Επιτάχυνση των πλειστηριασμών, καθώς και θεσμικών παρεμβάσεων σε τομείς όπως η Δικαιοσύνη είναι τα θέματα στα οποία θα εστιάσουν τις πιέσεις τους το επόμενο διάστημα οι Βρυξέλλες στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, αλλά και των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης που συνδέονται με τις λεγόμενες μεταρρυθμίσεις.
Η ανησυχία που εκφράζεται από τα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, αφορά στην αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς από την αποδοτικότητα των δράσεων θα εξαρτηθεί συνολικά και η επιτυχία των «ευρωομολόγων» που θα εκδώσει η Ε.Ε. για να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις.
Οι πλουσιότερες χώρες της Ε.Ε. κυρίως οι λεγόμενες «φειδωλές» (Ολλανδία, Αυστρία, Δανία και Σουηδία) επέμεναν στην σύνδεση των χρηματοδοτήσεων με τις λεγόμενες μεταρρυθμίσεις, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των κονδυλίων, και να μην τρωθεί η αξιοπιστία των «ευρωομολόγων» που θα εκδοθούν για τη χρηματοδότηση του προγράμματος.
Το ζήτημα δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά ευρύτερα τις χώρες του Νότου οι οποίες θα απορροφήσουν αναλογικά τα μεγαλύτερα κονδύλια, και δεν έχει μόνο οικονομική αλλά και πολιτική διάσταση.
«Πολιτική σταθερότητα»
Είναι ενδεικτικό ότι πηγές με γνώση του παρασκηνίου έλεγαν ότι στις Βρυξέλλες έχει τεθεί και το ερώτημα της πολιτικής σταθερότητας και της αποδοτικότητας των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης στην Ιταλία στην περίπτωση που ο πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι -ο οποίος θεωρείται «εγγύηση» λόγω του αυξημένου ευρωπαϊκού κύρους του- τελικά μεταπηδήσει στην προεδρία της χώρας.
Το επόμενο διάστημα -που παράλληλα θα εξελίσσονται και οι συζητήσεις για την αναμόρφωση του Συμφώνου Σταθερότητας στα συμβούλια υπουργών Οικονομικών (eurogroup) με ενστάσεις απέναντι στη δημοσιονομική χαλάρωση από τους «φειδωλούς»- αναμένεται να τεθεί επί τάπητος το θέμα των μεταρρυθμίσεων αυτών, οι οποίες ειδικά στη χώρα μας βρίσκονται στο προσκήνιο από την εποχή των μνημονίων και έχουν ενταχθεί πλέον στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας.
Στις Βρυξέλλες υπάρχει εδραιωμένη η εκτίμηση ότι παρά την υπερδεκαετή πίεση από την πλευρά των δανειστών δεν έχουν προχωρήσει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα αναβαθμίσουν την οικονομική λειτουργία και την προσέλκυσης και υλοποίησης επενδύσεων.
Άλλωστε και τυπικά, μετά τη λήξη της ενισχυμένης εποπτείας -η οποία μπορεί να παραταθεί μέχρι το τέλος του έτους- οι έλεγχοι προβλέπεται να ενσωματωθούν στους μηχανισμούς του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η Ελλάδα έχει ήδη λάβει από τον Αύγουστο προκαταβολή ύψους 3,96 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και αναμένει την πρώτη δόση, ύψους 3,56 δισ. ευρώ για την οποία έχει καταθέσει το αίτημα. Προϋπόθεση για την καταβολή είναι η έγκριση από την Κομισιόν η οποία θεωρητικά αναμένεται το Μάρτιο, αλλά μένει να φανεί ποια στάση θα τηρήσουν οι Βρυξέλλες για το ζήτημα αυτό το επόμενο διάστημα.
Πηγές από τις Βρυξέλλες αναφέρουν ότι ήδη έχει διαμηνυθεί στην Αθήνα ότι δύο ζητήματα τα οποία βρίσκονται στην αιχμή είναι το θέμα των κόκκινων δανείων και των πλειστηριασμών, οι οποίοι είχαν παγώσει λόγω και της πανδημίας, καθώς και το θέμα της Δικαιοσύνης, η λειτουργία της οποίας χαρακτηρίζεται ως προβληματική σταθερά τα τελευταία χρόνια στις εκθέσεις των διεθνών οργανισμών όπως το ΔΝΤ και ο ΟΟΣΑ.
Η λειτουργία της Δικαιοσύνης, ως προς το χρόνο απόδοσης, τη γραφειοκρατία αλλά και την λεγόμενη «ποιότητα» των αποφάσεων τοποθετείται παγίως τα τελευταία χρόνια στις πρώτες θέσεις των εμποδίων που αποθαρρύνουν τις επενδύσεις οι οποίες αποτελούν τον καθοριστικό παράγοντα για την επίτευξη των στόχων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Για τη χρηματοδότηση των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης πανευρωπαϊκά, η Κομισιόν θα εκδώσει ομόλογα με τα οποία θα δανειστεί συνολικά μέχρι το 2026 ποσό 750 δισ. ευρώ εκ μέρους των 27 χωρών μελών, τα οποία θα αποπληρωθούν μέχρι το τέλος του 2058. Τα ομόλογα αυτά θα έχουν υψηλό βαθμό αξιοπιστίας (διαβάθμιση ΑΑΑ) και επομένως χαμηλό επιτόκιο.
Η αξιοποίηση των κονδυλίων, η αποδοτικότητα των επενδύσεων και η πορεία των δράσεων σε κάθε χώρα είναι ζητήματα που θα επηρεάζουν τα επόμενα χρόνια το χρηματοδοτικό πρόγραμμα και την πιστοληπτική δυνατότητα της Ε.Ε. και κάθε χώρας ξεχωριστά. Αυτός είναι και ο λόγος που οι πλουσιότερες χώρες της Ε.Ε., κυρίως οι λεγόμενες «φειδωλές» επέμεναν στην σύνδεση των χρηματοδοτήσεων με την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα επιτρέψουν την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των χρημάτων σε κάθε χώρα μέλος, έτσι ώστε να μην «κινδυνεύσει» η αξιοπιστία του χρηματοδοτικού προγράμματος και η επενδυτική διαβάθμιση της Ε.Ε. αλλά και κάθε χώρας ξεχωριστά.
Διαβάστε ακόμη:
Ανδρουλάκης: Η κυβέρνηση της ΝΔ αποκλείει χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης
Υποβλήθηκε το ελληνικό αίτημα για τα πρώτα 3,5 δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης