Την περασμένη Τρίτη στο Ντακάρ, στη Σενεγάλη, ολοκληρώθηκε το 8ο Φόρουμ της Σινο-Αφρικανικής Συνεργασίας (FOCAC), με τη συμμετοχή περισσότερων ηγετών από χώρες της Αφρικής, από όσους είχαν ταξιδέψει φέτος στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Η διαδικασία αυτή, που ξεκίνησε το 2000 έχει ουσιαστικά θέσει το επίσημο πλαίσιο για την εκτεταμένη διείσδυση του Πεκίνου στη «Μαύρη Ηπειρο». Για μια ακόμα φορά το κλίμα ήταν καλό και… φορτωμένο με πολλές προσδοκίες και οι συζητήσεις επεκτάθηκαν σε μια σειρά τομείς με τον υπουργό Εξωτερικών της Σενεγάλης να ζητά βοήθεια από την Κίνα ακόμα και για την αντιμετώπιση τρομοκρατικών και αλυτρωτικών δυνάμεων στην περιοχή του Σαχέλ.
Η Κίνα έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους σε εμπορικές συναλλαγές με τις χώρες της Αφρικής με τον τζίρο να υπολογίζεται σε περισσότερα από 200 δισ. δολάρια το χρόνο και με επενδυτική παρουσία σε όλους τους τομείς των στρατηγικών υποδομών, νέων τεχνολογιών, αλλά και της πιο παραδοσιακής βιομηχανίας. Επίσης με αφορμή το Φόρουμ, το Πεκίνο υποσχέθηκε την παροχή ενός δισεκατομμυρίου δόσεων του εμβολίου στις χώρες της Αφρικής, όπου μόλις το 8% του πληθυσμού έχει μέχρι στιγμής εμβολιαστεί. Μάλιστα τα 400 εκατομμύρια αυτών των δόσεων θα παραχθούν επί αφρικανικού εδάφους στο πλαίσιο κοινών επενδύσεων με στόχο την συμπαραγωγή στον φαρμακευτικό τομέα.
Αυτή τη στιγμή η Κίνα αποτελεί τον πιο δημοφιλή και καλοδεχούμενο «ξένο» στην ήπειρο σύμφωνα με σχετικές δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης σε μια σειρά από χώρες και επενδύει και σε μαζικά προγράμματα ανταλλαγών νέων εργαζόμενων ή σπουδαστών με στόχο την οικοδόμηση δεσμών και σε επίπεδο κοινωνίας.
Τελευταία σε «δημοφιλία» πίσω από τις ΗΠΑ παραμένει η Ευρώπη, λόγω του αποικιοκρατικού της παρελθόντος, αλλά όχι μόνο. Ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε η εξαιρετική δουλειά των Νοτιοαφρικανών επιστημόνων στον εντοπισμό της παραλλαγής «Ομικρον» και την άμεση ενημέρωση προς τους συναδέλφους τους παγκοσμίως, είναι μόνο ένα μικρό παράδειγμα της υπεροψίας, με την οποία συχνά αντιμετωπίζονται οι άλλοτε αποικίες. Αντί για επιβράβευση ήρθε ουσιαστικά η τιμωρία με την επιβολή ταξιδιωτικής απομόνωσης απέναντι στην χώρα.
Αυτές τις μέρες η ΕΕ έδειξε να ξυπνά μερικώς από το λήθαργό της και η Ευρώπη, με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να ανακοινώνει ένα πρόγραμμα επενδύσεων ύψους 300 δισ. ευρώ στους τομείς των υποδομών, τεχνολογιών και υπηρεσιών με στόχο να αντιμετωπίσει την σινική επίθεση σε Αφρική, αλλά και στην Λατινική Αμερική και σε χώρες της Ευρώπης.
