Τα περιστατικά που συνέβησαν στη σουίτα του πολυτελούς ξενοδοχείου της Θεσσαλονίκης περιέγραψε με συνέντευξή της στο zougla.gr η νεαρή κοπέλα που κατήγγειλε τον βιασμό της. Με μεγάλο θάρρος και χωρίς να κρύβεται η 24χρονη Γεωργία ανέφερε ότι στο πάρτι πήγε μετά από πρόσκληση του Μάνου Παπαδόπουλου με τον οποίο γνωρίζεται «δύο-τρία χρόνια», αρχικά ως πελάτισσα σε καφέ-μπαρ της Θεσσαλονίκης που σύχναζε και στη συνεχεία, ως φίλη.
«Με τον συγκεκριμένο άνθρωπο δεν είχαμε βγει ποτέ, αλλά τον εμπιστευόμουν λόγω της καφετέριας, μας πρόσεχε, μας συμπεριφερόταν σωστά και θεώρησα ότι μπορούσαμε να είμαστε και φίλοι», είπε.
Πρόσθεσε ότι ο 27χρονος την είχε προσκαλέσει και στο παρελθόν σε πάρτι και είχε πάει χωρίς να παρατηρήσει κάτι περίεργο και γι’ αυτό το λόγο τον εμπιστευόταν.
Όσον αφορά στο πάρτι που έγινε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, υποστήριξε ότι ο Παπαδόπουλος την είδε στο καφέ «Αχίλλειον» και την προσκάλεσε λέγοντάς της: «Πάρε μια φίλη σου να έρθεις».
Εκείνη αποφάσισε να πάει με μία 17χρονη φίλη της γιατί θεώρησε ότι θα ήταν προσβολή να μην πάει. Η 24χρονη είχε ήδη πιει αλκοόλ καθώς πριν βρισκόταν στο σπίτι του εργοδότη της για την αλλαγή του χρόνου. Σύμφωνα με όσα ισχυρίστηκε η κοπέλα, όταν ο νεαρός διαπίστωσε ότι θα πήγαινε στο ξενοδοχείο της είπε « Θα πεις έναν αριθμό στη ρεσεψιόν και θα έρθεις σε ένα άλλο δωμάτιο. Ούτε αναρωτήθηκα, ούτε τίποτα και έτσι και έκανα».
Εκεί τα άτομα ήταν πολλά άλλα, όπως τόνισε, «δεν είχε την αντίληψη» να καταλάβει ούτε τον αριθμό των παρευρισκόμενων ούτε τι έκαναν, σε αντίθεση με τη φίλη της.
«Υπήρχαν γύρω στα 15 με 17 άτομα και υπήρχαν και άλλες κοπέλες. Ήταν περισσότερες οι κοπέλες, λιγότεροι οι άνδρες. Δεν συστηθήκαμε με κανέναν. Δεν γνώριζα κάποιον εκτός από τον Μάνο και ακόμα ένα παιδί, το οποίο ήρθε να γνωριστούμε μέσω μιας γνωστής μου που βρήκαμε στο πάρτι. Ήμασταν μόνες μας, τρία κορίτσια σε μια γωνία και αποφασίσαμε να απέχουμε από όλο αυτό. Ήταν φανερό πως δεν ήμασταν και ευχαριστημένες με το πάρτι και είπαμε να καθίσουμε μισή με μια ώρα, να πιούμε ένα ποτό και να φύγουμε».
Η 24χρονη ήπιε δύο ποτήρια σαμπάνιας δικής της επιλογής, αφού τα έβαλε εκείνη και σημείωσε πως της έφεραν ακόμα ένα, που αν και δεν το είχε βάλει εκείνη, το ήπιε. Μετά από αυτό «έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της».
Η 17χρονη φίλη της κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και έτσι αποφάσισαν να φύγουν. Όπως είπε η Γεωργία τον μόνο που χαιρέτησαν, ήταν «ο άνθρωπος που μας κάλεσε στο πάρτι, δηλαδή ο Μάνος».
Οταν βγήκε από το ξενοδοχείο, οι φίλες της έφυγαν και εκείνη προσπαθούσε να βρει το αυτοκίνητό της χωρίς να τα καταφέρει. Τότε επικοινώνησε με τον Μάνο Παπαδόπουλο ο οποίος της είπε να επιστρέψει στο ξενοδοχείο για να μπορέσει να τη βοηθήσει μιας και εκείνη δεν ήταν σε θέση ούτε να οδηγήσει ούτε καν να αρχίζει να ψάχνει ταξί, ενώ δεν ήθελε να μιλήσει με κάποιον άλλον για να μην ανησυχήσει τους δικούς της ανθρώπους.
