«Με το δημοσίευμα το οποίο όπως περιέγραψε ο συντάκτης του, ο κ. Λαμπρόπουλος, το βράδυ του δελτίου στο MEGA, θέτει ερωτήματα για την επικοινωνιακή συγκάλυψη, όπως λέει, του ανθρώπινου λάθους. ‘Αρα, ερχόμαστε έναν χρόνο μετά και τίθεται, εμμέσως εγώ θα πω, αλλά ξεκάθαρα από ένα δημοσίευμα, εν αμφισβήτηση κάτι στο οποίο συνομολογούν όλοι, ακόμη κι αυτοί οι οποίοι είναι πιο σκληροί επικριτές του ζητήματος αυτού: Τη συνδρομή του ανθρώπινου λάθους, πέραν των υπόλοιπων που ερευνά η δικαιοσύνη. Τι λέει, λοιπόν, το θέμα αυτό; Λέει ότι το βράδυ της επομένης του τραγικού δυστυχήματος, κάποια sites δημοσιεύουν μια σειρά από συνομιλίες, μια εκ των οποίων δημοσιεύεται είτε συραμμένη, είτε κομμένη, είτε μισή, είτε οτιδήποτε. Μάλιστα. Δεδομένο πρώτο, για να πάμε και στην ουσία: Το μεσημέρι της μέρας αυτής, ώρες, δηλαδή, πριν τη δημοσιοποίηση αυτών των συνομιλιών από sites, έχει έρθει και έχει ομολογήσει ο σταθμάρχης. Την είδηση αυτή, μάλιστα, την έχει αποκαλύψει και ο κ. Λαμπρόπουλος και πολλοί άλλοι ρεπόρτερ που έκαναν τη δουλειά τους. ‘Αρα, λύθηκε με την ομολογία του ιδίου το ζήτημα του ανθρώπινου λάθους, του ανθρώπινου παράγοντα, της συνδρομής, τέλος πάντων, του ιδίου σε αυτό το τραγικό δυστύχημα. Ένα δεδομένο είναι αυτό. Δεύτερο δεδομένο: ‘Αρα ουσιαστικά τι μας λένε; Θέλουν να κάνουν επικοινωνιακή συγκάλυψη κάποιοι για κάτι που έχει λυθεί λίγες ώρες πριν με ομολογία. Ένα το κρατούμενο. Δεύτερο κρατούμενο: Είναι η μόνη συνομιλία η επίμαχη συνομιλία που δήθεν κάποιοι επί σκοπώ μόνταραν για να παραπλανήσουν την κοινή γνώμη, ενώ υπάρχει ομολογία; Η απάντηση είναι όχι. Υπήρξαν και άλλες συνομιλίες, οι οποίες εμφανίστηκαν από την αρχή μέχρι το τέλος, χωρίς να υπάρχει στη συνέχεια ανασκευή ότι ήταν προβληματικές. ‘Αρα, και αυτή η συνομιλία -αλλά ας πούμε ότι αυτή η συνομιλία είναι η προβληματική, στην αρχή, γιατί θα μιλήσουμε τι έγινε στη συνέχεια, βάλατε και το βίντεο- αλλά όλες οι υπόλοιπες συνομιλίες συν την ομολογία, συνηγορούν στο ανθρώπινο λάθος» ανέφερε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ 100,3 FM και τον δημοσιογράφο ‘Αρη Πορτοσάλτε.
