Έσοδα της τάξης των 8 τρισ. δολ. αποφέρουν οι 500 μεγαλύτερες οικογενειακές επιχειρήσεις παγκοσμίως, όπως προκύπτει από έρευνα της EY και του Πανεπιστημίου του St. Gallen στην Ελβετία, ενώ σύμφωνα με τα ευρήματα, ανάμεσά τους βρίσκεται και μία ελληνική.
Ο λόγος για την Motor Oil, η οποία και περιλαμβάνεται στη λίστα με τις 500 μεγαλύτερες οικογενειακές επιχειρήσεις, καταλαμβάνοντας την 146η θέση, με έσοδα της τάξεως των 12,1 δισ. δολ. και απασχολώντας 2.990 άτομα.
Στην «κορυφή» της λίστας βρίσκεται η Wal-Mart (με 572,8 δισ. δολ. έσοδα και 2,3 εκατ. άτομα προσωπικό). Την top δεκάδα συμπληρώνουν οι Berkshire Hathaway, Cargill, Schwarz Group, Ford Motor Company, Bayerische Motoren Werke AG (BMW), Koch Industries, Comcast Corp., Dell Technologies, Reliance Industries Ltd..
Σε ό,τι αφορά τα συμπεράσματα της έρευνας, οι 500 μεγαλύτερες οικογενειακές επιχειρήσεις στον κόσμο διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα, παρουσιάζοντας ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης από το σύνολό της. Συλλογικά, αποφέρουν έσοδα 8,02 τρισ. δολαρίων και απασχολούν 24,5 εκατ. ανθρώπους, σε 47 χώρες – αριθμοί που, ως προς τα έσοδα, τις κατατάσσουν σχηματικά ως την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία, μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Η έκδοση του Δείκτη της EY και του Πανεπιστημίου του St. Gallen στην Ελβετία περιλαμβάνει μια κατάταξη των 500 μεγαλύτερων οικογενειακών επιχειρήσεων στον κόσμο βάσει εσόδων και εκδίδεται κάθε δύο χρόνια.
Σύμφωνα με την τελευταία έκδοση της έρευνας, τα έσοδά τους ήταν αυξημένα κατά 10% το 2022 σε σχέση με το 2021.
Η μακροζωία και η σταθερότητα συνεχίζουν να αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά των εταιρειών που περιλαμβάνονται στον Δείκτη του 2023, καθώς περισσότερες από τις τρεις στις τέσσερις (76%) υπάρχουν εδώ και περισσότερο από 50 χρόνια, ενώ σχεδόν το ένα τρίτο (31%) ξεπερνούν τον έναν αιώνα λειτουργίας. Η εικόνα αυτή ενισχύεται περαιτέρω από τη δομή των διοικητικών τους συμβουλίων, με σχεδόν το ένα τέταρτο όλων των θέσεων ΔΣ (23%) να κατέχονται από μέλη της ιδρυτικής οικογένειας, ενώ σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις (45%) έχουν μέλη της οικογένειας ως Διευθύνοντες Συμβούλους.
Οι περισσότερες εταιρείες της κατάταξης έχουν την έδρα τους στην Ευρώπη (46%). Συνολικά, ακριβώς οι μισές επιχειρήσεις βρίσκονται στην περιοχή της Ευρώπης, Μέσης Ανατολής, Ινδίας και Αφρικής (EMEIA), ενώ η Αμερικανική ήπειρος φιλοξενεί το 34% και η περιοχή Ασίας-Ειρηνικού το 16%. Στην κορυφή του Δείκτη της EY και του Πανεπιστημίου του St. Gallen βρίσκονται οι οικογενειακές επιχειρήσεις που απευθύνονται στο καταναλωτικό κοινό (37%), ενώ ακολουθούν οι εταιρείες του κλάδου προηγμένης βιομηχανίας και κινητικότητας (29%).
Παρά το γεγονός ότι οι επιτυχημένες οικογενειακές επιχειρήσεις αναγνωρίζονται ως ευέλικτες, καινοτόμες και με διακριτά καθορισμένο εταιρικό σκοπό, έχουν ακόμα σημαντικό δρόμο να διανύσουν σε ό,τι αφορά την ίση αντιπροσώπευση των φύλων στον εργασιακό χώρο, όπως σημειώνεται. Παγκοσμίως, περίπου το 6% έχει γυναίκα Διευθύνουσα Σύμβουλο, ενώ οι γυναίκες κατέχουν μόλις το 23% όλων των θέσεων στα διοικητικά συμβούλιά τους. Η Βόρεια Αμερική και η Ευρώπη ξεχωρίζουν όσον αφορά τις γυναίκες που κατέχουν θέση Διευθύνοντος Συμβούλου, αλλά και πάλι δεν ξεπερνούν το 7%. Ως προς την κατανομή των εδρών στα διοικητικά συμβούλια μεταξύ των μελών της οικογένειας, η Ευρώπη πρωτοπορεί, με τις γυναίκες να καταλαμβάνουν το 25% των εδρών που αναλογούν στην ιδρυτική οικογένεια, ξεπερνώντας τον παγκόσμιο μέσο όρο του 20%.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης, η κυρία Ευτυχία Κασελάκη, Εταίρος στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών και Συμβουλευτικών Υπηρεσιών Ανθρώπινου Δυναμικού, και Επικεφαλής Ιδιωτικού Τομέα της EY Ελλάδος, δήλωσε: «Ο Δείκτης της EY και του Πανεπιστημίου του St.Gallen αποτελεί μία ενδιαφέρουσα ακτινογραφία των μεγαλύτερων οικογενειακών επιχειρήσεων του κόσμου. Επιβεβαιώνει, κυρίως, τον δυναμισμό και τις προοπτικές των επιχειρήσεων αυτών, καθώς βλέπουμε ότι αναπτύσσονται ταχύτερα από την παγκόσμια οικονομία, αλλά μάς δίνει και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την ανθεκτικότητά τους στον χρόνο και την προσαρμοστικότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τις μεγάλες κοινωνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές και τεχνολογικές αλλαγές της εποχής μας. Το βάρος πέφτει σήμερα στην επόμενη γενιά των οικογενειών πίσω από αυτές τις επιχειρήσεις, που καλούνται να τις μετασχηματίσουν βιώσιμα, απαντώντας στις προκλήσεις του σήμερα, ώστε να συνεχίσουν να παράγουν προστιθέμενη αξία για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη τους, στο ευμετάβλητο τεχνοοικονομικό περιβάλλον του αύριο».