Μετά από τη σημαντική αύξηση των τιμών που ξεκίνησε πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά «εκτοξεύτηκε» το δεύτερο εξάμηνο του 2022, οι τιμές του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου σταθεροποιούνται.
Σύμφωνα με την Eurostat, οι τιμές της ενέργειας κινήθηκαν ανοδικά λόγω της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου, που θεωρείται το περιθωριακό (marginal) καύσιμο. Αυτό συνέβη επειδή μειώθηκαν οι εισαγωγές από τη Ρωσία και αναζητήθηκαν άλλοι εισαγωγείς.
Η αγορά ενέργειας τιμολογείται με βάση το marginal καύσιμο, πράγμα που σημαίνει ότι η τιμή του φυσικού αερίου επηρεάζει τις τιμές της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρει η Eurostat, κατασκευάστηκαν μηχανισμοί για την άμβλυνση της πίεσης στους καταναλωτές, και ένας από αυτούς τους μηχανισμούς ήταν οι επιδοτήσεις.
Το α’ εξάμηνο του 2023, οι μέσες τιμές οικιακής ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ συνέχισαν να παρουσιάζουν αύξηση σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2022, από 25,3 ευρώ ανά 100 κιλοβατώρες (kWh) σε 28,9 ευρώ ανά 100 kWh. Οι μέσες τιμές του φυσικού αερίου αυξήθηκαν επίσης σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2022, από 8,6 ευρώ ανά 100 kWh σε 11,9 ευρώ ανά 100 kWh το α’ εξάμηνο του 2023. Μάλιστα, αυτές οι τιμές είναι οι υψηλότερες που καταγράφει η Eurostat.
Παράλληλα, μειώνεται η χωρίς φόρους τιμή στο ρεύμα και το φυσικό αέριο. Οι χώρες, εν μέρει, αποσύρουν τα μέτρα στήριξής τους, επισημαίνει η ευρωπαϊκή στατιστική αρχή. Ως αποτέλεσμα, οι με φόρους τιμές των τελικών πελατών είναι ελαφρώς υψηλότερες από την προηγούμενη περίοδο αναφοράς.
Σε σύγκριση με το α’ εξάμηνο του 2022, το φετινό πρώτο εξάμηνο το μερίδιο των φόρων στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε από 23% σε 19% (-4%) και στους λογαριασμούς φυσικού αερίου από 27% σε 19% (-8%), με όλες τις χώρες της ΕΕ να διατηρούν τις επιδοτήσεις ή να μειώνουν τους φόρους και τις εισφορές για τον μετριασμό του υψηλού κόστους στην ενέργεια.