Λευκορωσία ότι θα αντιμετωπίσει «γρήγορα» και «αυστηρά» αντίποινα, αν επιτρέψει στη Ρωσία να χρησιμοποιήσει το έδαφός της για να επιτεθεί στην Ουκρανία.
Πετρέλαιο: Πάνω από 90 δολάρια
Η τιμή του αργού τύπου brent ξεπέρασε τα 90 δολάρια το βαρέλι για πρώτη φορά από το 2014, καθώς οι επενδυτές ξαναβρήκαν τη χαμένη διάθεση για ενεργητικό ρίσκο εν μέσω της διαρκώς κλιμακούμενης κρίσης στις σχέσεις Ρωσίας – Ουκρανίας. Τα προθεσμιακά συμβόλαια στη Ν. Υόρκη ενισχύθηκαν κατά 2,6% την ώρα που ανακοινώθηκε ότι τα αποθέματα στις ΗΠΑ μειώθηκαν για τρίτη διαδοχική εβδομάδα.
62 δισ. ευρώ έχασε το ρωσικό χρηματιστήριο
Κατά 5,5 τρισ. ρούβλια (62 δισ. ευρώ) μειώθηκε η κεφαλαιοποίηση του ρωσικού χρηματιστηρίου σε τρεις μόλις μήνες, λόγω της έντασης στις σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση για το ζήτημα της Ουκρανίας. Τα πρόσφατα σενάρια πολέμου έχουν προκαλέσει μαζικό ξεπούλημα ρωσικών αξιών τις τελευταίες εβδομάδες, με το ρούβλι να υποχωρεί στο χαμηλό 14 μηνών και τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων να εκτινάσσονται παρά τα ισχυρά θεμελιώδη οικονομικά δεδομένα.
«Στροφή» μεγάλων ομίλων κοινής ωφέλειας στα ομόλογα
«Έφοδο» στην αγορά ομολόγων κάνουν το τελευταίο διάστημα οι μεγάλοι όμιλοι κοινής ωφέλειας της Ευρώπης, καθώς η ενεργειακή κρίση αφήνει ένα ακόμη παράπλευρο αποτύπωμα στην αγορά: Απειλεί να μειώσει δραματικά τα περιθώρια κέρδους των μεγάλων ενεργειακών παρόχων λόγω των πλαφόν που θέτουν οι κυβερνήσεις στις τιμές λιανικής και αυξάνει κατακόρυφα τις ανάγκες τους για ρευστότητα.
Η προοπτική της αύξησης του κόστους δανεισμού κάνει ακόμη πιο επείγουσες τις ανάγκες αυτές και μόνο μέσα στον Ιανουάριο οι ενεργειακοί όμιλοι, από την ιταλική Enel έως τη γερμανική E.On, έχουν αντλήσει από την αγορά 9,1 δισ. ευρώ – το υψηλότερο ποσό που έχει καταγραφεί για το συγκεκριμένο διάστημα από το 2014. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg, στις επιχειρήσεις του κλάδου της κοινής ωφέλειας αντιστοιχεί το ένα τρίτο των συνολικών επιχειρηματικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί στην Ευρώπη από τις αρχές της χρονιάς, ενώ οι εκδόσεις του κλάδου είναι αυξημένες κατά 53% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2021.
Ένας από τους βασικούς λόγους που οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας σπεύδουν να ζητήσουν τώρα ρευστό από την αγορά είναι ότι προσπαθούν να προλάβουν την -δεδομένη- περαιτέρω αύξηση του κόστους δανεισμού που θα έρθει μαζί με τις αυξήσεις επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών. Παράλληλα, επιχειρούν να χτίσουν θέσεις άμυνας, καθώς ο ενεργειακός ίλιγγος οδηγεί τη μία μετά την άλλη τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να θέτουν πλαφόν στις τιμές λιανικής – ήτοι, ο κλάδος της κοινής ωφέλειας δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να μετακυλίσει σημαντικό μέρος της αύξησης του ενεργειακού κόστους στην κατανάλωση.
Η προοπτική περαιτέρω κυβερνητικών παρεμβάσεων έχει ήδη αυξήσει το κόστος δανεισμού για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, ανεβάζοντάς το στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 18 μηνών.
Η μέση απόδοση των ομολόγων των παρόχων αερίου, ρεύματος και νερού ανέβηκε την περασμένη εβδομάδα έως το 1,177%.