Στην απόφαση πολλών αμερικανικών εταιρίων να επιστρέψουν το κομμάτι της παραγωγής τους στις ΗΠΑ – παρά το υψηλό κόστος και τους φόρους – λόγω της κατάρρευσης των εφοδιαστικών αλυσίδων και της εξάρτησης από την Κίνα αναφέρεται ανταπόκριση της Deutsche Welle από τη Νέα Υόρκη.
Για πολλές δεκαετίες αμερικανικές εταιρίες μετέφεραν την παραγωγή στο εξωτερικό λόγω χαμηλότερου μισθολογικού κόστους και φθηνότερων πρώτων υλών. Η παγκοσμιοποίηση συμπίεσε τα κόστη, αύξησε το περιθώριο κέρδους και έκανε πάμπλουτες αναρίθμητες αμερικανικές επιχειρήσεις.
Η πανδημία ωστόσο απέδειξε πόσο ευάλωτο είναι αυτό το κατασκεύασμα. Η επιστροφή της αμερικανικής οικονομίας στην ανάπτυξη δεν αποκλείεται να τορπιλίσει την ανάκαμψη πολλών επιχειρήσεων. Παντού υπάρχουν ελλείψεις πρώτων υλών και προμηθευτών.
Ο τζίρος του αμερικανικού κολοσσού Apple μειώθηκε το τρίτο τρίμηνο του 2021 κατά 6 δις δολάρια, ενώ η εταιρία αθλητικών ειδών Nike μειώνει αναγκαστικά την παραγωγή της κατά 160 εκατομμύρια αθλητικά παπούτσια λόγω μείωσης της παραγωγής στο Βιετνάμ.
Όλο και περισσότερες αμερικανικές εταιρίες γυρίζουν την πλάτη στο εξωτερικό και επαναπατρίζουν την παραγωγή επιδιώκοντας να εκμηδενίσουν τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, τα οποία ταλανίζουν την παγκόσμια οικονομία. Ήδη από το 2019, όταν ξεκινούσε ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας, πολλές αμερικανικές εταιρίες είχαν αποφασίσει να αποσυρθούν σταδιακά από ασιατικές χώρες για να περιορίσουν την εξάρτηση από αυτές.
Τον Μάρτιο η εταιρεία επεξεργαστών Ιntel ανακοίνωσε ότι θα επενδύσει 20 δις δολάρια σε δύο μονάδες παραγωγής στην Αριζόνα. Από την πλευρά του ο κολοσσός General Motors αποφάσισε να μεταφέρει την παραγωγή μπαταριών για ηλεκτροκίνητα από το εξωτερικό στο Μίσιγκαν, ενώ η εταιρία παραγωγής χάλυβα U.S. Steel ενημέρωσε πρόσφατα την κοινή γνώμη ότι προτίθεται να κατασκευάσει ένα νέο εργοστάσιο συνολικού κόστους 3 δις δολαρίων είτε την Αλαμπάμα, είτε στο Αρκάνσας.
Σύμφωνα με την Reshoring Initiative, μια πρωτοβουλία για την τόνωση της αμερικανικής οικονομίας, περισσότερες από 1.800 αμερικανικές εταιρίες προτίθενται να μεταφέρουν είτε εν μέρει, είτε εξ ολοκλήρου την παραγωγή τους πίσω στις ΗΠΑ. Μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται να δημιουργηθούν έτσι 220.000 νέες θέσεις εργασίας επί αμερικανικού εδάφους. Συγκριτικά το 2010 οι νέες θέσεις εργασίας από μεταφορά παραγωγής στις ΗΠΑ ήταν μόλις 6.000. Σήμερα οι περισσότερες θέσεις εργασίας δημιουργούνται σε τομείς με μεγάλα προβλήματα στις εφοδιαστικές τους αλυσίδες, όπως είναι η παραγωγή μικροτσίπ, μπαταριών για την ηλεκτροκίνηση και φαρμακευτικών προϊόντων.
Κατά την εκτίμηση του Χάρι Μόουζερ, επί 22 χρόνια επικεφαλής εταιρίας παραγωγής εργαλείων, δεν αρκούν οι προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης για επαναπατρισμό μεγάλων εταιριών και εξηγεί: «Το κόστος παραγωγής στις ΗΠΑ είναι 15% υψηλότερο από ότι στη Γερμανία και 40% υψηλότερο απ΄ ότι στην Κίνα». Για να διασφαλιστεί ένα βιώσιμο συγκριτικό πλεονέκτημα για όσους παράγουν στις ΗΠΑ προτείνει μείωση των φόρων και μακροπρόθεσμες επενδύσεις στην εκπαίδευση εξειδικευμένου προσωπικού.
Ο Χάρι Μόουζερ θεωρεί ότι η τάση επιστροφής μεσαίων και μεγάλων εταιριών στις ΗΠΑ θα διαρκέσει ενισχύοντας κυρίως την αμερικανική αγορά εργασίας. Σύμφωνα με την δεξαμενή σκέψης Economic Policy Institutes στην Ουάσιγκτον κάθε νέα θέση εργασίας στην παραγωγή δημιουργεί επιπλέον πέντε θέσεις εργασίας. Και στην παραγωγή καταναλωτικών αγαθών, όπως αυτοκίνητα και πλυντήρια, ο πολλαπλασιαστής ξεπερνά μάλιστα το επτά.