Το πρωί της Δευτέρας, η Μαριλένα, η γυναίκα μου, της οποίας την ψύχραιμη γνώμη πάντα ακούω, μετά από ένα τηλεφώνημά μας μού έστειλε το ακόλουθο sms: «Σου θυμίζω πάντως ότι λέγαμε ότι το νέου είδος πολιτικού στην Ελλάδα θα είναι τύπου Μπερλουσκόνι, Τραμπ κλπ. Ε, αυτό έγινε». Της απάντησα: «Ναι, αλλά η αλήθεια είναι ότι περιμέναμε ότι θα έρθει από τη Δεξιά, όχι από την Αριστερά». Μου απάντησε: «Εδώ κάναμε λάθος, αλλά, όπως λες, κι εσύ δεν υπάρχουν βεβαιότητες». Μετά, καθώς το ξανασκεφτόμουν, δεν είμαι σίγουρος, στη μακρά διάρκεια, πόση σημασία έχει ότι ήρθε από την Αριστερά. Ήρθε πάντως. Κάπως ήρθε: ούτε ως ατύχημα, ούτε ως θαύμα.
Σε μια από τις αποστροφές του λόγου του που μας αφορούν εδώ, ο Βιτγκενστάιν έγραφε πως «οι όψεις των πραγμάτων που είναι οι πιο σημαντικές για εμάς είναι κρυμμένες εξαιτίας της απλότητας και της εξοικείωσής μας μαζί τους. Είμαστε ανίκανοι να διακρίνουμε κάτι διότι είναι πάντα μπροστά στα μάτια μας».
Η κυοφορία αυτού του τύπου πολιτικού υποκειμένου συνέβαινε. Ήταν τόσο μπροστά στα μάτια μας και εμείς εξαιτίας της εγγύτητας δεν το βλέπαμε. Ή, και όταν το διακρίναμε, αποστρέφαμε το βλέμμα μας. Όμως, ούτε στη ζωή ούτε στην πολιτική υπάρχουν παρθενογενέσεις. Όλα έχουν αιτίες και ρίζες. Αν τις είχαμε καταλάβει και είχαμε συλλάβει την αλληλουχία των αιτιών που προκάλεσαν την κατάσταση, τότε δεν θα νιώθαμε τόσο έντονη την ανάγκη να εκδηλώνουμε σαρκασμό, δυσαρέσκεια, αποστροφή ή θυμό. Αυτό φυσικά δεν μας αφαιρεί το δικαίωμα να καταδικάζουμε ή να επικρίνουμε, ενθυμούμενοι πάντα ότι οι συνέπειες της κατάστασης μπορεί να είναι τραγικές. Τραγικές πιθανώς ναι, πάντως ανορθολογικές δεν είναι.
Και ναι, υπό την έννοια αυτή το αποτέλεσμα των εκλογών του Μαΐου και του Ιουνίου του 2023 καθώς και το αποτέλεσμα των εκλογών της 17.9.2023 στο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι προϊόν φυσικής καταστροφής ή αντικειμενικών συνθηκών πέρα από την ανθρώπινη βούληση. Είναι προϊόντα ανθρωπίνων επιλογών, υποκειμενικών διαθέσεων και προδιαθέσεων που είναι καταλογιστέες στα υποκείμενα, ανάλογα με το μερίδιο ευθύνης που αντιστοιχεί στο κομμάτι εξουσίας που διαθέταν ή ακόμη νέμονται. Με άλλα λόγια, αυτό που συνέβη μας αξίζει. Μπορεί κάποιος να οδύρεται ότι στην ελληνική Αριστερά δε μας άξιζε τέτοια εξέλιξη, αλλά αυτό είναι ιδεαλισμός καλοπροαίρετος ίσως, αλλά ιστορικά μη γειωμένος.
