Αλλιώς σκεπτόταν την επίσκεψή του στη Ρωσία ο πρωθυπουργός πριν από μερικούς μήνες, όταν είχε αποφασιστεί κι αναζητείτο η προσφορότερη ημερομηνία, κι αλλιώς θα βρει τα πράγματα σήμερα, στη συνάντηση που θα έχει στο Σότσι με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Οι διμερείς σχέσεις έχουν επιδεινωθεί όχι μόνο με ευθύνη της ελληνικής πλευράς, αλλά στην πολιτική αυτό που μετρά είναι το αποτέλεσμα κι όχι οι όποιες αιτίες.
Πρώτο μεγάλο εμπόδιο που θα συναντήσει ο κ. Μητσοτάκης είναι η καθαρή θέση που έχει λάβει η ελληνική κυβέρνηση σχετικά με τα όσα συμβαίνουν στα σύνορα Πολωνίας- Λευκορωσίας. Η Ελλάδα έχει παρομοιάσει την κατάσταση με εκείνη που αντιμετώπισε στον Έβρο τον Μάρτιο του 2020, έχει ταχθεί καθαρά και χωρίς περιστροφές με την «σκληρή» ευρωπαϊκή γραμμή εναντίον της Λευκορωσίας, την οποία βεβαίως στηρίζει πλήρως η Μόσχα και ο ίδιος ο Πούτιν.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι η προσπάθεια της Ελλάδας να προσεταιριστεί τη Ρωσία στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών. Η Μόσχα έχει πολλές φορές ταχθεί υπέρ της εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου, σε αντίθεση με τις αποσταθεροποιητικές ενέργειες της Τουρκίας, ενώ παράλληλα έχει διαφορετικά συμφέροντα με τους Τούρκους σε μια σειρά περιφερειακών μετώπων (πχ Συρία, Λιβύη κλπ). Ωστόσο εκτιμά δεόντως ότι η Τουρκία παίζει κορώνα-γράμματα τη σχέση της με τη Δύση προκειμένου να αγοράσει και να τοποθετήσει στα εδάφη της τους πυραύλους S-400, ενώ (πέραν αυτού) θεωρεί την Άγκυρα ως μια περιφερειακή υπερδύναμη με την οποία έχει πολλά οικονομικά και γεωπολιτικά κοινά συμφέροντα, κι έτσι πολύ δύσκολα θα στρεφόταν εναντίον της Τουρκίας προκειμένου να συμφωνήσει με την Ελλάδα λχ σε μια πρόταση διευθέτησης της ναυσιπλοΐας στο Αιγαίο, που θα έδινε στην Αθήνα τη σιωπηρή έγκριση των Ρώσων για επέκταση των χωρικών υδάτων. Κι αυτό θεωρείται σήμερα εκτός πραγματικότητας, παρά που προφανώς θα τεθεί από τον κ. Μητσοτάκη στον κ. Πούτιν.
Τρίτο μεγάλο πρόβλημα είναι οι σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με το Πατριαρχείο της Μόσχας. Το τελευταίο, που στηρίζει ο πρόεδρος Πούτιν με κάθε τρόπο, έχει από παλιά αρχίσει να διεκδικεί τα πρωτεία στην παγκόσμια Ορθόδοξη Κοινότητα, ενώ η Ελλάδα στηρίζει την πρωτοκαθεδρία του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης.
Τέταρτο μεγάλο πρόβλημα είναι η εκρηκτική κατάσταση στην Ουκρανία. Το ΝΑΤΟ -μέλος του οποίου είναι η Ελλάδα- απειλεί ανοικτά τη Ρωσία εάν υπάρχει έστω υπόνοια εισβολής, ενώ αντίθετα η Μόσχα θεωρεί πολύ ενοχλητική την χρήση του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης από τις ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις, προκειμένου να μεταφέρουν από εκεί στρατεύματα που είναι προφανές ότι θα τεθούν στο πλευρό της Ουκρανίας, εάν και εφ’ όσον υπάρξει σύρραξη.
Όλα αυτά συνιστούν ένα προβληματικό πολιτικό τοπίο εντός του οποίου γίνεται η σημερινή συνάντηση, από την οποία δεν μπορούμε να περιμένουμε ουσιαστικά αποτελέσματα στα θέματα αυτά. Αντ’ αυτών αναμένονται συμφωνίες για συμμετοχή ρωσικών εταιρειών σε μεγάλα έργα που εκτελούνται αυτό τον καιρό στην Ελλάδα, συμφωνίες για προώθηση το φυσικού αερίου ως του καταλληλότερου μεταβατικού καυσίμου αυτής της περιόδου, ενίσχυση του κύκλου εργασιών της Gazprom στη χώρα μας και συμφωνίες για επενδύσεις και ενίσχυση του τουριστικού ρεύματος των Ρώσων σε ελληνικά θέρετρα.