«Κατέλαβε το κράτος. Διέκοψε θητείες, κατέλαβε ανεξάρτητες αρχές, τη Δικαιοσύνη, έβαλε ανθρώπους της παντού. Η ζημιά που της προξενούν οι εξαιρέσεις που “της ξέφυγαν”, όπως ο κ. Ράμμος της ΑΔΑΕ, αποκαλύπτουν την ποινική έκθεση του επιτελικού κράτους. Ήρθαν με κρυφό πρόγραμμα ασυλίας και «απελευθέρωσης» για λίγους στο χρηματοπιστωτικό πεδίο, στην ενέργεια και αλλού, έκλεισαν παλιούς λογαριασμούς, εκποίησαν την εξωτερική πολιτική ως αντάλλαγμα εύνοιας προς το Μαξίμου»
Η συνέντευξη του βουλευτή Δυτικής Αττικής και Αναπληρωτή Τομεάρχη Εθνικής Άμυνας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Γιώργου Τσίπρα, στην Κυριακάτικη εφημερίδα ONE VOICE και τo δημοσιογράφο Γιώργο Σκορδίλη (13.11.2022):
– Η κυβέρνηση περιδινείται από σειρά σκανδάλων, με τελευταία την αποκάλυψη της δραστηριότητας του βουλευτή Πάτση και τις νέες αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις. Πού οδηγούν όλα αυτά;
Για μια κανονική κυβέρνηση, μια κρίση συνιστά πρόκληση προστασίας της κοινωνίας και της χώρας. Το Μαξίμου, αντίθετα, αντιλαμβάνεται όλες τις κρίσεις ως ευκαιρία. Εξαρχής είδε συνολικά τη διακυβέρνηση ως ευκαιρία για φίλους και για τον εαυτό του, με περιτύλιγμα «ανάπτυξης». Από κει ξεκινούν όλα.
Αποδείχτηκε η πιο αδίστακτη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Κατέλαβε το κράτος. Διέκοψε θητείες, κατέλαβε ανεξάρτητες αρχές, τη Δικαιοσύνη, έβαλε ανθρώπους της παντού. Η ζημιά που της προξενούν οι εξαιρέσεις που «της ξέφυγαν», όπως ο κ. Ράμμος της ΑΔΑΕ, αποκαλύπτουν την ποινική έκθεση του επιτελικού κράτους. Ήρθαν με κρυφό πρόγραμμα ασυλίας και «απελευθέρωσης» για λίγους στο χρηματοπιστωτικό πεδίο, στην ενέργεια και αλλού, έκλεισαν παλιούς λογαριασμούς, εκποίησαν την εξωτερική πολιτική ως αντάλλαγμα εύνοιας προς το Μαξίμου. Γέμισαν το Δημόσιο στρατιές μετακλητών και golden boys.
Γύρισαν τη χώρα δεκαετίες πίσω με τις έξω από κάθε ευρωπαϊκό κεκτημένο απευθείας αναθέσεις δισεκατομμυρίων και τις πελατειακές προσλήψεις εκτός ΑΣΕΠ. Τα κατάφεραν με την κάλυψη του μιντιακού τοπίου 108 και το μοίρασμα 50 δισ. με την πανδημία. Τα πρόσωπα που πρωτοστατούν στο πάρτι, όπως ο Πάτσης, βρίσκονται στο περιβάλλον του Μαξίμου και της κυβερνώσας παράταξης.
Η άλλη όψη αυτού του νομίσματος των αναθέσεων και των Πάτσηδων είναι οι υποκλοπές. Παραβίασαν αδίστακτα κάθε νομιμότητα. Αν νόμιζαν ότι με το εσωτερικό μιντιακό τοπίο και την Edelman δεν θα γίνουμε δακτυλοδεικτούμενοι διεθνώς, δεν είναι απλά αλαζόνες αλλά και ανόητοι.