Ό,τι μας συνέβη, έγινε επειδή το θελήσαμε ή –αν δεν το θελήσαμε–το ανεχτήκαμε και συμφιλιωθήκαμε μαζί του. Ή όταν αποφασίσαμε ότι με αυτό δεν μπορούμε να συμφιλιωθούμε ήταν πλέον αργά διότι το κακό είχε γίνει με την ανοχή μας. Αν θέλετε λοιπόν να μεταφράσω σε ονόματα τα παραπάνω, το πρόβλημα μέχρι να φτάσουμε στο χθεσινό αποτέλεσμα έχει ως βασικό πρωταγωνιστή τον Αλέξη Τσίπρα, ταυτόχρονα όμως μέρος του προβλήματος είναι και όλοι αυτοί που ανέχτηκαν τις πρακτικές που οδήγησαν στον εκφυλισμό αυτό.
Όταν το να ψηφίσεις σε εκλογές κόμματος εξομοιώνεται με ένα εισιτήριο λίγο πιο ακριβό από μία διαδρομή στο μετρό, αυτό συμβαίνει. «Μισή ώρα από το χρόνο μας» ζητούσε ο άνθρωπος την προηγούμενη των εκλογών με sms. Τι κι αν οδύρονταν οι παλιοί: «Εμείς δώσαμε μια ολόκληρη ζωή στην Αριστερά. Τολμάει να μας ζητάει μισή ώρα;»… Αλλά και οι υπόλοιποι υποψήφιοι, ενός εξαιρουμένου, sms στέλνανε. Μεταπολιτική είπατε; Αυτό τι είναι;
Το πρόβλημα δεν είναι ο άγγελος. Είναι το μήνυμα
Επομένως, φτάσαμε εδώ που ιστορικά μας αρμόζει. Και το πρόβλημα δεν είναι ο εκάστοτε υποψήφιος με τα χαρακτηριστικά αυτά. Αυτός είναι ο άγγελος του μηνύματος. Το μήνυμα είναι:
Αυτό που βλέπετε είναι το αποτέλεσμα των δράσεων και παραλείψεών σας. Δεν είμαι κάποιος πολιτικός εξωγήινος του χώρου σας, όσο κι αν έτσι σας φαίνομαι. Είμαι αυτό που προέκυψε επειδή εσείς το αφήσατε. Και δεν θα σας χαριστώ διότι ούτε η ιστορία σάς χαρίζεται. Ούτε η πολιτική χαρίζεται. Μόνο εσείς καταφέρατε και μου χαρίσατε το κόμμα σας. Και, φυσικά, εγώ θα το πάρω και θα το κάνω όχι σαν τα μούτρα της κομματικής καμαρίλας που οι ψηφοφόροι μας αποστρέφονται, αλλά σαν τα δικά μου που είναι νέα, σύγχρονα κι ωραία.
Αυτό δεν λέει ο άνθρωπος;
Δύσκολο μήνυμα, κατανοητά ζόρικο, αλλά δυνατό κι αποκαλυπτικό. Διότι το να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα επιτιθέμενοι στις βαθιές αιτίες του που μπορεί και εν μέρει να μας ξεπερνούνε, μπορεί όμως και εν μέρει να μας αφορούν ευθέως, είναι ασυγκρίτως χρησιμότερο από το να περνάμε την ώρα μας θυμώνοντας, θρηνολογώντας, καταφρονώντας, καταδικάζοντας – αντιδράσεις που συνηθέστατα αποτελούν τα άλλοθι μας ώστε να μην ενεργήσουμε. Αντί λοιπόν να αντιδρούμε απέναντι στα γεγονότα αυτά με τις συγκινησιακές μας φορτίσεις, ας κάνουμε μια προσπάθεια να τα κατανοήσουμε.
Όπως έγραφε ο μεγάλος Σπινόζα «να μη χλευάζουμε, να μη θρηνολογούμε, να μην καταφρονούμε, αλλά να κατανοούμε». Αυτή είναι η αρετή που χρειάζεται σήμερα προκειμένου να διαχειριστούμε τη νέα κατάσταση. Κοινώς, κατά παράφραση του αποφθέγματος ενός προσφάτως θανόντος ευφυούς πολιτικού: «σύντροφοι, μαζί τον φτιάξαμε».