Κατά την Κομισιόν αυτή η «Στρατηγική Παγκόσμιας Πύλης» (Global Gateway Strategy) θα είναι η ευρωπαϊκή «δημοκρατική και διαφανής απάντηση» στην «Πρωτοβουλία μιας ζώνης και ενός δρόμου» (Belt and Road Initiative), που υιοθέτησε η κινεζική κυβέρνηση το 2013 επενδύωντας σε σχεδόν 70 χώρες και διεθνείς οργανισμούς. Η κυρία φον ντερ Λάιεν δήλωσε «ετοιμοπόλεμη» και υποστήριξε ότι η Κομισιόν, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα μπορούσαν να έχουν συγκεντρώσει αυτά τα κονδύλια μέχρι το 2027, να επενδύουν δηλαδή περίπου 60 δισ. το χρόνο.
Με άλλα λόγια το σχέδιο είναι μάλλον λίγο αόριστο και έχει να κάνει με την αγχωτική προσπάθεια της ΕΕ να δείξει ότι είναι και αυτή αποφασισμένη να ταχθεί στο πλευρό των ΗΠΑ, που έχουν κηρύξει πόλεμο για να αντιμετωπίσουν την ανάδειξη της Κίνας σε κυρίαρχη οικονομική δύναμη παγκοσμίως. Κάτι που δεν έκρυψε η πρόεδρος της Κομισιόν, που ανέφερε ότι η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία θα συνδέεται με το αντίστοιχο πρόγραμμα «Build Back Better» που έχει εξαγγείλει ο Τζο Μπάιντεν. Η σινική εισβολή στην Αφρική έχει φυσικά θορυβήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, που έχασαν σημαντικό έδαφος στα χρόνια της προεδρίας Τραμπ και επιδιώκουν τώρα απεγνωσμένα να ανακάμψουν.
Πάντως για να καταλάβει κανείς πόσο «μικρή» αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά η Ευρώπη μπορεί να ανατρέξει στην έκθεση της Morgan Stanley η οποία είχε υπολογίσει το αντίστοιχο κόστος της «Πρωτοβουλίας μιας ζώνης και ενός δρόμου» μέχρι το 2027 σε πάνω από 1,2 τρισ. Δολάρια.
Είναι χαρακτηριστική η εκτίμηση που έκανε στον «Guardian» ο Τζόναθαν Χόλσλαγκ, από το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών ο οποίος δήλωσε ότι «η ΕΕ για μια άλλη φορά ξεκινά με μια μάλλον αφελή θεώρηση της γεω-οικονομίας».
Το μεγάλο πλεονέκτημα της Κίνας βρίσκεται στο γεγονός, ότι μπορεί να αντλεί ετησίως πάνω από 500 δισεκατομμύρια από το θετικό της εμπορικό ισοζύγιο, τα οποία επανεπενδύει εν μέρει εκτός των συνόρων της. Μπροστά σε αυτά τα νούμερα τα «δάνεια», που υπόσχεται η ΕΕ μοιάζουν με ψίχουλα. Και πολλές φορές εξυπηρετούν απλώς σκοπιμότητες μιας χώρας ή έστω μιας ομάδας χωρών, αλλά όχι της Ενωσης ως ενός εννιαίου υποκειμένου με σαφή στρατηγική.
Η πολύ δύσκολη κατάσταση στα νοσοκομεία της Αττικής και η ευρεία διασπορά του κοροναϊού σε…
Η κυβέρνηση της Αυστραλίας και το Facebook βρήκαν κοινό έδαφος για την πληρωμή ειδησεογραφικού περιεχομένου…
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο αρχίζουν κι επίσημα το μεσημέρι της Παρασκευής (23/07) με την…
Πριν την πανδημία, 1 στους 6 Ευρωπαίους πολίτες υπέφεραν από ψυχικές διαταραχές, αλλά αφέθηκαν με…
Στη φυλακή οδηγείται ο 30χρονος κατηγορούμενος για την ανθρωποκτονία της 26χρονης συντρόφου του Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου,…
Και πάλι στις 3 πρώτες θέσεις μεταξύ των 27 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται…