Τρεις είναι οι στόχοι του Αλέξη Τσίπρα για τις εκλογές όταν αυτές γίνουν. Να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, να υπάρξει πολιτική αλλαγή και να σχηματιστεί προοδευτική κυβέρνηση. Σ’ αυτό το τρίπτυχο συμπυκνώνεται εξάλλου και το κείμενο των 100 θέσεων που συζήτησαν προχθές -με zoom και όχι δια ζώσης- στο Πολιτικό Συμβούλιο. Το μάλλον στρυφνό κείμενο, που συνέγραψε ο Αριστείδης Μπαλτάς, χρειάζεται εκλαΐκευση, πριν δοθεί για ζύμωση στις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ ενόψει του συνεδρίου, και αφού προηγουμένως συμπληρωθεί με τις παρατηρήσεις που έκαναν την Τετάρτη τα μέλη του καθοδηγητικού οργάνου. Και όσες άλλες θα γίνουν, αφού το Πολιτικό Συμβούλιο θα συνέλθει εκ νέου προκειμένου να ολοκληρωθεί η συζήτηση και να ψηφιστούν οι Πολιτικές Θέσεις. Αποφασίστηκε να συγκροτηθεί τριμελής επιτροπή, η οποία θα επεξεργαστεί και θα ενσωματώσει στο “κείμενο βάσης” του Μπαλτά τις επιμέρους εισηγήσεις. Ο Βούτσης από την Ομπρέλα, ο Μπίστης από την διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ και ο Ραγκούσης από τους πασοκογενείς ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας, υπό την προεδρία Μπαλτά, το εγχείρημα, για το οποίο χρειάστηκε να συζητήσουν για περίπου οκτώ ώρες τα μέλη του Πολιτικού Συμβουλίου! Ναι, ναι για οκτώ ώρες συζητούσαν όταν υπάρχουν αφενός το κείμενο των 160 σελίδων του Προγράμματος, το οποίο ενέκρινε τον Ιούλιο η Εθνική Συνδιάσκεψη και αφετέρου το κείμενο της μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ σε ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, που ενεκρίθη ομοφώνως.
Αυτός ενδεχομένως ήταν και ο λόγος που κάποια στιγμή ο Αλέξης Τσίπρας, προφανώς κουρασμένος από το σχολαστικισμό των συντρόφων του, παρενέβη για να πει: “Είμαστε με τα καλά μας. Συμφωνήσαμε στο Πρόγραμμα, συμφωνήσαμε στη μετεξέλιξη και θα χωριστούμε τώρα στις Θέσεις προς το συνέδριο”. Στο έρκος των οδόντων του ήταν να τους πει ότι όλα αυτά που λέγονται είναι ωραία, αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού τους και οι δύο κυρίαρχες τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ (Ενωτική Κίνηση και Ομπρέλα) έχουν τον οργανωτικό έλεγχο του συνεδρίου, αλλά δεν τελικά δεν τους το είπε. Απλώς, τους ανακοίνωσε ότι ο ίδιος δεν είναι κομμουνιστής, αλλά “αριστερός σοσιαλιστής”. Όπως είπε στην αριστερά υπάρχουν πολλοί ιδεολογοπολιτικοι προσδιορισμοί. Υπάρχουν οι αριστεροί – κομμουνιστές, οι αριστεροί – σοσιαλιστές, οι αριστεροί – οικολόγοι, οι αριστεροί -σοσιαλιστές. Ο ίδιος αισθάνεται αριστερός – σοσιαλιστής.
Η “αντιεισήγηση”, όπως χαρακτήρισαν ορισμένοι το κείμενο που κατέθεσαν οι Νίκος Φίλης, Μιχάλης Σπουρδαλάκης και Κώστας Αθανασίου περισσότερο εστιάζει στην ανάγκη να υπάρξει αυτοκριτική για τα λάθη και ιδιαίτερα, μετά τις εκλογές του 2019, που έχουν οδηγήσει στο πολιτικό παράδοξο: να χάνει ποσοστά η αντιπολίτευση και όχι η κυβέρνηση ή και όταν χάνει η κυβέρνηση η αντιπολίτευση να μην κερδίζει. Σημειώνουμε ότι το κείμενο των τριών απηχεί τις θέσεις όλης της Ομπρέλας και αφορά ένα μικρό μέρος του κειμένου των Θέσεων. Και σαφέστατα προκρίνει, ειδικά μετά την εκλογή Ανδρουλάκη και τη δημοσκοπική άνθιση του ΚΙΝΑΛ, την παραμονή στο χώρο της ριζοσπαστικής αριστεράς και όχι τη μετατόπιση προς την σοσιαλδημοκρατία, όπως επιθυμούν ο Αλέξης Τσίπρας και η πλειοψηφία της ομάδας των “προεδρικών”. Δεν ήταν όμως το μόνο κείμενο που κατετέθη απέναντι στην εισήγηση Μπαλτά. Κείμενα κατέθεσαν οι Θανάσης Θεοχαρόπουλος και Παναγιώτης Παναγιώτου από την παλιά ΔΗΜΑΡ, ο Χριστόφορος Βερναρδάκης ακόμη και ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Ένα ακόμη κείμενο, το οποίο όμως ήταν συμπληρωματικό των Θέσεων Μπαλτά, κατέθεσαν ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου. Ήταν τα 21 πρώτα μέτρα – νομοσχέδια που θα ζητήσει ο ΣΥΡΙΖΑ να ληφθούν σε περίπτωση που υπάρξει Προοδευτική Διακυβέρνηση. Μέτρα που στηρίζουν την παραγωγική βάση της χώρας, με συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία και δεν αρκούνται απλώς σε εξαγγελίες αναδιανομής, όπως έγινε με την “πρώτη φορά κυβέρνηση της αριστεράς”.
Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ και οι “αριστεροί” και οι “δεξιοί” του ΣΥΡΙΖΑ συμφωνούν πως το (πολιτικο-εκλογικό) παιχνίδι θα παιχτεί στο Κέντρο, διαφωνούν με τον τρόπο που θα κερδηθεί. Οι της Ομπρέλας λένε με αριστερές πολιτικές. Και φέρνουν το παράδειγμα της ΝΔ: “Ο Μητσοτάκης κατέκτησε το Κέντρο με εφόρμηση από δεξιά, εμείς μπορούμε να το κατακτήσουμε με αριστερή κατεβασιά”, λένε. Ο Τσίπρας τους ακούει, αλλά μάλλον δεν δίνει και ιδιαίτερη σημασία στα λεγόμενά τους αφού εμφανίζεται πεπεισμένος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ για να έχει μέλλον και μάλιστα κυβερνητικό -κάτι που πρωτίστως ενδιαφέρει τον ίδιον- θα πρέπει από αριστερό κόμμα να γίνει Προοδευτική Παράταξη, στην οποίαν εκτός από τους αριστερούς ριζοσπάστες θα μετέχουν σοσιαλδημοκράτες, Οικολόγοι και μεταρρυθμιστές κεντρώοι. Και να μετέχουν ισότιμα και σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Και όχι κομπάρσων, όπως απαιτούν, όπως λέγεται, ορισμένοι, που ασπάζονται τα εικονίσματα των παραδόσεων της αριστερής ορθοδοξίας, για τους πασοκογενείς και όσους άλλους …νεοφώτιστους της κυβερνώσας αριστεράς συμμετέχουν στο σχήμα της Προοδευτικής Συμμαχίας, που από διετίας προστέθηκε, στον τίτλο του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά κάποιο τρόπο ο τέως πρωθυπουργός θέλει ένα νέο ΠΑΣΟΚ, με τα αρχικά του όμως να μην το ορίζουν ως Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, αλλά ως Παράταξη Αριστερών, Σοσιαλδημοκρατών, Οικολόγων και Κεντρώων. Δηλαδή Π.Α.Σ.Ο.Κ με τελείες. Ευφάνταστη ως σκέψη, αχταρμάς ως στρατηγική. Περισσότερο παραπέμπει σε πολιτικό μπριάμ παρά σε πολιτική συμμαχία.
Για να είμαστε πάντως δίκαιοι ο Τσίπρας ήταν ο πρώτος που έριξε το σύνθημα “μέσω της Αριστεράς να κατακτήσουμε το Κέντρο”. Ήταν πριν από έξι μήνες, στην Προγραμματική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ όταν είπε: “Το κέντρο δεν κερδίζεται με πολιτικές του μέσου όρου. Αν θέλουμε να κερδίσουμε το κέντρο πρέπει να στρίψουμε αριστερά. Μ’ ένα πρόγραμμα βαθιά ριζοσπαστικό αλλά ταυτόχρονα και ρεαλιστικό και υλοποιήσιμο”. Από τότε όμως κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Η πανδημία αντί να υποχωρήσει, θέριεψε. Οι νεκροί ξεπέρασαν τις 20.000. Η μετάλλαξη “Όμικρον” θερίζει και απειλεί ολόκληρο τον πλανήτη. Το λοκντάουν ίσως καταστεί αναπόφευκτο μετά τις γιορτές. Σε συνδυασμό δε με την ενσκήψασα ακρίβεια μπορεί να έχει ολέθρια αποτελέσματα στην οικονομία και την κοινωνική συνοχή. Στο τιμόνι του ΚΙΝΑΛ βρίσκεται ο Νίκος Ανδρουλάκης και οι δημοσκοπήσεις του δίνουν διψήφιο ποσοστό και μάλιστα με διαφορές που απειλούν ευθέως τη δεύτερη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον φυσικά συνεχιστεί η ανοδική τάση και δεν “ξεφουσκώσει”, όπως αναμένει η ηγεσία της Κουμουνδούρου.