Γιατί; Γιατί ανεχθήκαμε τόσες μα τόσες πρακτικές, τόσα χρόνια από το 2012 ως σήμερα – ανεχθήκαμε τόση τυχάρπαστη πολιτική κενότητα. Ένα μεγάλο κόμμα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι λογικό να είναι πολυσυλλεκτικό και να μαζεύει ετερογενή πολιτικά υποκείμενα. Άλλο αυτό όμως κι άλλο το anything goes αρκεί να είχε βγάλει κάποια ή κάποιος ως το 2015 έναν εξάψαλμο κατά του Μνημονίου και από τότε και μετά να κραύγαζε κατά του Μητσοτάκη. Η πολυσυλλεκτικότητα είναι αναγκαία και υπό όρους υγιής πολιτική συνθήκη μεγάλων πολιτικών παικτών. Αυτό που συνέβαινε δεν ήταν.
Όταν ο βουλευτής επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ και για λίγες ώρες υποψήφιος υπουργός της ΝΔ –προσωπική επιλογή του απελθόντος προέδρου– ντύνεται βαρκάρης για να μεταφέρει τον υποψήφιο στη Μακρόνησο πλέον ένα απομένει: ο προηγούμενος πολιτευτής που είχε ντυθεί Ζορό, ως άλλος πολιτικός τιμωρός, Παναγιώτης Ψωμιάδης να εκφράσει την προτίμησή του στον υποψήφιο αυτόν. Και έτσι έγινε. Αλλά μέχρι να φτάσουμε στον Ψωμιάδη, είχαμε διαβεί πολύ δρόμο μια δεκαετία τώρα.
Δεν είμαστε ούτε πλημμυροπαθείς ούτε αναξιοπαθούντες από τη φωτιά ή το σεισμό. Ζήσαμε μέσα ή στις παρυφές ενός πολιτικού χώρου που είναι στην Αριστερά αλλά καλλιέργησε συστηματικά μια κουλτούρα μεσσιανικής θεολογίας. Μια μεταφυσική του θαύματος και της προσωπικότητας. Και όμως κανένας από τους πέντε υποψηφίους για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ δεν τόλμησε να το πει αυτό, από τον φόβο μήπως επαληθευτεί το σενάριο ότι υπονόμευε τον Τσίπρα. Κι έτσι εμφανίστηκε εύκολα ο έτερος υποψήφιος και να πει ότι εγώ είμαι η συνέχεια του Τσίπρα που το 3,6 το έκανε το 36%. Όταν μέσα στην ίδια την Αριστερά, ο ρόλος της προσωπικότητας στην ιστορία θεωρείται σχεδόν μυθικά τα πάντα και η συλλογικότητα, η συγκυρία, οι μάζες, οι ομάδες σχεδόν τίποτε, τότε γιατί να μην έρθει η στιγμή που βιώνουμε σήμερα; «Βγάλτε με διότι μόνο εγώ μπορώ να νικήσω το Μητσοτάκη».
Και η στιγμή αυτή φυσικά ήρθε. Και μάλιστα σε μια συγκυρία όπου οι λαοί δεν χάνουν την ευκαιρία, ολοένα και πιο συχνά, να εκφράζουν την αποστροφή τους προς τις παραδοσιακές πολιτικές ελίτ που ακόμη κυβερνούν πολλά κράτη και την Ελλάδα. Ούτως ή άλλως δηλαδή, το κλίμα, ακόμη και αν οι χειρισμοί ήταν υποδειγματικοί, (που κάθε άλλο παρά αυτό ήταν), είναι αλλεργικό για την παλιά φρουρά. Μπορεί αδίκως. Μπορεί δικαίως. Αυτή είναι μια άλλη συζήτηση. Πάντως αυτό είναι το κλίμα και η μακράς διάρκειας συγκυρία στις δημοκρατίες μας.
Αν το PCI ενός Τολιάτι, ενός Μπερλίγκουερ κατέληξε μέσω Ντ’ Αλέμα στην νεοφιλελεύθερη καρικατούρα ενός Ρέντσι, εδώ που τα λέμε, δεν είναι ιστορικά ανακόλουθο ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, να καταλήγει στον Κασσελάκη. Το εννοώ χωρίς κανέναν σαρκασμό.
Interesting times …
Ζούμε, αν μη τι άλλο, σε καιρούς πολύ ενδιαφέροντες. Συναρπαστικούς. Οι Άγγλοι έχουν μια ευχή και κατάρα μαζί: may you not live in interesting times. Είθε να μη ζήσεις σε συναρπαστικές εποχές. Εμείς δεν μπορέσαμε να το γλιτώσουμε. Κατεξοχήν ζούμε σε εποχές και καιρούς ενδιαφέροντες και συναρπαστικούς. Και μάλιστα όχι απλώς ζούμε και παρατηρούμε αλλά στα ενδιαφέροντα εκθέματα των καιρών μας συγκαταλεγόμαστε και εμείς οι ίδιοι.
Σε αυτήν τη δύσκολη παραδοχή, η απάντηση δεν είναι νοσταλγία των good old times της βαθυστόχαστης πολιτικής, της αριστερής καμαρίλας και των αναλύσεων. Αυτό είναι όντως κομμάτι του παλαιού κόσμου που έφυγε. Ούτε απάντηση μπορεί να είναι η συλλήβδην καταδίκη όλων εκείνων που εκφράζοντας την αποστροφή τους για το παλιό, έδωσαν την ψήφο τους σε αυτό το νέο ρεύμα. Διότι περί ρεύματος πρόκειται: από τη Β΄ Πειραιώς ως την Α΄ Αθηνών και από την Κρήτη ως τη Λευκάδα. Στη θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Νίκου Ανδρουλάκη (και κυρίως του δευτέρου) θα ανησυχούσα σφόδρα με αυτά που γίνονται στον ΣΥΡΙΖΑ. Το ρεύμα τούτο αφορά συνολικά την πολιτική σκηνή, και όχι μόνο μια γειτονιά της.
Είναι πολύ σημαντικό να στήσουμε το αυτί μας στο οδυνηρό μήνυμα. Να αντιδράσουμε σε ό,τι κάνουμε συντεταγμένα και όχι υπακούοντας στα μελό σκιρτήματα της παλιάς αριστερής ψυχής που γέρασε και δε λέει να το πάρει απόφαση. Ούτε όμως να χαριστούμε στον εκφυλισμό αυτό. Η Άκρα Δεξιά και οι φασίστες είναι μπροστά μας, απέναντί μας και ανάμεσά μας. Και μερικοί ούτε καν το έχουν πάρει ακόμη είδηση και από μας κι από αυτούς.
Κατά τα λοιπά, η συνταγή, πιστεύω, είναι αυτή που ήταν πάντα: αγώνας στους θεσμούς για την ανάσχεση της αντίπαλης ατζέντας, αγώνας στην κοινωνία ώστε όσο μπορεί ο συσχετισμός να γίνεται καλύτερος για τους αδύναμους, αγώνας ιδεολογικός ώστε να μη διστάζουμε να θέτουμε ως επίδικα αυτά που μας συγκροτούν ως υποκείμενα, ακόμη κι αν δεν είναι δημοφιλή. Να παλεύουμε να φτιάχνουμε ατζέντα με επάρκεια, τεκμηρίωση, πολιτική επιχειρηματολογία και ειδημοσύνη στα θέματα που καίνε την κοινωνία. Αυτό ακριβώς που τόσα χρόνια αναζητούσαμε να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, πέραν του να «σηκώνει θέματα» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ό,τι και να γίνει την ερχόμενη Κυριακή, η ερχόμενη Δευτέρα δεν θα μας χαριστεί καθόλου αν τους αγώνες αυτούς δεν τους διεξάγουμε. Αν τους διεξάγουμε η ήττα είναι πιθανή. Αν όμως απλώς αποσυρθούμε ή γλιστρήσουμε στην ατζέντα της μη πολιτικής, προκειμένου να μη γίνουμε δυσάρεστοι σε κανέναν, τότε η ήττα δεν είναι απλώς πιθανή.
Είναι εκ προοιμίου βέβαιη.
Πηγή: eteron.gr