Βελτίωση -και μάλιστα σε σημαντικό βαθμό- καταγράφει η έρευνα των δεικτών ΡΜΙ της IHS Markit για όλο το εύρος του ελληνικού μεταποιητικού τομέα τον Δεκέμβριο που μας πέρασε. Παρά την αύξηση του κόστους παραγωγής και των αδιεκπεραίωτων παραγγελιών, οι οιωνοί φαίνονται καλοί για την ελληνική βιομηχανία, κυρίως λόγω της αύξησης παραγωγής αλλά και των επιπέδων απασχόλησης- σε υψηλά διετίας.
Η έρευνα καταγράφει αύξηση των νέων παραγγελιών, αλλά με τον χαμηλότερο ρυθμό αύξησης για το τελευταίο πεντάμηνο, ενώ η ζήτηση των πελατών και ο όγκος των αδιεκπεραίωτων εργασιών συνέχισε να ανεβαίνει. Ως εκ τούτου, οι εταιρείες αύξησαν τον αριθμό των εργαζομένων με τον μεγαλύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020.
Την ίδια ώρα, οι ελλείψεις υλικών και οι καθυστερήσεις στις μεταφορές οδήγησαν σε σημαντική επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών και ώθησαν την επιβάρυνση κόστους σε υψηλότερο επίπεδο, μολονότι με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί για τέσσερις μήνες. Φυσικά, η δημιουργία αποθεμάτων ασφαλείας είναι το ζητούμενο για τις βιομηχανίες, γεγονός που εξηγεί αύξηση των προσπαθειών τους σε αυτό τον τομέα, με τις αγορές εισροών να αυξάνονται με τον εντονότερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2000.
Ο ΡΜΙ
Ο κύριος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® – PMI®) είναι ένας σύνθετος δείκτης της απόδοσης της μεταποιητικής οικονομίας. Προέρχεται από δείκτες σχετικά με τις νέες παραγγελίες, την παραγωγή, την απασχόληση, τον χρόνο παράδοσης προμηθειών και τα αποθέματα προμηθειών. Οποιαδήποτε τιμή πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50.0 μονάδων υποδεικνύει συνολική βελτίωση των συνθηκών του τομέα.
Ο κύριος δείκτης PMI έκλεισε στις 59.0 μονάδες τον Δεκέμβριο, τιμή ελαφρώς υψηλότερη από τις 58.8 μονάδες του Νοεμβρίου, υποδεικνύοντας σημαντική βελτίωση της υγείας του ελληνικού μεταποιητικού τομέα. Η συνολική αύξηση ήταν η ισχυρότερη που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο, λόγω της βραδύτερης μείωσης των αποθεμάτων προμηθειών και της ταχύτερης αύξησης της παραγωγής και των επιπέδων απασχόλησης.
Η εντονότερη αύξηση της παραγωγής σε όλο το εύρος του ελληνικού μεταποιητικού τομέα συνέβαλε στη συνολική ανάπτυξη. Παρά τις ελλείψεις σε υλικά, η άνοδος ήταν απότομη και η ταχύτερη που έχει καταγραφεί σε διάστημα τριών μηνών, εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης της ζήτησης από την πλευρά των πελατών.
Παρότι ο ρυθμός αύξησης των νέων παραγγελιών επιβραδύνθηκε, στο τέλος του 2021 στον ασθενέστερο που έχει καταγραφεί σε διάστημα πέντε μηνών, ήταν σε γενικές γραμμές απότομος και υποστηρίχθηκε από την εντονότερη ζήτηση των πελατών του εσωτερικού και του εξωτερικού. Ωστόσο, ορισμένες εταιρείες ανέφεραν ότι αρκετοί πελάτες δίσταζαν να δώσουν παραγγελίες λόγω των σημαντικών αυξήσεων στις χρεώσεις.
Κατ’ αναλογία με την περαιτέρω αύξηση των συνολικών πωλήσεων σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, οι κατασκευαστές αύξησαν τις δραστηριότητες πρόσληψης προσωπικού τον Δεκέμβριο. Ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας ήταν ο δριμύτερος που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020, καθώς οι επιχειρήσεις προσπάθησαν επίσης να διεκπεραιώσουν ημιτελείς παραγγελίες. Παρότι ο ρυθμός αύξησης των ανεκτέλεστων εργασιών εξασθένησε από το υψηλό ρεκόρ του Νοεμβρίου, ήταν ο δεύτερος ταχύτερος από την αρχή συλλογής στοιχείων πριν από 19 χρόνια. Οι εταιρείες στη συντριπτική τους πλειονότητα συνέδεσαν την αύξηση των εργασιών σε εκκρεμότητα με τις ελλείψεις σε υλικά και με τις καθυστερήσεις των παραδόσεων
εισροών.