Ο κ. Μητσοτάκης ως πολιτικό πρόσωπο έχει τελειώσει. Αρκεί αυτό;
– Την κυβέρνηση Μητσοτάκη κλυδωνίζει η γενικευμένη δυσφορία της κοινωνίας για το τσουνάμι ακρίβειας. Τι διαφορετικό θα έκανε μια προοδευτική κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, και ποια θα ήταν η πολιτική της έναντι των καρτέλ;
Ό,τι πω το έχω διατυπώσει δημόσια από καιρό. Δεν πρόκειται για απόψεις εκ των υστέρων.
Μια προοδευτική κυβέρνηση δεν θα είχε υιοθετήσει τη βίαιη απολιγνιτοποίηση. Δεν ήταν αφελές πυροτέχνημα, αλλά συνειδητό σχέδιο να δοθεί περισσότερος χώρος και υψηλότερες τιμές στην παραγωγή από φυσικό αέριο. Δεν θα είχε υιοθετήσει το target model με τρόπο που το σύνολο της πωλούμενης ενέργειας να περνά από το χρηματιστήριο όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη περνά μόνον το 1%-30%. Δεν θα είχε ιδιωτικοποιήσει τη ΔΕΗ και τη ΔΕΠΑ Εμπορίας και δεν θα έδινε το μάνατζμεντ των ΕΛΠΕ στον ιδιώτη μεγαλομέτοχο. Όλα αυτά, και περιορίζομαι στα «δεν», συνιστούν ήδη μια άλλη πολιτική.
Με την κορύφωση της κρίσης στην Ουκρανία, μια προοδευτική κυβέρνηση θα είχε παρέμβει στην αγορά ενέργειας, όπως έκαναν Γαλλία και Ιβηρική, επιβάλλοντας πλαφόν στο περιθώριο κέρδους των εταιριών ηλεκτροπαραγωγής και διάθεσης καθώς και διάθεσης του αερίου.
Το αυξημένο κόστος ενέργειας σε παραγωγούς, μεταφορείς κλπ είναι ο βασικότερος παράγοντας ακρίβειας στο ελληνικό σουπερμάρκετ. Είμαστε πρωταθλητές Ευρώπης στην εκτόξευση από το 2021 στο 2022. Αυτού του είδους ο πληθωρισμός θα αργήσει να πέσει ακόμη κι αν υποχωρήσουν οι διεθνείς τιμές γιατί επηρεάζει πολλούς κρίκους, από τον αγρότη και τη βιομηχανία μέχρι το μεταφορέα και το φούρνο, συν τους σχετικούς παράγοντες κερδοσκοπίας.
-Πάντως η κυβέρνηση κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι με τις προτάσεις της για μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του ΦΠΑ στα είδη ευρείας κατανάλωσης το Δημόσιο θα στερηθεί αναντικατάστατα έσοδα…
Το Δημόσιο αποδίδει κατά μέσο όρο στις ενεργειακές εταιρίες πάνω από 500 εκ. μηνιαίως, δηλαδή επιδοτούμενα υπερκέρδη, επιπλέον όσων απαιτούνται για να κρατιέται χαμηλά το οικιακό τιμολόγιο. Πρόκειται για ποσό πολλαπλάσιο ετησίως από τη μείωση ΕΦΚ και ΦΠΑ. Ποιος κοροϊδεύει ποιον;
Τουλάχιστον τα δύο τρίτα της κοινωνίας πληρώνουν σήμερα περισσότερους έμμεσους και άμεσους φόρους ως σύνολο απ’ ότι πλήρωναν το 2019, για τα ίδια ή χαμηλότερα εισοδήματα και κατανάλωση, λόγω διόγκωσης των έμμεσων φόρων από την ακρίβεια. Αυτοί που κυρίως ωφελήθηκαν από τη μείωση των άμεσων φόρων είναι τα ανώτερα στρώματα. Σε αυτά έκλεινε προεκλογικά το μάτι η ΝΔ για μείωση φόρων. Εκμεταλλευόμενη δικά μας λάθη.
