Ο Βαγγέλης Βενιζέλος τάραξε, το τελευταίο διάστημα, τα νερά στο χώρο του λεγόμενου “προοδευτικού” κέντρου τόσο με τις τοποθετήσεις του επί της γνωμοδότησης Ντογιάκου για την ΑΔΑΕ όσο και γενικότερα με τις τοποθετήσεις του στο μείζον θέμα των παρακολουθήσεων, για το οποίο εξέφρασε την ευθεία αντίθεσή του, πολιτική και επιστημονική, στους χειρισμούς της κυβέρνησης. Το ποτήρι ξεχείλισε, βέβαια, με τη συμμετοχή του στην εκδήλωση με τίτλο «Μένουμε Ευρώπη;» και υπότιτλο «Υποκλοπές, Δικαιώματα και Κράτος Δικαίου». Πολιτικοί από τον χώρο του Κέντρου, ανάμεσά τους η Άννα Διαμαντοπούλου, επέκριναν τον πρώην υπουργό για την συμμετοχή του σε αυτήν, εστιάζοντας κυρίως στο “ερωτηματικό”.
Σήμερα, ωστόσο, ένα εικοσιτετράωρο μετά την πραγματοποίηση της συγκεκριμένης εκδήλωσης γίνεται “ηλίου φαεινότερo” ότι το πρόβλημα δεν έγκειται στο σημείο στίξης, αλλά στο περιεχόμενο, πολιτικό και επιστημονικό, των τοποθετήσεων του διακεκριμένου συνταγματολόγου. Αφορμή τα όσα είπε στην ομιλία του ο Βαγγέλης Βενιζέλος, αποδεικνύοντας ουσιαστικά ότι παρά τον νομότυπο χαρακτήρα τους οι “νόμιμες επισυνδέσεις” σε βάρος των Αρχηγών των Ενόπλων Δυνάμεων ήταν «παράνομες» και πολιτικά λάθος.
«Θα κατανοούσα τις αντιδράσεις για το ερωτηματικό στο “Μένουμε Ευρώπη”, υπό την προϋπόθεση ότι όποιος ή όποια έσπευσε να υπερασπιστεί την ακεραιότητα του “Μένουμε Ευρώπη”, τελεία και παύλα, εύρισκε να πει δυο λέξεις και για το απόστημα των υποκλοπών. Για την οργανωμένη εκστρατεία αποτροπής των ελέγχων της ΑΔΑΕ και συκοφάντησης του προέδρου της, λαμπρού δικαστικού λειτουργού Χρήστου Ράμμου που επιλέχθηκε το 2018 από τη Διάσκεψη των Προέδρων, με αυξημένη πλειοψηφία 4/5 και με πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ και όχι του ΣΥΡΙΖΑ». Αυτό είπε στην ομιλία του ο Βαγγέλης Βενιζέλος και αποδέκτης ήταν προφανώς η Άννα Διαμαντοπούλου η οποία είχε κάνει το σχετικό σχόλιο.
Η απάντηση στον πρώην υπουργό ήρθε, ωστόσο, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος ενέπλεξε τον πρώην υπουργό στην αντιπαράθεσή του με τον Αλέξη Τσίπρα στο πλαίσιο της συζήτησης της πρότασης δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση για το θέμα των παρακολουθήσεων. «Τον αγαπήσατε τον Βενιζέλο ξαφνικά. Αφού τον κρεμάσατε στα μανταλάκια, τώρα τον αγαπήσατε» είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης απευθυνόμενος στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και πρόσθεσε: «Αλλά ο κ. Βενιζέλος μας έλεγε ότι επί της αρχής δεν μπορεί να παρακολουθείται κανένα πολιτικό πρόσωπο. Αναγκάστηκε να ανασκευάσει. Δύσκολο για τον ίδιο, αλλά πρέπει αναγνωρίσει ότι δεν είναι παντογνώστης». Ο πρωθυπουργός άφησε και στη συνέχεια αιχμές κατά του Βενιζέλου, για τη συμμετοχή του στην συγκεκριμένη εκδήλωση, λέγοντας: «Εμείς κ. Τσίπρα “Μένουμε Ευρώπη”. Χωρίς ερωτηματικό, χωρίς αστερίσκους και χωρίς υποσημειώσεις. Το ερώτημα είναι αν εσείς μένετε Μαδούρο».
