Παρότι το Μαξίμου μάλιστα τις προηγούμενες ημέρες διαβεβαίωνε ότι δεν θα ληφθούν νέα μέτρα (και ο πρωθυπουργός φρόντισε να μιλήσει για “συμπληρωματικά” και όχι νέα μέτρα), η κυβέρνηση επεκτείνει από τις 22 Νοεμβρίου το lockdown για ανεμβολίαστους στα σινεμά, θέατρα, μουσεία και γυμναστήρια. Και μάλιστα ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι οι ανεμβολίαστοι αποκλείονται και από τους υπόλοιπους κλειστούς χώρους, πέραν της εστίασης, όπου ήδη απαιτείται πιστοποιητικό εμβολιασμού ή νόσησης, θέλοντας να δείξει ότι εφαρμόζει γενικότερο “μπλόκο” σε όσους ακόμη δεν έχουν εμβολιαστεί.
Στην πραγματικότητα όμως τα νέα μέτρα απέχουν από lockdown τύπου Αυστρίας (παρότι για αυτό ακριβώς κατηγόρησε την κυβέρνηση ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας), καθώς οι ανεμβολίαστοι θα εξακολουθούν να μπορούν να πάνε σε εμπορικά καταστήματα, κομμωτήρια και δημόσιες υπηρεσίες με rapid test, ενώ στο αυστριακό μοντέλο αποκλείονται από όλους τους χώρους, πλην της εργασίας τους και των σουπερμάρκετ.
Η κυβέρνηση ακολουθεί πάντως δειλά και χωρίς αποφασιστικότητα τα βήματα πολλών ευρωπαϊκών χωρών που παίρνουν πρόσθετα μέτρα για το 4ο κύμα της πανδημίας, επιμένει όμως ότι η οικονομία και η κοινωνία θα παραμείνουν ανοιχτές και ότι τα εφετινά Χριστούγεννα θα είναι πιο ελεύθερα από ό,τι πέρυσι.
Ο κ. Μητσοτάκης βασικά για άλλη μία φορά “εμπνέεται” από τον Εμμανουέλ Μακρόν και το παράδειγμα της Γαλλίας, ανακοινώνοντας ότι θα λήγει μετά από 7 μήνες το πιστοποιητικό εμβολιασμού για τους άνω των 60 που δεν έχουν κάνει την τρίτη δόση. Προφανώς σε δεύτερη φάση, αυτό θα ισχύσει για όλες τις ηλικίες, όταν μετά τις γιορτές θα έχει παρέλθει εξάμηνο από τη δεύτερη δόση του εμβολίου και των νεότερων ηλικιακών ομάδων.
Πίσω από αυτή την απόφαση κρύβεται η διαπίστωση ότι όσο περνάει ο καιρός από τον εμβολιασμό το τείχος ανοσίας εξασθενεί. Και η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να δώσει έμφαση στην τρίτη δόση όσων ήδη έχουν εμβολιαστεί, αρχής γενομένης από τους μεγαλύτερους σε ηλικία, αντί να ενισχύσει ουσιαστικά περαιτέρω το ΕΣΥ και κυρίως αντί να πάρει πιο σκληρά μέτρα για τους ανεμβολίαστους, οι οποίοι προέρχονται κυρίως από το δεξιό χώρο. Προφανώς, το Μαξίμου απέρριψε την πλήρη εφαρμογή αυστριακού μοντέλου και για να μη συγκρουστεί άλλο με τον εμπορικό κόσμο, που ήδη είναι “στα κάγκελα” για το προηγούμενο πακέτο μέτρων.
Σημειωτέον ότι ο κ.Μητσοτάκης δήλωσε ότι όσον αφορά στις εκκλησίες οι πιστοί θα πρέπει να προσκομίζουν αρνητικό εργαστηριακό τεστ, επικαλούμενος όμως την εγκύκλιο της Ιεράς Συνόδου, η οποία έχει μορφή σύστασης και όχι υποχρεωτικότητας. Είπε δε ότι την εφαρμογή της εγκυκλίου θα ελέγχουν οι φορείς της και δειγματοληπτικά η πολιτεία.
Πρόκειται πάντως για ένα μικρό βήμα στο ζήτημα της Εκκλησίας, εάν φυσικά όντως θα πραγματοποιηθούν έλεγχοι και από το κράτος. Η κυβέρνηση όμως σταθερά αποφεύγει τη ρήξη με την Εκκλησία, επικαλούμενη και ότι μία ευθεία σύγκρουση θα είχε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα και μη ομολογώντας ότι κυρίως θα δημιουργούσε πολιτικό πρόβλημα στη ΝΔ. “Σκεφτείτε να διοργάνωνε η Εκκλησία συλλαλητήρια όπως με τις ταυτότητες”, σχολίαζε έμπειρο γαλάζιο στέλεχος.
Ο κ. Μητσοτάκης επέμεινε ότι “η προτροπή και η ενθάρρυνση έχουν μεγαλύτερη δύναμη από τους γενικούς αφορισμούς περί υποχρεωτικότητας”, αν και παραδέχθηκε ότι τα νέα μέτρα συνιστούν μία επιπλέον πίεση στους ανεμβολίαστους. Είναι όμως δεδομένο εδώ και καιρό ότι η κυβέρνηση έχει εγκαταλείψει κάθε σκέψη περί επέκτασης του υποχρεωτικού εμβολιασμού, σε επαγγελματικές ομάδες που αποτελούν και προνομιακά κοινά της ΝΔ, όπως οι αστυνομικοί ή ακόμη και στην εστίαση και το λιανεμπόριο, παρά τα χιλιάδες περιστατικά ανεμβολίαστων εργαζόμενων που δεν κάνουν ούτε rapid test, όπως είναι υποχρεωμένοι.
Το κυβερνητικό επιχείρημα είναι πως επέκταση της υποχρεωτικότητας σε συγκεκριμένες ομάδες δεν θα προσέθετε κάτι στο τείχος ανοσίας, αφού το κύριο ζήτημα είναι ο εμβολιασμός πολιτών μεγαλύτερης ηλικίας με την πρώτη ή και την τρίτη δόση, χωρίς πάντως να απαντά κανείς στο ερώτημα γιατί να μην εφαρμοστούν και τα δύο.
Ο πρωθυπουργός μάλιστα παραδέχθηκε χθες μεν ότι η Ελλάδα θρηνεί “αχρείαστες απώλειες” από τον κορονοϊό- όπως χαρακτηριστικά είπε- επειδή δεν έχει τα ποσοστά εμβολιασμού άλλων χωρών. Υποστήριξε όμως ότι η εκστρατεία εμβολιασμού ήταν άρτια και δεν έκανε αυτοκριτική. Αντίθετα κατηγόρησε την αντιπολίτευση για μικροκομματική αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου κατηγόρησε τον κ.Τσίπρα στη συνέχεια ότι “με μισόλογα ψέλλισε τούτη την ώρα το πραγματικό ενδιαφέρον του: Καρέκλες και αξιώματα μέσω της πανδημίας”, απορρίπτοντας την πρόταση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για υπουργό Υγείας “αποδοχής”.