Ισχυρή αποδείχθηκε η ζήτηση για το πρώτο ομόλογο του ελληνικού δημοσίου μέσα στο 2023, με τις συνολικές προσφορές των επενδυτών να ξεπερνούν τα 22 δισ. ευρώ.
Το ελληνικό δημόσιο, μέσω της δημοπρασίας του 10ετούς τίτλου, άντλησε το ποσό των 3,5 δισ. ευρώ, δηλαδή άνω του στόχου των 2 έως 3 δισ. ευρώ.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με πληροφορίες του newmoney, το τελικό επιτόκιο καθορίστηκε κάτω του 4,35% (mid swap + 156 μονάδες βάσης), παρότι η αρχική εκτίμηση κυμαινόταν στο 4,5% (mid swap + 175 μονάδες βάσης).
Την έκδοση «έτρεξαν» οι τράπεζες Barclays, BofA Securities, Commerzbank, Goldman Sachs, JP Morgan και Societe Generale.
«Χτίζουμε ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα, ακολουθούμε μια συνετή δημοσιονομική πολιτική και εφαρμόζουμε μεταρρυθμίσεις, έτσι ώστε να στηρίζουμε, γενναία, για όσο χρειαστεί, νοικοκυριά και επιχειρήσεις και να ενισχύσουμε, ακόμη περισσότερο, τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας» ήταν το σχόλιο του υπουργού Οικονομικών, Χρήστου Σταϊκούρα.
Με την εν λόγω δημοπρασία, η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να αξιοποιήσει την πρόσφατη μείωση των αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης, λόγω της επιβράδυνσης του πληθωρισμού και της προοπτικής μικρότερων αυξήσεων στα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών.
Αυτήν τη στιγμή, ενδεικτικά, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου στις αγορές κυμαίνεται στο 4,2%, ενώ την Παρασκευή είχε υποχωρήσει ακόμη και στο 4%, απέχοντας παρασάγγας από τα υψηλά επίπεδα του Οκτωβρίου, όταν είχε ξεπεράσει το ψυχολογικό όριο του 5%.
Tα spreads (απόκλιση σε σχέση με την απόδοση του γερμανικού ομολόγου), παράλληλα, καθορίζονται στις 204 μονάδες βάσης, Στα τέλη Οκτωβρίου, αντίθετα, ξεπερνούσαν τις 270 μ.β.
Ας σημειωθεί ότι οι δανειακές ανάγκες της χώρας για το 2023 καθορίζονται στα 15,4 δισ. ευρώ, με τον ΟΔΔΗΧ να στοχεύει στην άντληση 7 δισ. ευρώ από τις αγορές (το 50% αντλήθηκε από τη σημερινή έκδοση). Τα υπόλοιπα χρήματα θα προέλθουν από άλλες πηγές (αποκρατικοποιήσεις κ.α.).
Μην ξεχνάμε ότι η σημερινή δημοπρασία λαμβάνει χώρα σε μια σχετικά ευνοϊκή συγκυρία για τη χώρα, η οποία προσβλέπει στην άμεση ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τους οίκους αξιολόγησης. Μάλιστα, εφόσον δεν μεσολαβούσαν οι εκλογές, πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι ο εν λόγω στόχος θα είχε ήδη επιτευχθεί.