Και προφανώς, επειδή είναι «δύσκολο για τον ίδιο» (τον Βενιζέλο), να μην απαντήσει, ο πρώην υπουργός απάντησε αμέσως και στη βάση του επιστημονικά γνωστικού αντικειμένου του. Σε ό,τι αφορά δε το πολιτικό σκέλος υπογράμμισε στην ανάρτησή του ότι «το ποιος προσχώρησε στην άποψη ποιου είναι αντικείμενο αξιολόγησης κάθε επιμελούς αναγνώστη των όσων έχουν γραφτεί για το ζήτημα των υποκλοπών από τον Αύγουστο 2022 έως σήμερα».
Αναλυτικά η ανάρτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου
«Υποκλοπές και πολιτικά πρόσωπα: τι είχε υποστηριχθεί και τι προβλέπει τελικά ο ν. 5002/202
»Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 3 του πρόσφατα ψηφισμένου νόμου 5002/2022, «Το αίτημα για άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας, που αφορά πολιτικά πρόσωπα, υποβάλλεται μόνο από την Ε.Υ.Π. και οφείλει να στηρίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία που καθιστούν άμεση και εξαιρετικά πιθανή τη διακινδύνευση της εθνικής ασφάλειας. Το αίτημα, μαζί με τα στοιχεία που το συνοδεύουν, υποβάλλεται από τον Διοικητή της Ε.Υ.Π. στον Πρόεδρο της Βουλής, προκειμένου να χορηγήσει σχετική άδεια εντός προθεσμίας είκοσι τεσσάρων (24) ωρών.
»Αν δεν υπάρχει Βουλή, την άδεια του δεύτερου εδαφίου χορηγεί ο Πρόεδρος της τελευταίας Βουλής ή, αν αυτός αρνείται ή δεν υπάρχει, ο Πρωθυπουργός. Αν το αίτημα αφορά στον Πρόεδρο της Βουλής, ή αν δεν υπάρχει Βουλή στον Πρόεδρο της τελευταίας Βουλής, την άδεια χορηγεί ο Πρωθυπουργός. Μόνο εάν χορηγηθεί η άδεια της παρούσας, μπορεί το αίτημα να υποβληθεί στον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3649/2008 για τη συνέχιση της διαδικασίας. Στην περίπτωση της παρούσας, ο Πρόεδρος της Βουλής, ο Πρόεδρος της τελευταίας Βουλής ή ο Πρωθυπουργός, κατά περίπτωση, δεν τηρεί σχετικό αρχείο.»
»Με τη διάταξη αυτή εισάγονται ειδικές αυξημένες εγγυήσεις για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών πολιτικού προσώπου. Η ουσιαστική αρμοδιότητα ανατίθεται στον Πρόεδρο της Βουλής. Επιπλέον το φάσμα των πολιτικών προσώπων διευρύνεται με την περ. β του άρθρου 3 του ίδιου νόμου. Η ρύθμιση αυτή δεν σέβεται πλήρως τα άρθρα 61 και 62 του Συντάγματος, είναι όμως ένα σημαντικό και ευπρόσδεκτο νομοθετικό βήμα. Αυτό ήταν το σχόλιο μου όταν δόθηκε στη δημοσιότητα το σχέδιο του ν. 5002/2022.
»Η κυβέρνηση προσχώρησε στη θέση ότι υπάρχει ειδικό συνταγματικό καθεστώς για τα πολιτικά πρόσωπα, για λόγους προστασίας της δημοκρατίας. Η άδεια του Προέδρου της Βουλής προφανώς θεωρείται από τον νομοθέτη υποκατάστατο της άδειας της Βουλής. Για μήνες ακούγαμε την πολιτική επιχειρηματολογία ότι «κανείς δεν εξαιρείται από τις παρακολουθήσεις», ότι «όλοι είναι ίσοι ενώπιον της ΕΥΠ», ότι «για όλους αποφασίζει ο/η εισαγγελέας της ΕΥΠ, ακόμη και για την ΠτΔ».
»Το ποιος προσχώρησε στην άποψη ποιου είναι αντικείμενο αξιολόγησης κάθε επιμελούς αναγνώστη των όσων έχουν γραφτεί για το ζήτημα των υποκλοπών από τον Αύγουστο 2022 έως σήμερα».
Επέμεινε στην ενοχή Μητσοτάκη ο Τσίπρας και μίλησε για πρωτοφανή εκτροπή
Αθώος ο Λευτέρης Κρέτσος για τον διαγωνισμό σχετικά με τις τηλεοπτικές άδειες
Υπέρ της πρότασης μομφής και το ΠΑΣΟΚ, αλλά με μπηχτές για «σύμπραξη» Τσίπρα-Μητσοτάκη