Η 24χρονη, στη συνέχεια έκλεισε ένα δωμάτιο, τον αριθμό του οποίου δεν θυμάται, γιατί το μόνο που την ενδιέφερε, ήταν «να πάει να ξαπλώσει εφόσον χανόταν η συνείδησή της».
Την ώρα που πήγαινε στο δωμάτιο, ο Μάνος επικοινώνησε μαζί της και τον ενημέρωσε πως «θα κοιμόταν σε ένα δωμάτιο που είχε κλείσει και είχε πληρώσει».
Μετά τον Μάνο της τηλεφώνησε, όπως είπε, ακόμα ένας αριθμός. Την επόμενη ημέρα μετά την καταγγελία της στην Αστυνομία έμαθε πως αυτό έγινε «από τον βιαστή της, από το άτομο που παραδέχθηκε την πράξη του, έναν από τους πολλούς».
Όπως υποστήριξε τον άνδρα αυτόν δεν τον γνώριζε «ούτε καν ονομαστικά».
Ανεβαίνοντας στο δωμάτιο που είχε κλείσει η 24χρονη συναντήθηκε με τρεις άνδρες στο διάδρομο του ξενοδοχείου, οι οποίοι προσπάθησαν να την πείσουν, να αφήσει το δωμάτιο που είχε κλείσει και να πάει να κοιμηθεί σε ένα άλλο.
Εκεί ξεκίνησε ο εφιάλτης για τη νεαρή Γεωργία : «Στο δωμάτιο θυμάμαι δύο άτομα, έχω εικόνα από αυτήν την κατάσταση, από τον έναν άνθρωπο τη στιγμή που πάει να ξεκουμπώσει το παντελόνι του, ήταν από πάνω μου και εγώ είμαι στο κρεβάτι. Δεν θυμάμαι τίποτε άλλο, δεν θυμάμαι ούτε εγώ να αφαίρεσα κάτι, δεν θυμάμαι καμία απολύτως λειτουργικότητα, δεν είχα καμία απολύτως συνείδηση. Για κάτι τέτοιο δεν υπήρχε περίπτωση να συναινούσα ποτέ, αλλά δεν είχα και τη δύναμη να το αποτρέψω. Αυτό το θυμάμαι πολύ καλά, δεν είχα τη δύναμη να το αποτρέψω».
To επόμενο πρωί, ξύπνησε κατά τις έντεκα παρά και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πιάσει το κινητό της. Δέχθηκε τηλεφώνημα από τον Μάνο που την είχε προσκαλέσει στο πάρτι, ο οποίος της είπε, όπως λέει «να πάρει τα πράγματά της και να πάει στο μέρος όπου βρισκόταν αυτός για να ξεκουραστεί».
«Δεν είχα κανένα έλεγχο όταν ξύπνησα, η μνήμη μου σταμάτησε τη στιγμή που έκλεισα το δωμάτιο, το πλήρωσα και πήγαινα σ’ αυτό.Έτσι όπως σηκώθηκα, είδα κάτω το εσώρουχό μου, δεν μπορούσα να το πιστέψω δηλαδή το ότι έβλεπα κάτι που δεν θυμάμαι να το έβγαλα. Ήμουν αδιάθετη και δεν μπορούσε να πάει το μυαλό μου τι συνέβη. Καθώς γύρισα στο δωμάτιο, είδα ανδρικά ρούχα, κάλτσες, μια βαλίτσα, κάτι χάπια. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να είμαι σε μια σουίτα, γιατί δεν το επέλεξα. Κανένας άλλος δεν ήταν στο δωμάτιο, τότε άρχισα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πήγαινε καλά», ανέφερε.
Οσον αφορά τον λόγο που δημοσιοποίησε τα όσα συνέβησαν παρά τις απειλές που δέχεται η κοπέλα υποστήριξε: «Προσπαθώ να βρω μια δικαίωση σε αυτό. Θέλω όποια κοπέλα ήταν σε εκείνο το πάρτι, εκείνη τη βραδιά, να μιλήσει, να πει ότι αυτός ο άνθρωπος, ο Μάνος, ήταν στο πάρτι γιατί ισχυρίζεται ότι δεν ήταν και να πουν ότι ήταν καλεσμένες από αυτόν τον άνθρωπο γιατί έχω μάθει ότι όσες κοπέλες πήγαιναν στα πάρτι, της καλεί ο συγκεκριμένος, αλλά και η ομάδα αυτή».
«Θεωρώ ότι υπάρχει μια ομάδα που προσπαθεί με έναν τρόπο να εκμεταλλεύεται ή να οδηγεί σε αυτή την κατάσταση κορίτσια ευάλωτα είτε κορίτσια που θέλουν να βγουν και να βγουν, να πάνε στο μαγαζί τους και έχουν μια γνωριμία μαζί χωρίς, όμως, να σημαίνει ότι θέλουν ή συναινούν σε κάτι άλλο», είπε η 24χρονη.
«Δεν πήγα στο πάρτι για να βιαστώ», τονίζει.
Οσο για τους λόγους για τους οποίους πήγε στο πάρτι εξήγησε ότι δεν μπορούσε να διαχειριστεί πως εκείνη την ιδιαίτερη ημέρα, δηλαδή την Πρωτοχρονιά, μιας και «όλοι ήταν με τις οικογένειές τους», και εκείνη δεν είχε την δικιά της, θα επέστρεφε μόνη της σπίτι.
Παραδέχθηκε επίσης πως η 17χρονη φίλη της προσπάθησε να την αποτρέψει τόσο από το να πάνε στο πάρτι όσο και από το να πιει περισσότερο.
Σύμφωνα με την 24χρονη την επόμενη ημέρα, ο εργοδότης της, μαζί με έναν φίλο του, την παρέλαβαν από το ξενοδοχείο σε μια κατάσταση στην οποία «ήταν εμφανώς κακοποιημένη», όπως λέει.
«Δεν ήξερα τι να κάνω και πήρα τηλέφωνο έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να με βοηθήσει. Ντρεπόμουν εκείνη τη στιγμή ντράπηκα γιατί συνειδητοποίησα το τι μπορεί να έχει συμβεί, ότι έπεσα και εγώ θύμα βιασμού, χωρίς τη συναίνεσή μου. Παίρνω αυτό τον άνθρωπο να με βοηθήσει», είπε η κοπέλα. Σε ερώτηση του δημοσιογράφου αν είχε κάποια σημάδια πάνω της ανέφερε ότι «Δεν ήθελα να δω καθόλου ούτε το σώμα μου, ούτε τίποτα δεν ήθελα να ξέρω εκείνη τη στιγμή. Ήθελα κάποιον να με βοηθήσει. Τον άνθρωπο που εμπιστεύτηκα ήταν ο εργοδότης μου».
Στην αρχή της συνέντευξης περιέγραψε τις τραγικές απώλειες που βίωσε μα τους θανάτους των γονιών και του συντρόφου της.
«Γενικά, η ζωή μου όλα τα χρόνια κυλούσε ομαλά με την οικογένειά μου. Ξαφνικά υπήρξαν κάποια προβλήματα, τα οποία ξεκίνησαν με το αγόρι μου. Είχα σχέση για πεντέμισι χρόνια μαζί του και, δυστυχώς, ανακαλύψαμε ότι είχε την ανίατη ασθένεια, την οποία και παλέψαμε για ενάμιση χρόνο. Παράλληλα, η μητέρα μου είχε μια χρόνια πάθηση με την καρδιά της και πάλευε για τη ζωή της, χωρίς να θέλει να το δείξει για να μην υπάρξει μεγαλύτερη στενοχώρια. Ο θάνατός της ήταν αιφνίδιος. Έχασα και τον πατέρα μου ξαφνικά από ένα τροχαίο. Προσπάθησα να το ξεπεράσω, να σταθώ δυνατή, να συνεχίσω τη ζωή μου. Δυστυχώς, κατέληξε και το αγόρι μου ύστερα οπό έναν χρόνο, με τον οποίο προσπαθήσαμε πάρα πολύ και ήταν και αυτό κάτι τρανταχτό για τη ζωή μου. Έπειτα χάνω και τη μητέρα μου ύστερα από 40 ημέρες», είπε συγκεκριμένα.
Διαβάστε επίσης:
Μενδώνη: Ακύρωσε χορηγία από εμπλεκόμενο στον βιασμό της 24χρονης μετά από αντιδράσεις
Στη φόρα επιχειρήσεις που παραβιάζουν τα μέτρα για τον κορωνοϊό – Τροπολογία στη βουλή