Δεν καμάρωνε τυχαία ο Τζο Μπάιντεν στο πρόσφατο ταξίδι του στην Πολωνία.
Ηταν δύο από τα μάλλον προβληματικά παιδιά της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά από τις πιο φιλοαμερικανικές χώρες και πιστά μέλη του ΝΑΤΟ. Η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία τις αναβάθμισε σε «χώρες-κλειδιά», σε πραγματικά προπύργια του ΝΑΤΟ και οι ηγεσίες τους το γνωρίζουν καλά και αναζητούν τρόπους για να εκμαιεύσουν τα μέγιστα κέρδη από αυτή την εξέλιξη. Η Πολωνία και η Ρουμανία συνορεύουν και οι δύο με την Ουκρανία, καλύπτουν δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της «γραμμής επαφής» με τη Ρωσία, από τη Βαλτική Θάλασσα έως τη Μαύρη Θάλασσα, με βάση τα λεγόμενα του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ.
Ηδη οι χώρες έχουν δεχτεί ένα μεγάλο μέρος της «πλημμύρας» των προσφύγων, ενώ θεωρούνται ευάλωτες για την περίπτωση, που ένας παγκόσμιος πόλεμος θα έφερνε τη Ρωσία στα χαρακώματα με τη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Βεβαίως κάτι τέτοιο δεν θεωρείται πολύ πιθανό, ούτε η Ρωσία έχει απειλήσει προς παρόν με κάτι τέτοιο. Ομως τις πρώτες μέρες του πολέμου ένα drone, πέταξε πάνω από τα σύνορα από την Ουκρανία και συνετρίβη στη Ρουμανία ενώ οι ρωσικές επιθέσεις με ρουκέτες στη Λβιβ θύμισαν στους γείτονες Πολωνούς, πόσο κοντά τους είναι τελικά η «φωτιά». Και υπάρχει φυσικά και ο φόβος της Λευκορωσίας πιστού και υπάκουου συμμάχου μέχρι τώρα της Μόσχας.
Οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις ως πηγή εσόδων
Με όλα αυτά, και οι δύο χώρες έχουν γίνει οι πιο σημαντικοί κόμβοι του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Παλιότερα, η Ρουμανία, ως μέλος της συμμαχίας, δεν αποτελούσε χώρα κορυφαίας προτεραιότητας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Από την αρχή του πολέμου όμως, θεωρείται εταίρος στα πιο σημαντικά εξωτερικά σύνορα του ΝΑΤΟ σήμερα, λόγω της άμεσης πρόσβασής της τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Μαύρη Θάλασσα.
Οι στρατιωτικές βάσεις, που προηγουμένως είχαν τοπική αξία ξεχειλίζουν τώρα από στρατιωτικό προσωπικό και εξοπλισμό του ΝΑΤΟ. Η κυβέρνηση στο Βουκουρέστι θεωρεί ότι αυτό αναβαθμίζει γεωπολιτικά τη χώρα, αλλά αποτελεί και ένα ευπρόσδεκτο οικονομικό κίνητρο. Η επέκταση των στρατιωτικών υποδομών και η ανάπτυξη χιλιάδων στρατιωτών του ΝΑΤΟ και μάλιστα σε μια πιο μόνιμη μορφή, συνδέονται όπως εκτιμάται με σημαντικές επενδύσεις.
Δεν υπάρχουν στην κοινωνία ιδιαίτερες ανησυχίες για το πόσο η χώρα θα μπορούσε να γίνει στρατιωτικός στόχος ως αποτέλεσμα όλων των παραπάνω. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για την Πολωνία, η οποία ήδη από το 2014 φιλοξενεί μια «ομάδα μάχης» του ΝΑΤΟ 1.000 στρατιωτών, σταθμευμένη στο έδαφός της και είναι τακτικά τόπος ασκήσεων της Συμμαχίας.