«Ενώ, λοιπόν, υπάρχει ομολογία, ενώ υπάρχουν κι άλλες συνομιλίες, ενώ την επόμενη μέρα η αστυνομία που έχει το καθήκον και κανείς δεν το αμφισβητεί, πηγαίνει στη δικαιοσύνη το πλήρες των συνομιλιών, άρα δεν τίθεται ζήτημα αλλοίωσης της δικαστικής έρευνας. Ένας, δηλαδή, που θέλει να κάνει κάτι, πώς το κάνει, ενώ ξέρει ότι τα πάντα έχουν πάει σωστά στη δικαιοσύνη; Το συνηγορούν όλοι αυτό, ακόμη και αυτοί που γράφουν το συκοφαντικό δημοσίευμα. Προσέξτε, συνεχίζω: Και την επόμενη αυτής, τη μεθεπόμενη και την επόμενη, δηλαδή, από τη μέρα που πάνε στην αστυνομία, 03/03, ακόμη και τα sites που έβαλαν αυτές τις συνομιλίες και η δημόσια ΕΡΤ, όπως το ηχητικό που παίξατε, λένε ότι «παιδιά, μη μπερδεύεστε, σε αυτή τη συνομιλία υπάρχει και ένας άλλος μηχανοδηγός. Αυτή η συνομιλία, λοιπόν, δεν αφορά το μοιραίο τρένο και το τραγικό δυστύχημα, αφορά μια άλλη». Δηλαδή, κατηγορούν κάποιοι την κυβέρνηση, προφανώς, φαντάζομαι, δεν ξέρω, αλλά αυτό καταλαβαίνω εμμέσως με λάσπη που πετάνε, ότι προσπαθεί να χτίσει μια μονταζιέρα επηρεασμού της κοινής γνώμης, ενώ υπάρχει ομολογία, υπάρχουν πολλές άλλες συνομιλίες, έχει στείλει η αστυνομία στη δικαιοσύνη το σύνολο ακέραιων των συνομιλιών και η δημόσια τηλεόραση την επόμενη μέρα ξεκαθαρίζει στο κοινό την πραγματικότητα και για αυτή τη συνομιλία. Προσέξτε: Γίνεται, λοιπόν, όλο αυτό, βγαίνει αυτό το δημοσίευμα -για να καταλάβουμε τι σημαίνει αρχή, μέση και τέλος της ιστορίας- και έρχεται λίγες ώρες μετά ο Πρόεδρος του τρίτου στη τάξη κοινοβουλευτικού κόμματος, ο κ. Ανδρουλάκης, ως πρόθυμος θα πω εγώ κι ο νοών νοείτω και καταθέτει πρόταση δυσπιστίας» πρόσθεσε.
Επισήμανε ότι είναι ένα πολύ μεγάλο ζήτημα συνολικά το ζήτημα του να προβάλλονται στοιχεία υποθέσεων και δικογραφιών από δημοσιογράφους και, μάλιστα, πολλούς ρεπόρτερ, αστυνομικούς, δικαστικούς, που κάποιες φορές καταγγέλλουν τέτοιες διαρροές πριν καλά – καλά πάνε στη δικαιοσύνη, ή πριν καλά – καλά τα εξετάσει η δικαιοσύνη. «Αυτό είναι ένα θέμα, που δεν νομίζω ότι το ανακαλύψαμε το Σάββατο πριν την 25η Μαρτίου» σημείωσε.
Επίσης υπογράμμισε ότι ανασύρθηκε ένα λυμένο ως προς την ουσία του για την υπόθεση, όχι ως προς το σκέλος της διερεύνησης των διαρροών, θέμα, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν παραπέμπει ούτε σε αλλοίωση της διερεύνησης της υπόθεσης ούτε σε προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης, για ένα θέμα το οποίο η κοινή γνώμη είχε ενημερωθεί για ομολογία. «Ανασύρθηκε, ξαναζεστάθηκε ένα «φαγητό» έναν χρόνο μετά για να γίνει μια προσπάθεια μετατροπής ενός ζητήματος λυμένου, ως προς το σκέλος της διερεύνησης διαρροής δεδομένων, που δεν επηρεάζει την ουσία της υπόθεσης, ούτε επικοινωνιακά ούτε ποινικά, για να παρουσιαστεί ως ένα ακόμα ζήτημα στο ευρύτερο αφήγημα στο πλαίσιο τυμβωρυχίας, αφήγημα συγκάλυψης» συμπλήρωσε.
