Εκτενές ρεπορτάζ για τις συνθήκες της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα και τις απειλές που δέχεται η ελευθερία του τύπου στη χώρα δημοσιεύουν στο αυριανό τους φύλλο οι New York Times. Το ρεπορτάζ με τίτλο «Πόσο ελεύθερος είναι ο τύπος στη γενέτειρα της Δημοκρατίας;» έχει ήδη δημοσιευθεί στον δικτυακό τόπο της δημοφιλούς αμερικανικής εφημερίδας και όσα αναφέρει για την κατάσταση στην ελληνική δημοσιογραφία δείχνουν, τουλάχιστον, ντροπιαστικά.
Στο ρεπορτάζ των Lauren Markham και Λύδιας Εμμανουηλίδου μιλούν οι δημοσιογράφοι Σταύρος Μαλιχούδης, Ελίζα Τριανταφύλλου και Θοδωρής Χονδρογιαννος, των Solomon, Reporters United και Inside Story αντίστοιχα αλλά και ο Στέφανος Λουκόπουλος από την οργάνωση Vouliwatch. Οι δημοσιογράφοι μιλούν για την υπόθεση των παρακολουθήσεων, των οποίων ο δημοσιογράφος Σ. Μαλιχούδης ήταν από τους πρώτους στόχους, τη χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης και τους κινδύνους και τα εμπόδια που έχουν αντιμετωπίσει, ως επί το πλείστον, από τις ίδιες τις κρατικές αρχές.
«Φοβήθηκα πολύ», λέει ο Σ. Μαλιχούδης για τη στιγμή της ανακάλυψης της παρακολούθησής του, υπόθεση που αποκάλυψε η Εφσυν, «Όταν μιλούσα με τη μητέρα μου, με τους φίλους μου, με τις πηγές μου, ένιωθα πραγματικά εκτεθειμένος». Σταμάτησε σε μεγάλο βαθμό να χρησιμοποιεί το τηλέφωνό του είπε στους NYT.
Η υπόθεση των παρακολουθήσεων και η κάλυψή της από την πλειονότητα των μέσων είναι ένα από τα βασικά θέματα που απασχολούν το άρθρο: «Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να δώσουν μεγάλη προσοχή τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης και το ευρύ κοινό», ενώ συνδυάζει τις αναφορές με το πως έχουν χειριστεί οι αρχές δημοσιογράφους που καλύπτουν το προσφυγικό: «Σήμερα, όποιος δημοσιογράφος καλύπτει τις αφίξεις προσφύγων στα νησιά του Αιγαίου ή στα χερσαία σύνορα του Έβρου με την Τουρκία κινδυνεύει να συλληφθεί. Οι δημοσιογράφοι αποφεύγουν την κάλυψη προσφύγων που φτάνουν στην Ελλάδα, φοβούμενοι ότι, όπως συμβαίνει με αρκετούς εργαζόμενους στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας που δικάζονται επί του παρόντος, θα μπορούσαν να κατηγορηθούν άδικα για εμπορία ανθρώπων και κατασκοπεία».
Ενδεικτικό του πως εκλαμβάνεται στο εξωτερικό η κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, είναι το σχόλιο των ίδιων των συντακτριών του ρεπορτάζ οι οποίες λένε: «Από τότε που ξέσπασε το σκάνδαλο των υποκλοπών, οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα έχουν γίνει ιδιαίτερα προσεκτικοί. Ελέγξαμε τα τηλέφωνά μας για λογισμικό υποκλοπής spyware, διαγράψαμε συνομιλίες με πηγές από τα τηλέφωνά μας για την προστασία τους και τώρα συνομιλούμε αποκλειστικά στο Signal ή αυτοπροσώπως από φόβο μήπως μας παρακολουθούν».
