Την ανάγκη η Ελλάδα να πραγµατοποιήσει άµεσα ένα επενδυτικό άλµα που θα έχει διάρκεια και πέραν του Ταµείου Ανάκαµψης επισήµανε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, στην ανοικτή εκδήλωση της γενικής συνέλευσης του Συνδέσµου, που πραγµατοποιήθηκε χθες παρουσία της Προέδρου της ∆ηµοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
«Προκειµένου η Ελλάδα να αυξήσει τις παραγωγικές επενδύσεις της στο 13% του ΑΕΠ της, που είναι ο ευρωπαϊκός µέσος όρος, χρειάζεται επιπλέον 11 δισ. ευρώ κάθε χρόνο», τόνισε στην οµιλία του ο κ. Θεοδωρόπουλος, αναδεικνύοντας σε µείζον ζήτηµα για την ελληνική οικονοµία την αλµατώδη αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων. «Είναι η µοναδική απάντηση στις δύο κρίσιµες προκλήσεις που συνεχίζει να αντιµετωπίζει η ελληνική οικονοµία: τη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και την αύξηση της παραγωγικότητας», τόνισε.
Όπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ της «Καθημερινής», ο πρόεδρος του ΣΕΒ πρότεινε τις υπεραποσβέσεις σε παραγωγικές επενδύσεις ως ένα συµπληρωµατικό επενδυτικό εργαλείο, το οποίο θα λειτουργεί ανεξαρτήτως µεγέθους επιχείρησης, κλάδου και περιοχής, είτε για επέκταση – εκσυγχρονισµό υφιστάµενης δραστηριότητας είτε για δηµιουργία νέας και θα δίνει έµφαση στην κατά προτεραιότητα αξιοποίηση των ιδίων πόρων των επιχειρήσεων µε φορολογικές επιβραβεύσεις αντί για επιδοτήσεις. «Ενα τέτοιο εργαλείο µπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση του υψηλού ρυθµού επενδύσεων και µετά τη λήξη του Ταµείου Ανάκαµψης», τόνισε ο κ. Θεοδωρόπουλος. Η ανάγκη για ένα επενδυτικό άλµα αναγνωρίζεται απ’ όλους, είπε, και παρέπεµψε τόσο στις αναφορές της έκθεσης Ντράγκι για την Ευρώπη όσο και στις εξαγγελίες του υπουργού Ανάπτυξης της περασµένης ∆ευτέρας. «Η πρότασή του είναι για καλύτερη, περισσότερη και πιο αποτελεσµατική Ευρωπαϊκή Ενωση. Είναι ένα σαφές µήνυµα µε το οποίο συµφωνούµε: η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει και πρέπει να αλλάξει τώρα», είπε αναφερόµενος στην έκθεση Ντράγκι.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ αναγνώρισε την πρόοδο της ελληνικής οικονοµίας τα τελευταία χρόνια, αλλά επισήµανε τόσο τα διαχρονικά προβλήµατα που παραµένουν άλυτα όσο και τις νέες προκλήσεις που πρέπει να αντιµετωπιστούν. Τα διαχρονικά προβλήµατα αφορούν τη χωροταξία, την ταχύτητα απονοµής δικαιοσύνης, την άδικη φορολόγηση των µεσαίων στελεχών, τη γραφειοκρατία, την πολυνοµία, την ελλιπή διασύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, όπως και τις ελλείψεις σε υποδοµές στις βιοµηχανικές συγκεντρώσεις της περιφέρειας.
Μιλώντας για τα νέα προβλήµατα, ξεχώρισε την υψηλότερη τιµή της ηλεκτρικής ενέργειας σε σύγκριση µε τους ανταγωνιστές µας και τις µεγάλες διακυµάνσεις της. «Το υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας µειώνει την ανταγωνιστικότητα και τροφοδοτεί τον πληθωρισµό, ενώ οι µεγάλες διακυµάνσεις εµποδίζουν την προβλεψιµότητα και δυσχεραίνουν τις επιχειρήσεις στη σύναψη συµφωνιών µε πελάτες τους, ακόµη και διάρκειας µερικών µηνών. Οι επιχειρήσεις πρέπει να θωρακιστούν, όχι µόνον οι ενεργοβόρες, αλλά και εκείνες της µέσης τάσης», τόνισε.
Νέο πρόβληµα, κατά τον πρόεδρο του ΣΕΒ, είναι και το γεγονός ότι οι εταιρείες δεν βρίσκουν τους εργαζόµενους που χρειάζονται, ενώ ένα πρόβληµα που παρέµεινε µετά την κρίση– και έχει µάλιστα ενταθεί– είναι η ανεπαρκής πρόσβαση των ΜµΕ στην τραπεζική χρηµατοδότηση. Μεγάλο µέρος της οµιλίας του αφιέρωσε ο πρόεδρος του ΣΕΒ στο να αναδείξει την πολλαπλή συνεισφορά της βιοµηχανίας στην οικονοµία και την απασχόληση, αλλά και στη µεγάλη εικόνα της παγκόσµιας οικονοµίας µε τη γεωπολιτική αναταραχή και «την πρωτοφανή αβεβαιότητα που βιώνει η ε πι χει ρ η µα τικ ό τη τα σε ένα συνεχώς λιγότερο προβλέψιµο περιβάλλον ».
Από το βήµα της γενικής συνέλευσης κάλεσε τους κοινωνικούς εταίρους και την πολιτεία στη δηµιουργία ενός νέου κοινωνικού συµβολαίου επ’ ωφελεία όλων. «Η πολυπλοκότητα της εποχής δεν µπορεί να απλουστευθεί µέσα από προσεγγίσεις και πρακτικές που ανήκουν στο παρελθόν», είπε. Κλείνοντας την οµιλία του απευθύνθηκε προς τους επιχειρηµατίες, επισηµαίνοντας ότι όσα κίνητρα και να δώσει η πολιτεία, η ευθύνη για τη βελτίωση της παραγωγικότητας παραµένει ατοµική. «Πρέπει να επενδύσουµε περισσότερο στις επιχειρήσεις και στους ανθρώπους µας. Να µετασχηµατίσουµε τις εταιρείες µας ακόµη πιο γρήγορα, υιοθετώντας τεχνολογικές λύσεις, ψηφιακούς µετασχηµατισµούς και αναζητώντας την καινοτοµία».