Ο χώρος της Κεντροαριστεράς μοιάζει με κινούμενη άμμο που δεν ξέρουμε ποιον θα καταπιεί, ενώ το ευρύτερο πολιτικό ενδιαφέρον εστιάζεται στο εάν τελικά θα διαμορφωθεί ένας πολιτικός χώρος με συνοχή ο οποίος θα αποτελέσει αξιόπιστη εναλλακτική λύση διακυβέρνησης.
Οι προοπτικές για κάτι τέτοιο επηρεάζονται και από τη στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη ο οποίος συστηματικά και μεθοδικά υιοθετεί στοιχεία της κεντροαριστερής ρητορικής.
Ο πρωθυπουργός έδωσε ξεκάθαρα το στίγμα στη συζήτηση που είχε με τον καθηγητή και συγγραφέα Φράνσις Φουκουγιάμα, στο πλαίσιο του συνεδρίου του Economist την περασμένη εβδομάδα. Υπογράμμισε ανάμεσα σε άλλα ο κ. Μητσοτάκης ότι «η ανισότητα είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες», ενώ τόνισε και ότι: «Μπορεί εμείς να θέλουμε να κατηγορήσουμε τους λαϊκιστές για το γεγονός ότι προσφέρουν απλουστευτικές λύσεις, που διχάζουν τους ανθρώπους, αλλά “στο τέλος της ημέρας”, πρέπει να καταλάβουμε ότι οι κοινωνικές δυσαρέσκειες από τις οποίες τρέφονται οι λαϊκιστές είναι πραγματικές, και πρέπει να αντιμετωπιστούν».
Για το θέμα των ανισοτήτων ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλάει συχνά. Είχε μάλιστα αναφερθεί στο ζήτημα και στην ομιλία του στο Σύνδεσμο Βιομηχανιών Ελλάδας, προ τριών εβδομάδων. Η τοποθέτησή του, όμως, για το λαϊκισμό είναι ένα καινούργιο βήμα που μεγαλώνει την απόσταση από τη ρητορική που είχαν το κόμμα του και ο ίδιος στο κοντινό παρελθόν, όπως την προηγούμενη δεκαετία, όταν όποιος μιλούσε για την κοινωνική και οικονομική καταστροφή των μνημονίων χαρακτηριζόταν επικίνδυνος λαϊκιστής.
Ασφαλώς, η ρητορική μπορεί να απέχει από την πολιτική πράξη και είναι αμφίβολο εάν ο πρωθυπουργός βλέπει την ανισότητα όπως η Κεντροαριστερά ή, ακόμη, ότι κυβερνητικά μέτρα όπως τα διάφορα pass έχουν αποτελεσματικότητα σε σχέση με το διευρυνομενο εισοδηματικό και κοινωνικό χάσμα ανάμεσα σε «έχοντες» και «μη έχοντες».
Είναι σαφές όμως ότι ο κ. Μητσοτάκης ξεδιπλώνει μια στρατηγική μετατόπισης προς το Κέντρο και υιοθέτησης στοιχείων από την Κεντροαριστερή ρητορική για να οικοδομήσει μια νέα ταυτότητα, η οποία περιλαμβάνει και στοιχεία του αντιπάλου.
Κάτι σαν την «επιθετική άμυνα» του Μουρίνιο στο ποδόσφαιρο, όπου η ομάδα παίζει άμυνα αλλά μπαίνει στο χώρο του άλλου για να βάλει γκολ.
Ακόμα και τα μέτρα φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών μοιάζουν περισσότερο με πολιτική κίνηση υψηλού συμβολισμού στο «γήπεδο» της Αριστεράς, που έχει κάνει «σημαία» τη φορολογική ανισότητα, παρά με διαρθρωτική μεταρρύθμιση που αλλάζει τη δομή της φορολογίας.
Η συγκεκριμένη στρατηγική είναι προφανώς αποτέλεσμα αναλυτικής μελέτης και σχεδιασμού, στο πεδίο της στρατηγικής, της επικοινωνίας και του μάνατζμεντ, ενώ δημιουργεί ένα σημαντικό πρόβλημα για τους αντιπάλους του κ. Μητσοτάκη στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Ιδιαίτερα εάν οι τελευταίοι περιορίζονται στην καταγγελία της Ν.Δ. και του αρχηγού της. Είδαμε ότι κυβέρνηση έμεινε ακλόνητη τα τελευταία χρόνια παρότι υπήρχαν συνεχείς καταγγελίες για «εκκωφαντικά» γεγονότα από το σκάνδαλο των υποκλοπών και την τραγωδία των Τεμπών, μέχρι διαδοχικές φυσικές καταστροφές με πλημμελή κρατική αντιμετώπιση. Ο υποτιθέμενος κανόνας ότι μια κυβέρνηση πέφτει από τη φθορά και τα σκάνδαλα διαψεύστηκε, πιθανώς επειδή οι πολίτες δεν είδαν αξιόπιστη εναλλακτική.
Δεν θα πρέπει επίσης να παραγνωριστεί και η δυναμική που δημιουργεί η πλήρης ταύτιση του Κυριάκου Μητσοτάκη με ένα διεθνοποιημένο σύστημα φιλελεύθερης πολιτικής κατεύθυνσης το οποίο συσπειρώνεται και οργανώνεται για μια μακρά εποχή συγκρούσεων, προετοιμάζοντας, ανάμεσα σε άλλα, ενίσχυση των αμυντικών δαπανών.
Θα πρέπει λοιπόν και η… υπαρκτή Αριστερά και Κεντροαριστερά να υιοθετήσουν την «επιθετική άμυνα» και να εφαρμόσουν τις μεθόδους του αντιπάλου, για να «διαβάσουν» σωστά την κοινωνική πραγματικότητα και την κοινή γνώμη και να αξιοποιήσουν τις σύγχρονες τεχνικές στρατηγικής ανάλυσης και επικοινωνίας, προκειμένου να κάνουν την αυτοκριτική τους και να διαμορφώσουν διακριτή ταυτότητα και στρατηγική επανόδου στην εξουσία. Αλλά και να συντονιστούν με τις διεθνείς τάσεις και τις μεγάλες αλλαγές που συμβαίνουν στον κόσμο.
Διότι εάν δεν καταφέρουν τα δύο αυτά κόμματα του λεγόμενου «προοδευτικού χώρου» να διαμορφώσουν το εναλλακτικό κόμμα εξουσίας πιθανόν ο χώρος να κατακερματιστεί και να οδηγηθούμε σε ένα κυρίαρχο κόμμα στο χώρο της Κεντροδεξιάς, με μικρότερους σχηματισμούς τριγύρω.
Ή, ακόμη, να αναδειχθεί σε ισχυρό αντίπαλο πόλο η λαϊκιστική Ακροδεξιά, την οποία ο κ. Μητσοτάκης πλέον έβαλε ξεκάθαρα απέναντί του.