Η αλλαγή των δεδομένων ήταν αυτή που έκανε τον Τσίπρα να ρίξει το γάντι των εκλογών στον Μητσοτάκη. Μέχρι και τον Οκτώβριο η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης φοβόταν μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες και γι’ αυτό όχι μόνον δεν έθετε θέμα εκλογών, αλλά και υποστήριζε πως οι εκλογές εν μέσω πανδημίας συνιστούν πράξη ανευθυνότητας. Τώρα, επειδή είναι βέβαιη ότι οι εκλογές θα γίνουν, όπως λέει ο πρωθυπουργός, στο τέλος της τετραετίας, ζητά και μάλιστα σε υψηλούς τόνους να γίνουν άμεσα εκλογές. Είναι προφανές ότι θα πρέπει να βρει περισσότερα επιχειρήματα για να στηρίξει το αίτημα για εκλογές όταν η “Όμικρον”, όπως και η Κουμουνδούρου παραδέχεται, μπορεί να τινάξει τα πάντα στον αέρα. Αν δεν βρεθεί μια ισορροπία ανάμεσα στην πανδημία και στις εκλογές τότε το αίτημα μπορεί να γυρίσει και σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ. Το επόμενο τρίμηνο, όλοι λένε, είναι κρίσιμο για την επέλαση της πανδημίας. Πως θα αντιμετωπιστεί αυτή; Με εκλογές; Ακόμη κι αν η κυβέρνηση υφίσταται φθορά από λαθεμένους έως και τραγικούς χειρισμούς, όπως έδειξε και η έκθεση των Τσιόδρα – Λύτρα, στην αντιμετώπιση της πανδημίας, η λύση στο πρόβλημα δεν (μπορεί να) είναι οι εκλογές.
Το επόμενο διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ, εκτός από το να καταγγέλει, και ορθώς, την κυβέρνηση για τις ελλείψεις, τις παραλείψεις και τα λάθη θα πρέπει να πει -υποστηρίζουν ακόμη και βουλευτές και στελέχη της Κουμουνδούρου- και αν είναι υπέρ της υποχρεωτικότητας και όχι μόνον της καθολικότητας των εμβολιασμών. Αν θα πρέπει να υπάρξουν πρόσθετα μέτρα (και ποια;), στην εστίαση και τις μετακινήσεις, αν χρειάζονται, ανάλογα με το ιικό φορτίο, τοπικά λοκντάουν και εάν επαναφέρει το αίτημά του για συμβούλιο πολιτικών αρχηγών υπό την Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να υπάρξει “εθνική απάντηση” στην πανδημία. Εάν τα κάνει όλα αυτά, τότε ναι ο Τσίπρας θα έχει κερδίσει το ηθικό πλεονέκτημα για να ζητά εκλογές. Και σίγουρα θα έχει πετύχει τον στόχο του: Αφενός να περιέλθει ο Μητσοτάκης σε θέση απολογούμενου και αφετέρου να μην αμφισβητηθεί, από τον Ανδρουλάκη, η πρωτοκαθεδρία του στην αντιπολίτευση. Εάν απλώς ρίχνει το σύνθημα για εκλογές τότε πρόσκαιρα μπορεί να κερδίζει τις εντυπώσεις ή να στρέφει τη συζήτηση αλλού και όχι στις δημοσκοπήσεις όμως τους όρους του παιχνιδιού, εφόσον φυσικά οι εξελίξεις στην πανδημία και την οικονομία, δεν απονομιμοποιήσουν την κυβέρνηση, θα συνεχίσει να τους βάζει ο πρωθυπουργός.