Ο Κατσίσνκι επιθυμεί να κάνει «πυρηνική» την Πολωνία
Στις αρχές Απριλίου, ο αναπληρωτής πρωθυπουργός και στην ουσία ο πραγματικά ισχυρός άνδρας της Πολωνίας, Γιάροζλαβ Κατσίνσκι, ζήτησε σημαντική αύξηση της παρουσίας των αμερικανικών στρατευμάτων στην Ευρώπη σε 150.000 στρατιώτες, με περίπου τους μισούς από αυτούς να σταθμεύουν στην Ανατολική Ευρώπη. Από αυτά, υποστήριξε ότι 50.000 θα πρέπει να έχουν μόνιμη παρουσία στα κράτη της Βαλτικής και στην Πολωνία, σε άμεση γειτνίαση με τα σύνορα της Ρωσίας και της Λευκορωσίας.
Ο λαϊκιστής ακραία συντηρητικός πολιτικός, εμφανίστηκε μάλιστα πρόθυμος να συναινέσει και στην προοπτική η χώρα του να εγκαταστήσει στο έδαφός της αμερικανικά πυρηνικά όπλα. «Αν οι Αμερικανοί μας ζητούσαν να αποθηκεύσουμε πυρηνικά όπλα στην Πολωνία, θα ήμασταν ανοιχτοί σε αυτό. Θα αύξανε σημαντικά την αποτροπή κατά της Μόσχας.»
Ωστόσο, η απόφαση για κάτι τέτοιο θα πρέπει να ληφθεί από την Ουάσιγκτον, αφού φυσικά προσμετρηθούν και οι συνέπειες. Αυτό θα σήμαινε την επέκταση των πυρηνικών στην ανατολική πλευρά της συμμαχίας και θα δημιουργούσε νέες ισορροπίες τρόμου σε ολόκληρη πια την Ευρώπη. Μια τέτοια κίνηση είναι σχεδόν βέβαιο ότι όχι μόνο θα προκαλούσε σκληρή ρωσική απάντηση, αλλά θα συνεπαγόταν επίσης τους ανυπολόγιστους κινδύνους μιας περιφερειακής πυρηνικής συσσώρευσης. Αντίστοιχες σκέψεις υπάρχουν στην Ουάσιγκτον και τη Βαρσοβία εδώ και χρόνια. Το υπόβαθρο ήταν οι κατά καιρούς εξάρσεις της συζήτησης στη Γερμανία, σχετικά με μια πιθανή απόσυρση των αμερικανικών πυρηνικών όπλων από το έδαφός της.
Στις 19 Νοεμβρίου 2021, ο Γενς Στόλτενμπεργκ είχε ήδη δηλώσει ότι σε αυτή την περίπτωση οι αμερικανικές «κεφαλές» θα μπορούσαν να μετεγκατασταθούν σε χώρες του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη. Ο πρώτος υποψήφιος για μια τέτοια μετακίνηση ήταν πάντα η Πολωνία, η οποία εδώ και καιρό θεωρούσε μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο πιθανή αλλά και επιθυμητή. Ο πρόεδρος της Λευκορωσίας Αλεξάντερ Λουκασένκα απείλησε τότε αμέσως να τοποθετήσει ρωσικά πυρηνικά όπλα στη χώρα του, ως άμεση αντίδραση στη δήλωση Στόλτενμπεργκ.
Σε αυτό το σενάριο, τα σύνορα Λευκορωσίας-Πολωνίας θα μετατραπούν πρακτικά σε πυρηνική «γραμμή επαφής» της Δύσης με το ρωσο-λευκορωσικό μπλοκ. Μια νέα κατάσταση, που θα ξεπερνούσε ακόμη και τις χειρότερες περιόδους του Ψυχρού Πολέμου, όταν υπήρχαν τουλάχιστον «κράτη ασφαλείας» χωρίς πυρηνικά μεταξύ ρωσικών και αμερικανικών πυρηνικών κεφαλών.
Το ΝΑΤΟ αναπτύσσει τέσσερις νέες ομάδες μάχης στην ανατολική πλευρά του
Τη «σωστή πλευρά της ιστορίας» οφείλουμε πρώτα να την… φτιάξουμε