Στην ΕΕ, όπως και στον ΟΟΣΑ, συζητούν τρόπους μεγαλύτερης απόδοσης εταιρικών φόρων που μετά την κρίση του 2008 έχουν μειωθεί συγκριτικά με τους έμμεσους φόρους, τους φόρους εισοδήματος και τις εισφορές. Περνούν σε προσωρινό έστω δημόσιο έλεγχο ενεργειακές εταιρίες και υποδομές. Στην Ελλάδα βαδίζουμε και στα δύο αντίστροφα. Επικαλούνται τη διεθνή κρίση αλλά πράττουν τα αντίθετα από αυτά που θα έπρεπε να πράξουν για να αντιμετωπιστεί μια διεθνής κρίση. Για αυτούς η ενεργειακή κρίση είναι μια ακόμη «εσωτερική» ευκαιρία…
– Να πάμε και στα του τομέα ευθύνης σας, στην ελληνοτουρκική ένταση. Ανησυχείτε για περαιτέρω κλιμάκωση;
Είναι δεδομένη η συνέχεια της Τουρκίας στο δρόμο που έχει χαράξει. Πιο ανησυχητική είναι η στάση της χώρας μας. Υπάρχει κρίσιμο έλλειμμα αντιμετώπισης μιας νέας Τουρκίας που έχουμε απέναντί μας.
Για ένα κράτος που σέβεται τον εαυτό του μια απειλή απαιτεί στρατηγική αντιμετώπισης. Στην Ελλάδα δεν έχει χαραχτεί συγκροτημένη εθνική στρατηγική με τα νέα δεδομένα. Όταν το Μαξίμου επιμένει να μιλά για απομονωμένη Τουρκία και αναβαθμισμένη Ελλάδα, ή ότι ο αναθεωρητισμός της Ρωσίας προκαλεί δήθεν διεθνή αντανακλαστικά εναντίον του αναθεωρητισμού της Άγκυρας, σημαίνει ότι αρνούνται να δουν καν το πρόβλημα, πόσο μάλλον να χαράξουν στρατηγική.
Καμιά από τις κυβερνήσεις της Δεξιάς στη μεταπολίτευση δεν ήταν τόσο φανατικά «προβλέψιμος σύμμαχος» των ΗΠΑ. Έχουν εκχωρήσει την εξωτερική πολιτική της χώρας στην εύνοια τρίτων προς το Μαξίμου. Δεν είναι μόνο η κοντόθωρη εμπλοκή στον πόλεμο τη Ουκρανίας και μια ρητορική λες και είμαστε χώρα της Βαλτικής. Η μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος στα νησιά, η ετεροβαρής ελληνοαμερικανική συμφωνία, πλευρές της εξοπλιστικής πολιτικής και κυρίως ο αυτοπεριορισμός μας σε ρόλο παρακολούθησης της τουρκικής κλιμάκωσης, είναι εκφάνσεις αυτής της εκχώρησης. Όπως και ο παραγκωνισμός του Υπουργού Εξωτερικών από το Μαξίμου, τον οποίο νομιμοποιεί ο πρώτος με την σιωπή του.
Η ανάπτυξη των στρατηγικών σχέσεων με τις ΗΠΑ είναι επωφελής μονάχα με επίγνωση ότι τα συμφέροντα δυο χωρών δεν ταυτίζονται ποτέ όσο κι αν συγκλίνουν, όσο καλές σχέσεις κι αν έχουν. Το συμφέρον των ΗΠΑ σήμερα αποτυπώνεται στο «βρείτε τα» και «εξοπλιστείτε».
– Φοβάστε τον Μητσοτάκη στη διαχείριση των ελληνοτουρκικών;
Ο αδίστακτος κ. Μητσοτάκης θα εκμεταλλευτεί τα ελληνοτουρκικά στην εσωτερική αντιπαράθεση. Αλλά ποια είναι η κατάσταση;
Αντικειμενικά μιλώντας, όταν μια χώρα δηλώνει πως δεν θα δεχτεί από μια άλλη χώρα «θαλάσσια δικαιοδοσία πέραν των 6 νμ», η δε άλλη δηλώνει ως «κόκκινη γραμμή τα 6 νμ», κάτι έχει πάει πολύ λάθος. Ένα αμυντικό πρόγραμμα μπορεί να στηρίζει πολιτικές αλλά καμιά άμυνα δεν μπορεί να καλύψει το κενό πολιτικής.
Η Τουρκία έχει περάσει από τη συστηματική αποτροπή της άσκησης κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, στην ενεργό επιδίωξη να αρπάξει από αυτά. Σήμερα γαβγίζει όλο και δυνατότερα και σιγά-σιγά, διερευνητικά, δαγκώνει. Δεν είναι πανίσχυρη. Η Ελλάδα είναι μια παραδοσιακά φιλειρηνική χώρα που δεν γαβγίζει, και καλά κάνει, και δεν έκανε απαραίτητα βήματα σε ευνοϊκότερες συνθήκες με ευθύνη των τότε κυβερνήσεων, πρέπει όμως εδώ που φτάσαμε να αρχίσει να δαγκώνει.
Εννοώ δύο πράγματα. Να ασκήσει κυριαρχικά της δικαιώματα έτοιμη να τα υπερασπιστεί, έχοντας υπολογίσει την επόμενη μέρα και τα επόμενα χρόνια. Οι πρόσφατες απειλές Τσαβούσογλου είναι ένας ακόμη λόγος, και δεν μιλώ για θυμική αντίδραση. Κυρίως, να καταστήσει σαφές σε εταίρους και συμμάχους πως η σημερινή τουρκική πολιτική συνιστά πλέον για μας μείζον ζήτημα εθνικής κυριαρχίας και ασφάλειας. Δεν λείπει η διπλωματική ενημέρωση. Λείπουν τα εργαλεία που διαθέτουμε και δεν αξιοποιούμε προς ΕΕ και ΗΠΑ.
Μέρος της οικονομικής ελίτ και του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα ερωτοτροπεί με τη ιδέα να δώσουμε για να ησυχάσουμε. Οι δηλώσεις Τσαβούσογλου ότι δεν θα δεχτούν «τετελεσμένο που θα μετατρέψει το Αιγαίο σε ελληνική λίμνη», μοιάζουν ανησυχητικά με δηλώσεις Ελλήνων πολιτικών. Αμφότεροι αναφέρονται όχι στον αναγκαίο καθορισμό ΑΟΖ με διαμοιρασμό διεθνών υδάτων αλλά στον αυτοπεριορισμό των δικών μας χωρικών υδάτων. Μια τέτοια μοιρασιά του Αιγαίου περίπου στη μέση με ταυτόχρονο διαμοιρασμό ανατολικά του 28ου μεσημβρινού στη Μεσόγειο πολύ πιο κοντά στις τουρκικές επιδιώξεις, θα ήταν ο ορισμός της απόλυτης στρατηγικής αποτυχίας. Εθελοντική παραίτηση από το διεθνές δίκαιο στη μια, επίκληση της διεθνούς νομολογίας ή πιθανής απόφασης στην άλλη. Μπορούμε κάτι καλύτερο από την ανεπάρκεια και απιστία, κι αυτό δεν είναι τουρκοφαγία. Ιστορικά οι τουρκοφάγοι υπήρξαν ορκισμένοι σύμμαχοι της απιστίας και απέναντι στον πατριωτισμό.
– Αδυνατεί ο ΣΥΡΙΖΑ να εμπνεύσει ξανά τον ελληνικό λαό δίνοντάς του μια νέα ελπίδα για αλλαγή;
Με τις δυσκολίες που γεννά το διεθνές σκηνικό, με τις παθογένειες της οικονομίας που οδήγησαν στην κρίση και στα μνημόνια ακόμη παρούσες, με την κοινωνία ταλαιπωρημένη μετά από δώδεκα χρόνια μνημόνια, πανδημία και πόλεμο, όλα μοιάζουν ίδια. Ζητήματα καλύτερης ή χειρότερης διαχείρισης.