Βέβαια, συνομιλητές του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης υποστηρίζουν πως υπάρχει ένα στοιχείο στις δημοσκοπήσεις που δεν έχει προσεχθεί και το οποίο έχει διαλάθει και της προσοχής των αναλυτών. Μέχρι πρότινος το άθροισμα των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ ήταν μικρότερο από της ΝΔ κατά 2-3 μονάδες. Τώρα και στις τρεις δημοσκοπήσεις, που είναι ευνοϊκές για τη ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ (MARC, MRB, ALCO) το ποσοστό της ΝΔ υπολείπεται κατά 2-3 μονάδες από το άθροισμα των άλλων δύο. Το κυρίαρχο λοιπόν, λένε, δεν είναι το “φούσκωμα” του ΚΙΝΑΛ ή η μικρή υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η φθορά της ΝΔ και ο σχηματισμός προοδευτικής πλειοψηφίας. Το πως τελικά θα κατανεμηθούν τα ποσοστά ανάμεσα στα δύο κόμματα της Κέντρο-Αριστεράς θα το δούμε, λένε, αργότερα στις δημοσκοπήσεις και σίγουρα στις κάλπες. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Αλέξης Τσίπρας όχι μόνον αποφεύγει να κατηγορήσει τους δημοσκόπους για “τεχνητό φούσκωμα” του ΚΙΝΑΛ, αλλά και τείνει χείρα φιλίας στον νέο επικεφαλής της Χαριλάου Τρικούπη. Θεωρεί πως ο χρόνος θα δείξει αν μπορεί το ΚΙΝΑΛ να …αναστηθεί, είναι σίγουρος ότι τόσο η θέση του ΣΥΡΙΖΑ (αξιωματική αντιπολίτευση) όσο και η δική του (οιωνεί πρωθυπουργός) στο δικομματικό παιχνίδι δεν αμφισβητείται από τις εξελίξεις στη Χαριλάου Τρικούπη, ενώ, σύμφωνα με τα λεγόμενα υψηλόβαθμων πασοκογενών της Κουμουνδούρου, ο Ανδρουλάκης δεν θα μπορεί για πολύ ακόμη να “δοξάζεται κρυπτόμενος” και θα …φάει τα μούτρα του αν δεν απαντήσει θετικά στο τριπλό αίτημα Τσίπρα: εκλογές, να φύγει η ΝΔ και να υπάρξει προοδευτική διακυβέρνηση. Σημειώνουμε πως ορισμένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν τα πειράζει, λένε, ακόμη και να πάει στο 18% το ΚΙΝΑΛ αρκεί ο ΣΥΡΙΖΑ να μην πέσει κάτω από το 25% και η ΝΔ να βρίσκεται στην περιοχή του 30% ώστε, ακόμη κι αν συμμαχούσε με το κόμμα του Βελόπουλου, να μην υπάρχει δεξιά πλειοψηφία!
Ειδικά για το θέμα της Προοδευτικής Διακυβέρνησης η συμφωνία και στο Πολιτικό Συμβούλιο είναι ότι αυτή θα πρέπει να είναι προγραμματική. Και θα επιδιωχθεί όταν έλθει, αν έλθει, η ώρα της. Δηλαδή μετά τις εκλογές. Μέχρι τότε και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ είναι θεμιτό να έχουν τις δικές τους προσεγγίσεις, όπως θεμιτός είναι και ο ανταγωνισμός των δύο κομμάτων για μεγαλύτερη επιρροή στην κοινωνία και στους ψηφοφόρους. “Η αντικατάσταση των πολιτικών της ΝΔ είναι”, για τα μέλη του Πολιτικού συμβουλίου, “το μείζον και η βάση για Προοδευτική Διακυβέρνηση”, ενώ απαράβατος όρος θα είναι “να μην συμμετέχει η ΝΔ σε οποιοδήποτε σχήμα διακυβέρνησης”. Μέχρι να οδηγηθούν όμως στην Προοδευτική Διακυβέρνηση θα πρέπει να συμφωνήσουν τι εννοούν όταν λένε αριστερά και που. Αριστερά στο κόμμα ή στην κοινωνία; Και να απαντήσουν σε σοβαρά και βασικά θέματα, όπως ποια είναι η κοινωνική συμμαχία που θα υποστηρίξει το άλλο μοντέλο παραγωγής, στο οποίο ομνύουν ορισμένοι, και ιδιαίτερα της αριστερής πτέρυγας, και ποιος είναι αυτό; Τα ερωτήματα δεν είναι δικά μας, αλλά μέλους του Πολιτικού Συμβουλίου και αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού ουκ ολίγων στον ΣΥΡΙΖΑ. Και ενδεχομένως θα καθυστερήσουν να δοθούν οι απαντήσεις εάν η “Όμικρον” σαρώσει και το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Αλέξης Τσίπρας φέρεται αποφασισμένος να το κάνει. Όμως ουδείς μπορεί να του εγγυηθεί ποιά θα είναι η κατάσταση τον Φεβρουάριο, όταν και θα πρέπει να αρχίσουν να εκλέγονται οι αντιπρόσωποι για το συνέδριο. Όχι εκλογές ούτε συνέδρια ίσως να μην μπορέσουν να κάνουν τα κόμματα. Εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ, συνέδρια έχουν και το ΚΙΝΑΛ και η ΝΔ. Αυτά όχι στα τέλη του …κουτσοφλέβαρου, αλλά τον …παλουκοκάφτη Μάρτιο.
Πρώτη δημοσίευση στο Matrix24