Επιπλέον σημείωσε ότι είναι ένα «φως-φανάρι» θέμα που προσπαθεί να δημιουργήσει εντυπώσεις στην κοινή γνώμη. «Ποιος είναι ο σκοπός όλης αυτής της ιστορίας; Ο σκοπός όλης αυτής της ιστορίας δεν είναι η ερευνητική δημοσιογραφία, γιατί όλοι ξέρουν ότι το θέμα αυτό έχει λυθεί έναν χρόνο πριν. Ο σκοπός, λοιπόν, είναι να βάλουμε άλλο ένα αφήγημα περί συγκάλυψης. Αυτό το πράγμα, για μένα, είναι επικίνδυνο. Δεν μιλάμε για μια υπόθεση οικονομική, μιλάμε για μια υπόθεση που έχει αρχή-αφετηρία τον θάνατο 57 ανθρώπων» τόνισε.
«Μιλάμε για μία επαναφορά ενός θέματος, έναν χρόνο μετά, με απώτερο σκοπό να δημιουργηθεί άλλο ένα ζήτημα αμφισβήτησης της δικαστικής διερεύνησης και να θεωρεί ο κόσμος ότι η κυβέρνηση πάει να κάνει κάτι. Σωστά; Αυτό, λοιπόν, δεν μπορεί να πιστέψει κανένας λογικός άνθρωπος ότι έγινε άθελα, ότι το έκαναν άθελά τους. Δεν μπορεί να πιστέψει κανείς ότι αυτό τους ξέφυγε» συμπλήρωσε.
Σε ερώτηση για το εάν η κυβέρνηση εξακολουθεί να καλύπτει τον πρώην υπουργό είπε «Η κυβέρνηση δεν παρέχει καμία κάλυψη σε κανέναν. Η κυβέρνηση, όπως κάθε κυβέρνηση που αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα και την ευθύνη του ρόλου της, θέλει για ένα τόσο τραγικό δυστύχημα, που χάθηκαν τόσο άδικα 57 συνάνθρωποί μας, να χυθεί άπλετο φως και η δικαιοσύνη όπως έχει κάνει -για μένα και ως άνθρωπος που ασχολείται με το Ποινικό Δίκαιο- με πρωτοφανείς χρόνους και έτσι έπρεπε να κάνει και να συνεχίσει να κάνει αντικειμενικά και αμερόληπτα τη δουλειά της. Να κάνει ήσυχα τη δουλειά της αντικειμενικά. Γιατί; Γιατί αυτό είναι το πιο σημαντικό, να ερευνηθούν όλες οι πτυχές. Να γίνουν όσες πραγματογνωμοσύνες. Και δεύτερη πραγματογνωμοσύνη, να μην αφεθεί κανένα ερωτηματικό για τους ανθρώπους αυτούς».
Επιπλέον τόνισε ότι όταν μιλάμε για ενδεχόμενη τέλεση ποινικών αδικημάτων χρειάζεται διατύπωση γραπτώς αυτών των ενδεχόμενων κατηγοριών με συγκεκριμένη λογική. «Δηλαδή, ποια είναι η διάταξη; Πώς και για ποιον λόγο κάποιος υπέπεσε σε συγκεκριμένο παράπτωμα, αδίκημα, έγκλημα; Για να συνεννοούμαστε, έτσι; Και να έρθει, λοιπόν, τότε η κακιά δήθεν κυβέρνηση που συγκαλύπτει τον οποιονδήποτε με κάποιον τρόπο σε μία διαδικασία, οπουδήποτε και να αρνηθεί οτιδήποτε. Βάζουμε το κάρο μπροστά από το άλογο. Μιλάνε για συγκάλυψη γιατί είναι μία λέξη η οποία στα αυτιά πονεμένων ανθρώπων και μιας κοινωνίας η οποία θέλει δικαιοσύνη, ακούγεται πολύ σημαντική» είπε.