Οι συντάκτριες ζήτησαν και το σχόλιο του κυβερνητικού εκπροσώπου Γ. Οικονόμου για την κατάσταση της ελευθερίας του τύπου στην Ελλάδα ο οποίος δήλωσε: «Δημοκρατικές αξίες όπως το κράτος δικαίου, η ελευθερία του λόγου και η διαφάνεια βρίσκονται στο επίκεντρο αυτού που πρεσβεύει η ελληνική κυβέρνηση, το να υπαινίσσεσαι το αντίθετο είναι απλώς λάθος». Για να πάρει απάντηση στην επόμενη παράγραφο: «Παρά τη δήλωση αυτή, με εξωτερικά μέτρα η κατάσταση των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα είναι σαφώς σε καθοδική πορεία. Η παρακολούθηση των δημοσιογράφων έκανε την Ελλάδα να πέσει από την 70η στην 108η θέση στην τελευταία έκθεση για την ελευθερία του Τύπου των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα — τη χαμηλότερη κατάταξη σε όλη την Ευρώπη».
Αναφορά γίνεται και στην δολοφονία Καραϊβάζ: «η έρευνα φαίνεται να έχει σταματήσει επ’ αόριστον», ενώ για το ζήτημα του σκανδάλου των παρακολουθήσεων οι συντάκτριες αναρωτιούνται: «Τι έγινε με τα ΜΜΕ στην Ελλάδα; Πώς είναι δυνατόν η υπόνοια ότι η κυβέρνηση κατασκοπεύει δημοσιογράφους και ηγέτες της αντιπολίτευσης να αντιμετωπίζεται αρχικά με τόση αδιαφορία;».
Εκτενής είναι η εξιστόρηση της παρακολούθησης του δημοσιογράφου Θ. Κουκάκη, το ξετύλιγμα του νήματος Δημητριάδη, Intellexa και ΕΥΠ καθώς και οι πολύκροτες παραιτήσεις κυβερνητικών στελεχών με αφορμή τις αποκαλύψεις. «Θα συνεχίσουμε την έρευνά μας, δεν θα τρομοκρατηθούμε ούτε θα φοβηθούμε» λέει ο δημοσιογράφος Θ. Χονδρόγιαννος. Ανοίγοντας έτσι τη συζήτηση για την ανεξαρτησία των μέσων στην Ελλάδα.
Η Ε. Τριανταφύλλου από το Inside Story υπογραμμίζει ότι η βασική πρόκληση στα σύγχρονα ελληνικά μέσα ενημέρωσης είναι η έλλειψη οικονομικής ανεξαρτησίας, η οποία «χρόνο με το χρόνο επιδεινώνεται». Οι παραδοσιακές εταιρείες μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα τείνουν να λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση και ανήκουν σε πλούσιους επιχειρηματίες με άλλα συμφέροντα — όπως αυτοί που διευθύνουν μια ναυτιλιακή εταιρεία, μια εταιρεία τηλεπικοινωνιών και μια τράπεζα. «Κατά την άποψη των ανεξάρτητων δημοσιογράφων, αυτό σημαίνει ότι είναι δύσκολο να αναφερθεί οποιαδήποτε επικριτική ιστορία για την κυβέρνηση, αυτές τις επιχειρήσεις ή τους στενούς τους συνεργάτες» σημειώνουν οι NYT.
«Οι απειλές κατά της ελευθεροτυπίας στην Ελλάδα είναι τόσο τρομερές που τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συγκάλεσαν πρόσφατα μια συζήτηση στρογγυλής τραπέζης στην Αθήνα ώστε, μεταξύ άλλων, να διαπιστώσουν το βάθος των καταγγελιών για τις παρακολούθησεις» σημειώνουν οι συντάκτριες του ρεπορτάζ αναφερόμενες στην επίσκεψη και τις συναντήσεις που είχε η επιτροπή PEGA του Ευρωκοινοβουλίου πριν μερικές ημέρες.
Το ρεπορτάζ κλείνει με αναφορά στις αρνητικές αντιλήψεις των Ελλήνων για τη δημοσιογραφία, τη διάχυτη στην ελληνική κοινωνία δυσπιστία για τον τύπο, και τις επιρροές που δέχονται τύπος και δημοσιογραφία από πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα.
Ποιοι δεν θα πάνε τη Δευτέρα στην Επιτροπή Θεσμών για τις υποκλοπές