Αυτό που λείπει είναι μια συνολική εναλλακτική προοπτική. Τέτοια που θα δώσει ξανά όραμα και θα γίνει πράξη. Δεν τη δώσαμε το 2016-19, πρέπει να τη δώσουμε τώρα. Η ανάγκη της προοπτικής υπερβαίνει την προεκλογική αντιπαράθεση. Δεν είναι μόνο τα θέματα που αποκαθιστούν κατάφορες αδικίες της παρούσας κυβέρνησης και παλιότερες. Δεν τα υποτιμώ καθόλου, ίσα-ίσα. Από την 13η σύνταξη μέχρι τον ακατάσχετο επαγγελματικό λογαριασμό και τη στήριξη των ΑΜΕΑ, αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στο καθένα από αυτά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι. Πρόσφατα, κατέθεσα ερώτηση για τους δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο, ζήτημα πχ που δεν έχουμε θίξει.
Προοπτική, όμως, δεν σημαίνει απλώς μια άλλη πολιτική από τη σημερινή. Σημαίνει 5-10 μεγάλες αλλαγές για την κοινωνία και τη χώρα. Θετικό σχέδιο για την ανάπτυξη και τι είδους ανάπτυξη και τι σημαίνει αυτό για την κοινωνική πλειοψηφία, διαφορετικό από αυτό που βιώνει τώρα. Σημαίνει να έχεις παραγωγικό σχέδιο. Ακούγεται συχνά το «άλλο παραγωγικό μοντέλο». Ο Π. Γερουλάνος -για να μιλήσω για άλλο πολιτικό χώρο- κάνει λόγο για «πατριωτική οικονομία». Αυτά απαιτούν συγκεκριμένους προσδιορισμούς και κυρίως δεσμεύσεις, αλλιώς μένουν συνθήματα.
Το κοινωνικό μοντέλο που επικρατεί στη λεγόμενη Ενωμένη Ευρώπη είναι αυτό της κοινωνίας των δύο τρίτων ή του ενός τρίτου, κατά περίπτωση. Δηλαδή ένα μεγάλο τμήμα είναι αποκλεισμένο ή φυτοζωεί. Μεγάλο μέρος της νεολαίας μας φυτοζωεί. Αυτό είναι κοινωνική παρακμή και βόμβα στο μέλλον. Η υπέρβαση της κοινωνίας των δύο τρίτων αφορά μια αλλαγή πιο μεγάλη από το κοινωνικό κράτος ή τη συγκράτηση των ανισοτήτων. Να μια αλλαγή και όραμα.
Οι ποιοτικοί δείκτες της ελληνικής οικονομίας δείχνουν μια ζοφερή εικόνα, που διαφέρει από την εικονική πραγματικότητα της κυβέρνησης. Κωδικοποιημένα, χρειάζεται επανατοποθέτηση της χώρας στη διεθνή οικονομία με κατεύθυνση τα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, αξιοποιώντας συγκριτικά πλεονεκτήματα, αίροντας τις παθογένειες που αποτυπώνουν οι ποιοτικοί δείκτες, ανοίγοντας προοπτικές ευημερίας και ευκαιριών κινητικότητας για τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Με στοχευμένη ενίσχυση της υπάρχουσας υγιούς και μιας νέας επιχειρηματικότητας. Δεν βαδίζουμε προς τα εκεί σήμερα.
Αυτά προϋποθέτουν θεσμικές τομές, με τη μέγιστη συναίνεση πολιτικών δυνάμεων. Προϋποθέτουν πριν απ’ όλα να περιοριστεί η ασυδοσία του 1% και η ασυλία του χρηματοπιστωτικού πάρτι. Αυτό το εν πολλοίς κρατικοδίαιτο 1% κρατά την οικονομία κλειστή, είναι ο σημαντικότερος λόγος μη προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, και αποτρέπει τις πολιτικές συναινέσεις για ζητήματα ενδιαφέροντός του. Εκφραστής του είναι ο ένοικος του Μαξίμου και όχι μόνον.