Δυσκολίες αντιμετωπίζει τις τελευταίες ημέρες η κυβέρνηση σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, καθώς στην μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί, από τον Ερντογάν, ήρθε να προστεθεί και η επίσκεψη του Αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα στην Αθήνα. Κερασάκι στην τούρτα, αλλά όχι κεραυνός εν αιθρία, και η συντριπτική νίκη του εθνικιστικού VMRO στη Βόρεια Μακεδονία.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης απαίτησαν εξαρχής μια άμεση απάντηση της κυβέρνησης στην ενέργεια του Ερντογάν, καθώς αυτή έγινε παραμονές της επίσκεψης του πρωθυπουργού στην Άγκυρα και της συνάντησής του με τον τούρκο πρόεδρο. Η καθυστερημένη, λόγω και του Πάσχα, τοποθέτηση του πρωθυπουργού κρίθηκε μάλλον «χλιαρή» από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία εστίασαν στην έλλειψη κινήσεων αποτροπής της νέας τουρκικής πρόκλησης από την Διακήρυξη των Αθηνών τον περασμένο Δεκέμβριο.
Λίγες ημέρες άλλωστε πριν την μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί βρέθηκε στην Τουρκία ο υφυπουργός Οικονομικής Διπλωματίας και Εξωστρέφειας, Κώστας Φραγκογιάννης, ο οποίος διαχειρίζεται την λεγόμενη «θετική ατζέντα». Παραμονές δε της φιέστας Ερντογάν την Κωνσταντινούπολη επισκέφθηκε και η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη.
Πονοκέφαλο στην κυβέρνηση προκάλεσε και η ανακοίνωση της επίσκεψης Ράμα στην Αθήνα (θα μιλήσει την Κυριακή σε εκδήλωση), την ώρα που ο εκλεγμένος δήμαρχος Χειμάρρας παραμένει, αν όχι παράνομα τουλάχιστον παράτυπα, στην φυλακή και ενώ η Κομισιόν χαρακτηρίζει την υπόθεσή του (του Μπελέρη) «διμερές θέμα».
Η κυβέρνηση δέχθηκε και για αυτήν την εξέλιξη τα πυρά όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, ερωτηθείς σχετικά, επιβεβαίωσε ότι η Αθήνα ενημερώθηκε την Τρίτη 7 Μαΐου για την επίσκεψη Ράμα , αλλά δεν έχει καμία ενημέρωση για τον τόπο τέλεσης της εκδήλωσης. Η κυβέρνηση χαρακτήρισε την επίσκεψη ιδιωτική, απάντησε πάντως στην Κομισιόν, μέσω του εκπροσώπου της, ότι το ζήτημα Μπελέρη «δεν είναι διμερές, αλλά ζήτημα κράτους δικαίου, τεκμηρίου αθωότητας και ανάγκης δίκαιης δίκης έστω σε δεύτερο βαθμό».
Τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα για την κυβέρνηση στο διπλωματικό πεδίο μετά την συντριπτική νίκη του εθνικιστικού VMRO στη Βόρεια Μακεδονία στις εκλογές (προεδρικές και βουλευτικές) την Τετάρτη. Η εξέλιξη αυτή, αν και από πολλούς αναμενόμενη, δημιουργεί νέα δεδομένα σε ό,τι αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Η νέα πρόεδρος Γκορντάνα Σιλιανόφσκα είπε μεν ότι σέβεται τον όρο «Βόρεια», αλλά δεν θα τον χρησιμοποιεί και όταν μιλάει θα συνεχίσει να αναφέρεται σε «Μακεδονία και μακεδονικός». Η ίδια έχει πει άλλωστε, πολλές φορές, όπως και ο νικητής των βουλευτικών εκλογών, ο ηγέτης του VMRO, Χρίστιαν Μίτσοσκι, ότι το θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών παραμένει ανοιχτό.
Τα μηνύματα που έρχονται από τα Σκόπια, σε ό,τι αφορά τη Συμφωνία, είναι τουλάχιστον προβληματικά, ενώ την ίδια ώρα στην Αθήνα είναι εμφανής η αμηχανία. Αυτή η αμηχανία ήταν έκδηλη και στις απαντήσεις που έδωσε χθες ο Παύλος Μαρινάκης, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, όπου μετά από πίεση των δημοσιογράφων είπε: «η ΝΔ ως αντιπολίτευση είχε μία συνεπή, καθαρή και απολύτως ορθά διατυπωμένη στάση. Είχαμε εκφράσει επιφυλάξεις και αντιρρήσεις, κάνοντας χρήση όλων των θεσμικών κοινοβουλευτικών εργαλείων ως αντιπολίτευση. Όπως όμως είχε επισημάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη στιγμή που αυτή η συμφωνία αποτελεί απόφαση του ελληνικού Κοινοβουλίου, αποτελεί και μία δέσμευση η οποία με βάση τη συνέχεια του κράτους θα ακολουθεί και τις επόμενες κυβερνήσεις. Εμείς το σεβόμαστε. Είναι μία διεθνής συνθήκη που έχει κυρωθεί. Υπερισχύει από κάθε άλλη διάταξη και αυτό περιμένουμε να γίνει σεβαστό και από την άλλη πλευρά».
Σημειώνεται ότι η ΝΔ, ως αντιπολίτευση, πολέμησε τη Συμφωνία, την «αποδέχθηκε» στο πλαίσιο της «κρατικής συνέχειας», αλλά δεν προχώρησε στην κύρωση των Πρωτοκόλλων, φοβούμενη,προφανώς, τις αντιδράσεις των «Σαμαρικών» βουλευτών της. Διπλωματικές πηγές ανέφεραν πριν μερικούς μήνες ότι αυτό θα γίνει «σύντομα». Πόσο εφικτό μπορεί να είναι όμως να έρθουν τώρα τα Πρωτόκολλα προς ψήφιση, όταν είναι ορατό πλέον το ενδεχόμενο αναθεωρητικών κινήσεων από τα Σκόπια;