Η επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών εξασθένησε ελαφρά στο τέλος τους 2021, αλλά οι συνεχιζόμενες αναφορές για ελλείψεις υλικών και για συνωστισμό στα λιμάνια οδήγησαν σε ακόμα μία σημαντική αύξηση των τιμών εισροών, μολονότι με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο. Οι εταιρείες εξακολούθησαν να μετακυλίουν το υψηλότερο κόστος στους πελάτες όπου αυτό ήταν εφικτό, καθώς οι τιμές πώλησης αυξήθηκαν με αξιοσημείωτο ρυθμό.
Ωστόσο, οι προσπάθειες δημιουργίας αποθεμάτων εισροών ώστε να αποφευχθούν μελλοντικές ελλείψεις υλικών οδήγησαν στην ταχύτερη αύξηση της αγοραστικής δραστηριότητας που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2000. Τα αποθέματα προμηθειών εξακολούθησαν να μειώνονται, μολονότι με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Μάρτιο του 2020, καθώς οι εταιρείες προσπάθησαν να αναπληρώσουν τα αποθέματά τους. Παρόλ’ αυτά, τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων μειώθηκαν σημαντικά, καθώς οι κατασκευαστές δυσκολεύτηκαν να αναπληρώσουν τα αποθέματα που στάλθηκαν για την εκπλήρωση των παραγγελιών.
Η αισιοδοξία που προήλθε από τις ελπίδες για ασθενέστερη αύξηση των τιμών και συνεχιζόμενη ζήτηση από την πλευρά των πελατών μέσα στο 2022 οδήγησε τις προσδοκίες των παραγωγών αγαθών σε σχέση με την παραγωγή στα υψηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί από τον Ιούνιο.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, οικονομολόγος στην IHS Markit, η Siân Jones, λέει:
«Οι Έλληνες κατασκευαστές υπέδειξαν ένα ενθαρρυντικό τέλος για το 2021, καθώς η παραγωγή αυξήθηκε με ταχύτερο ρυθμό και η ζήτηση από την πλευρά των πελατών παρέμεινε έντονη παρά τις συνεχιζόμενες προκλήσεις σχετικά με τις αναταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού και ορισμένες αναφορές για απροθυμία των πελατών να πραγματοποιήσουν αγορές λόγω της αύξησης των τιμών πώλησης.
Ωστόσο, οι εταιρείες δεν πτοήθηκαν από τους δισταγμούς ορισμένων πελατών, καθώς η δραστηριότητα πρόσληψης προσωπικού αυξήθηκε σε βαθμό που έχει να παρατηρηθεί πριν από την εξάπλωση της πανδημίας COVID-19. Ταυτόχρονα, οι αγορές εισροών αυξήθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2000, καθώς οι εταιρείες στράφηκαν σε προσπάθειες αποθεματοποίησης υλικών, λόγω των περαιτέρω καθυστερήσεων και ελλείψεων από την πλευρά των προμηθευτών.
Οι κατασκευαστές ήταν σε γενικές γραμμές αισιόδοξοι σχετικά με τις προοπτικές για την παραγωγή μέσα στο επόμενο έτος, καθώς οι προσδοκίες έφτασαν σε υψηλό έξι μηνών. Ωστόσο, η πρόσφατη εμφάνιση και η εξάπλωση της νέας μετάλλαξης Όμικρον της COVID-19 είναι πιθανό να μετριάσει το κλίμα κατά την είσοδο στο πρώτο τρίμηνο του 2022, καθώς ο ιός εξαπλώνεται σε βασικές αγορές εξαγωγών».
Διαβάστε επίσης:
ΔΕΗ: Επιστροφή στο λιγνίτη και εκτροχιασμός της πράσινης μετάβασης
Υποβλήθηκε το ελληνικό αίτημα για τα πρώτα 3,5 δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης
Υπ. Οικονομικών: Υπογραφή συμφωνιών με 6 τράπεζες για δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης