Τελικά, ίσως έχει δίκιο ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος όταν ισχυρίζεται ότι ένας τρόπος να αντιμετωπίσουν οι πολίτες την ακρίβεια είναι να φάνε από τα έτοιμα, δηλαδή τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταθέσεις πράγματι αυξήθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας. Στις πέντε συστημικές τράπεζες (μαζί με την Attica) από τα 178 δισ. ευρώ του 2019 έφτασαν τα 212 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021, σύμφωνα με τα οικονομικά αποτελέσματα που οι ίδιες ανακοίνωσαν. Και μαζί με τη θεαματική βελτίωση του ενεργητικού τους, που από 257 δισ. το 2019 έκανε άλμα στα 318 δισ. στο τέλος του 2021, χάρη στο ξεφόρτωμα των κόκκινων δανείων, θα έλεγε κανείς ότι βρίσκονται σε ιδεώδη θέση για να αρχίσουν να κάνουν τη δουλειά τους: να δανείζουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ιδιαίτερα στην νέα απρόβλεπτης έκβασης πληθωριστική και όχι μόνο κρίση.
Φευ, αυτό κάθε άλλο καταγράφεται στα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Το σύνολο του δανεισμού παραμένει κολλημένο από το 2019 στην περιοχή των 143-145 δισ. ευρώ στην τριετία 2019 -2021. Κι αν το επιχείρημα που θα αντιτείνουν οι τράπεζες είναι ότι αυτή είναι ψευδής εικόνα γιατί στο διάστημα αυτό σχεδόν 80 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων δανείων έχουν μεταφερθεί στις εταιρείες διαχείρισης, τα στοιχεία για τα νέα δάνεια προς τις επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, δείχνουν ότι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, γενναιόδωρα ευεργετημένο από τις ανακεφαλαιοποιήσεις που πληρώνουμε ως φορολογούμενοι, κρατά σχεδόν κλειστή τη στρόφιγγα του δανεισμού, ή σε κάθε περίπτωση δανείζει με εξοργιστική φειδώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, που δημοσιοποιούνται πλέον υποχρεωτικά στη βάση δεδομένων AnaCredit βάσει του σχετικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, από τον Δεκέμβριο του 2019 μέχρι και τον Μάρτιο του 2022, οι τράπεζες είχαν χορηγήσει μόλις 19,2 δισ. ευρώ νέα δάνεια σε επιχειρήσεις κάθε μεγέθους, κλάδου και περιφέρειας. Κατά μέσο όρο δάνειζαν 686 εκατ. τον μήνα σε μεγάλους ομίλους και σε μικρομεσαίους, ενώ την ίδια περίοδο, που περιλαμβάνει και την τεράστια διαταραχή που προκάλεσε στην επιχειρηματική δραστηριότητα η πανδημία και τα λοκντάουν, το συνολικό υπόλοιπο των επιχειρηματικών δανείων περιορίστηκε από τα 67,5 δισ. στο τέλος του 2019 σε μόλις 56 δισ. τον περασμένο Μάρτιο.
Φυσικά, τα συνολικά μεγέθη και οι μέσοι όροι θολώνουν την εικόνα, καθώς περιλαμβάνουν και σημαντικά ποσά δανεισμού μεγάλων ομίλων μέσω ομολογιακών δανείων που εκδόθηκαν, ενώ δεν είναι σαφής ο διαχωρισμός των δανείων που δόθηκαν με την εγγύηση του Δημοσίου, τα οποία στο τέλος του 2021 αθροίζονταν σε ένα σύνολο 19 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, τα στοιχεία της ΤτΕ μας δίνουν ενδιαφέρουσες ενδείξεις για τη φειδώ των τραπεζών στη χορήγηση νέων δανείων προς τις επιχειρήσεις, γεννώντας δύο εύλογα ερωτήματα: Πρώτον, ποιος περιμένουν να χρηματοδοτήσει την περιλάλητη ανάπτυξη, εκτός από το Ταμείο Ανάκαμψης. Και δεύτερον, πόσο περισσότερο θα κλείσει η στρόφιγγα του τραπεζικού δανεισμού όταν θα αρχίσει να αυξάνει το κόστος τους, με τις αυξήσεις επιτοκίων που ετοιμάζει η ΕΚΤ στο όνομα της ανάσχεσης του πληθωρισμού.
Μεταξύ Δεκεμβρίου του 2019 και περασμένου Μαρτίου χορηγήθηκαν 33.000 επιχειρηματικά δάνεια. Τυπικά, ο μέσος όρος είναι 1.180 νέα δάνεια τον μήνα, αλλά αν κανείς αφαιρέσει τον δανεισμό με κρατικές εγγυήσεις που δόθηκε από τον Ιούλιο του 2020 μέχρι και τον Ιούνιο του 2021 λόγω πανδημίας, ο μέσος όρος περιορίζεται σε μόλις 780 νέα επιχειρηματικά δάνεια τον μήνα και ο συνολικός αριθμός τους κάτω από το μισό. Από άποψη γεωγραφικής κατανομής η μερίδα του λέοντος πάει στις επιχειρήσεις της Αττικής. Ενώ αριθμητικά πήρε λιγότερο από το 1/3 νέων δανείων (13.000 από τα 33.000), απορρόφησε σχεδόν το 70% από αυτά (13 από τα 19 δισ.). Ακολουθεί η Κεντρική Μακεδονία και η Θεσσαλονίκη που απορροφούν περίπου το 10%. Στο πρώτο τρίμηνο του έτους, που περιλαμβάνει εν μέρει το σοκ της ενεργειακής κρίσης και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, το φρενάρισμα στα νέα επιχειρηματικά δάνεια είναι κραυγαλέο: μόλις 1.019 σε όλη τη χώρα, ήτοι περί τα 340 νέα επιχειρηματικά δάνεια κάθε μήνα για το διάστημα αυτό.
Οσο για την κατανομή των νέων δανείων μεταξύ μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων, είναι προφανές η άνετη επικράτηση των πρώτων: απορρόφησαν το 52% (10 δισ. ευρώ), αφήνοντας το υπόλοιπο 48% (9,2 δις.) στις πολυπληθέστερες μικρομεσαίες. Η πορεία μάλιστα για τους μικρούς είναι θεαματικά φθίνουσα, καθώς από το καλοκαίρι που ξεκινά η ενεργειακή κρίση ο μέσος όρος νέων δανείων προς της μικρές επιχειρήσεις πέφτει από τα 326 εκατ. τον μήνα σε μόλις 200 εκατ. ευρώ. Αναρωτιέται κανείς τι θα γίνει στη συνέχεια, όταν το κοντέρ των επιτοκίων αρχίσει να τρέχει και το μέσο επιτόκιο που για τις μικρές επιχειρήσεις που σήμερα κυμαίνεται μεταξύ 5% και 6%, γίνει 8% και 9%.
Στα 591,45 εκατ. ευρώ τα υπερέσοδα των ενεργειακών ομίλων υποστηρίζει το υπουργείο Ενέργειας
Σκυλακάκης: Έχουμε εξαντλήσει το δημοσιονομικό χώρο για το 2022
Η πολύ δύσκολη κατάσταση στα νοσοκομεία της Αττικής και η ευρεία διασπορά του κοροναϊού σε…
Η κυβέρνηση της Αυστραλίας και το Facebook βρήκαν κοινό έδαφος για την πληρωμή ειδησεογραφικού περιεχομένου…
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο αρχίζουν κι επίσημα το μεσημέρι της Παρασκευής (23/07) με την…
Πριν την πανδημία, 1 στους 6 Ευρωπαίους πολίτες υπέφεραν από ψυχικές διαταραχές, αλλά αφέθηκαν με…
Στη φυλακή οδηγείται ο 30χρονος κατηγορούμενος για την ανθρωποκτονία της 26χρονης συντρόφου του Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου,…
Και πάλι στις 3 πρώτες θέσεις μεταξύ των 27 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται…